Η ΜΑΚΡΑΙΩΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΡΙΩΤΙΣΣΑΣ προσαρτημένο στοhttp://www.koutouzis.gr/trizinia.htm
Ερευνα – κείμενα: Βασίλης Π. Κουτουζής
Σημείωση: Τα στοιχεία αυτά είναι τα πρώτα που συγκεντρώθηκαν και
ενδέχεται να διαφοροποιηθούν με την πρόοδο της έρευνας.
Η εμφανής ιστορία της γυναίκας στην περιοχή της Τροιζηνίας, και μάλιστα της επώνυμης, ξεκινάει στα 1230 π.Χ. με την Αίθρα.
Η Αίθρα από αγγείο.
Μέσα από την αχλύ της προϊστορίας ξεπροβάλει η μυθική μορφή της Αίθρας κόρης του βασιλιά της Τροιζήνος Πιτθέα και μάνας του Θησέα ( 1230 π.Χ), με μία άλλη ιδιότητα άγνωστη στους πολλούς. Την ιδιότητα της δασκάλας της αριθμητικής (λογιστικής).
Ιέρεια, λοιπόν, των απαρχών της πλέον εγκεφαλικής επιστήμης, η Αίθρα μάθαινε λογιστική (αριθμητική) στα παιδιά της Τροιζήνας, με εκείνη την πολύπλοκη μέθοδο, που προκαλεί δέος, μιας και δεν υπήρχε το μηδέν και οι αριθμοί συμβολίζονταν πολύπλοκα, αφού τα σύμβολά τους απαιτούσαν πολλές επαναλήψεις (Κρητομυκηναϊκό σύστημα αρίθμησης).
*** Μια άλλη γυναικεία μορφή της εποχής εκείνης είναι η Φαίδρα. Όταν ο Θησέας γνώρισε τη Φαίδρα, την κόρη του Μίνωα, και την πήγε στην Τροιζήνα, αυτή ερωτεύθηκε τον Ιππόλυτο που στο μεταξύ είχε μεγαλώσει. Ο νέος, όμως, την απέκρουσε και εκείνη για να τον εκδικηθεί, έσκισε τα ρούχα της και τον κατηγόρησε στο Θησέα ότι πήγε τάχα να την βιάσει. Τότε ο Θησέας τον διέταξε να φύγει μακριά.
Ο Ιππόλυτος πήρε το άρμα του και ξεκίνησε για την Επίδαυρο. Όμως όταν περνούσε από το Ανω Φανάρι, βγήκε από τη θάλασσα ένα φοβερό τέρας, τα άλογα αφήνιασαν και τον έριξαν στο γκρεμό και σκοτώθηκε. Η Φαίδρα σαν τόμαθε πήγε και κρεμάστηκε κάπου στη Δάριζα.
*** Η Αναξώ είναι μια άλλη επώνυμη της ίδια εποχής. Τη νέα αυτή απήγαγε ο Θησέας και την έκανε ερωμένη του.
*** Ακολουθεί το 249-251 μ.Χ με τις χριστιανές, Λαρίσση, Νίκη, Γαλήνη, Καλή, Νουνεχία, Βασίλισσα, Ειρήνη, Θεοδώρα και άλλες 8, που μαζί με τον Αγιο Λεωνίδη συνελήφθησαν στην Τροιζήνα, την ώρα που δίδασκαν τον Χριστιανισμό, από τους Ρωμαίους, βασανίστηκαν και τελικά θανατώθηκαν.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΠΟΡΙΩΤΙΣΣΕΣ
Η καθ αυτό ιστορία της Ποριώτισσας – στη Σφαιρία – αρχίζει με την Αίθρα, η οποία ενώ είχε πάει να προσφέρει χοές στο τάφο του Σφαίρου, που ήταν κοντά στο σημερινό Ρολόϊ, βιάστηκε όπως λέει η μυθολογία από τον Ποσειδώνα – ή από τον Πόρο γιο του Καλαυρού που ήταν ναυτικός- και έχτισε εκεί το ναό της Απατουρίας Αθηνάς.
Οι ιέρειες του ναού ήταν και πρώτες «Ποριώτισσες» του ακατοίκητου ως τότε ηφαιστειογενούς νησιού.
Τα χρόνια κύλησαν, πιθανολογείται ότι και κάποιοι άλλοι και άλλες κατοίκησαν στο νησί, αλλά ο εποικισμός του άρχισε όταν μερικοί Τροιζήνιοι και Καλαυροί , 1430-1440 μ.Χ, για να προφυλαχθούν από τους πειρατές πήγαν κι έχτισαν σπίτια στο χώρο γύρω από το σημερινό Ρολόι. Και φυσικά υπήρχαν και γυναίκες ανάμεσά τους. Ομως ο ρόλος τους περιοριζόταν στη φροντίδα του σπιτιού και των παιδιών.
Αλλά τα σπίτια άρχισαν να πυκνώνουν όταν διάφορες οικογένειες- από την Αλβανία, Ελληνο-lλλυρικής καταγωγής {οι λεγόμενοι Αρβανίτες, από τους οποίους προήλθε η αρβανίτικη διάλεκτος } ήρθαν στη νότια Ελλάδα. Τότε, 1440, πρέπει να χτίστηκαν και τα ναϊδρια της Κοίμησης της Θεοτόκου και του Αη Γιάννη, που υπάρχουν και σήμερα δίπλα στο Ρολόϊ.
Τους Αρβανίτες αυτούς είχαν φέρει στην Πελοπόννησο, για να πυκνώσουν κάπως τον πληθυσμό της ρημαγμένης από τις επιδρομές χώρας, ο Μανουήλ Καντακουζηνός το 1350 , ο Νέριος Ατζαϊόλης το 1384 και ο Θεόδωρος Παλαιολόγος το 1405. Ελάχιστοι εγκαταστάθηκαν αμέσως στην περιοχή της Τροιζηνίας.
'Ομως μετά την Άλωση της Πόλης, ο Μωάμεθ ο Πορθητής, κατά την επικράτησή του στην Πελοπόννησο , 1459 και 1460, έδωσε εντολή να εξολοθρευτούν οι Αρβανίτες αυτοί. Ετσι οι Αρβανίτες που ζούσαν στο Ναύπλιο και τον εύφορο αργολικό κάμπο, διέφυγαν μεταξύ άλλων και στον Πόρο – Σφαιρία.
Ένας δεύτερος εποικισμός έγινε το 1540, όταν παραδόθηκαν και οι υπόλοιπες Ενετικές κτήσεις στους Τούρκους, κυρίως της Μονεμβασίας. Τότε η πόλη επεκτάθηκε προς την Μπρίνια, την Πούντα και το Μύλο. Πάντα ψηλά από το φόβο των πειρατών.
Την εποχή εκείνη χτίστηκαν στην κορυφή της Σφαιρίας δύο ανεμόμυλοι, ένας αυτός που υπάρχει και σήμερα και ένας κοντά στους Αγίους Αναργύρους, που έχουν κηρυχθεί από το υπουργείο Πολιτισμού διατηρητέα ιστορικά μνημεία. Στα 1834 ήταν και οι δυο κατεστραμμένοι, όπως μαρτυρεί ο πίνακας του αρχαιολόγου - ζωγράφου Οθωνος Στάκκελμπεργκ. Τον ένα τον έκαναν φρούριο οι Γερμανοί το 1941.
Τότε οι Ποριώτισσες πήγαιναν και στους μύλους.
Από το 1540 και μετά άρχισαν νάρχονται μεμονωμένοι από άλλες Ελληνικές περιοχές, Υδρα, Σπέτσες, Κρανίδι, Σοφικό, και αλλού. Μέχρι το 1800 είχαν φθάσει πολλές οικογένειες από την Αρκαδία, το Σούλι, τη Γκούρα, τα Βάτικα, τα Κύθηρα κι άλλες περιοχές- σε πολλές περιπτώσεις αυτό μαρτυρούν τα επώνυμά τους.
'Οταν οι κάτοικοι έγιναν πολλοί, και εξέλειπε ο κίνδυνος των πειρατών, κατοικήθηκε και η παραλία, από την Πούντα μέχρι το Προγυμναστήριο.
Μετά το 1800 ήρθαν στην περιοχή και στον Πόρο πολλές οικογένειες Βαλτετσιωτών (Σαμπάνης, Παλυβός, Δούρος, Μέλλος, Κουτουζής, Σαραντόπουλος , Λάπας, Κασάπης, Παπαγεωργίου, Παπαοικονόμου, Πολλάλης , Μωρόπουλος κ.ά ).
Στα χρόνια 1866-1870, όταν οι Κρητικοί ξεσηκώθηκαν να διώξουν τους Τούρκους ήρθαν στον Πόρο 600 Κρήτες πρόσφυγες κυρίως γυναικόπαιδα, που εγκαταστάθηκαν στο νησί.
Ετσι Ποριώτες και Ποριώτισσες ήταν ένα κράμα από πολλές προελεύσεις, με διαφορετική γλώσσα ή διαλέκτους. Είχαν μια ανομοιογένεια που κατά κάποιο τρόπο τις απομόνωνε.
Απ όλα αυτά μπορεί κανείς να βγάλει ένα συμπέρασμα για το ποια ήταν η ζωή των Ποριωτών και της Ποριώτισσας τις εποχές εκείνες.
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821
Διότι λεπτομερείς πληροφορίες για τις Ποριώτισσες προ του 1800 δεν έχουμε. Αλλωστε ήταν μία περίοδος που δεν μπορούσαν να αναπτύξουν μεγάλη δραστηριότητα αφού σε πολλές περιπτώσεις δυσκολεύονταν και οι άνδρες.
Ακόμη μπορεί να πει κανείς ότι δύσκολα ξεμύτιζαν από το σπίτι. Από τη μια οι Ενετοί και οι Ρώσοι και από την άλλη οι Τούρκοι τις έκαναν να είναι πολύ προσεκτικές, ή κυκλοφορούσαν με κάποιον άνδρα, σύζυγο, αδελφό κλπ. Επειτα οι ίδιοι οι άνδρες τις είχαν για να τους υπηρετούν και ήταν σχεδόν "άγραφα χαρτιά".
Ο Μοροζίνι και το πλοίο «Βουκένταυρος» που επισκέφθηκε τον Πόρο το 1688
Κι αυτά παρ ότι ο Πόρος ήταν σημείο συνάντησης πολλών παραγόντων της εποχής, επίκεντρο όλων των εξελίξεων, κάτι που διεύρυνε το στενό ορίζοντα.
Σχετικά με τον αγώνα του 1821 αναφέρεται μόνο συμπαράσταση στην προετοιμασία του αγώνα των ανδρών και όχι δική τους συμμετοχή και πρωτοβουλία όπως της Μπουμπουλίνας ή της Μαντώς Μαυρογένους. Σ αυτό ίσως έφταιγε η ανομοιογένεια του πληθυσμού, κάτι που βασανίζει τον Πόρο ακόμη και σήμερα. Ο λαός του δεν είναι ενωμένος όπως της Υδρας ή των Σπετσών.
Ωστόσο οι σύζυγοι των Αγωνιστών ή Φιλικών του 21, ή επιφανών Ποριωτών, Μέξη, Λογοθέτη, Χριστοδούλου ή Σουλιώτη, Γ. Καραδήμα, Κιζάνη, Μερτίκα, Κριεζή, Δέδε, Ιωάννη Νικολοκούβαρου, Κων. Δουζίνα, Σπυρ. Μάνεση, Βατικιώτη, Κλάδου, Παμπούκη, Πασχάλη, Τομαρά, Γκίκα, Καλή, Ιωάννη Καρά, Παναγιώτη Σταλαπάτα, Χατζή Χούθη, Μάνθου Δουζίνα, Σταύρου Μεθενίτη, Κυριάκου Καραδήμα, Ευστάθιου Δουζίνα, Δαμιανού Πιπίνου, Νικόλαου Καράτση, Τζιτζά,Νικόλαου Σπαλιέρη, Δημήτριου Τρατολού, Πέτρου Πρωτόπαππα, Αναστάσιου Οικονόμου και πολλών άλλων, αποτελούσαν γνωστές συντροφιές και είχαν άποψη πάνω στα θέματα του Αγώνα.
Ακόμη στη δεκαετία του 1820 -1830 από τις πιο γνωστές κυρίες του Πόρου ήταν οι κυρίες Μπότσαρη, η Μαρία Γ. Κούνη, οι κυρίες Ιω. Σολωμονίδη, Ιω. Φάρσα, Λάφη, Καπασάκη, Αρανίτη, Παπαδημητρίου, Νικ. Δραγούμη, Σωτηριάδη, Στ. Κανελλάκη, Χρονία Δροσινού, και άλλες.
*** Το έτος 1828 γνωστές Ποριώτισσες ήταν ακόμη των Λογοθέτη Κωνσταντή Δουζίνα, του Καπετάν Πάνου Καλή, του Nικόλαου Οικονόμου, του Γεώργιου Χριστόδουλου Παπακυριάκου, των Σταμάτη Οικονόμου, Γεώργιου Δημητρίου Κριεζή, Αναγνώστη Κωνσταντή Οικονόμου και άλλες.
Πάντως στα 1829 για πολλές γυναίκες που είχαν έρθει από άλλα μέρη, ως επίθετο αναφέρεται η καταγωγή τους π.χ Αρετή η Κρητικιά, Μαρία Συριανή, Βαρβάρα Σουλιώτισσα, Βάσω Ναξιώτισα κλπ.
Γενικά η θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή ήταν τελείως διαφορετική. Ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα είναι η συμπεριφορά της δεκαπεντάχρονης κόρης του ναύαρχου Τομπάζη προς τον επισκέπτη Τζώρτζ Κόχραν, ανιψιό και συνονόματο του Άγγλου ναύαρχου, που επισκέφθηκε το σπίτι του πρώτου στον Πόρο το 1827, όπως την περιγράφει ο Κυριάκος Σιμόπουλος στο βιβλίο του "Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 1821". Ο ανιψιός Κόχραν που συνόδευε τον θείο του στην Ελλάδα και υπηρέτησε ως λογιστής της φρεγάτας Ελλάς, περιγράφει τη σκηνή: «...μόλις άκουσα από τον δραγουμάνο ότι είναι κόρη του ναυάρχου σηκώθηκα αμέσως και υποκλίθηκα αλλά εκείνος με τράβηξε πίσω και με ανάγκασε να ξανακαθίσω. Αργότερα μου εξήγησε πως δεν συνηθίζεται να δίνουν τέτοια προσοχή οι επισκέπτες στα θηλυκά. Η κοπέλα, αφού πρόσφερε τους καφέδες σε μένα, στον δραγουμάνο και στον πατέρα της, στάθηκε αντίκρυ μου-απόσταση δυο γιάρδες- με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος περιμένοντας σιωπηλή ώσπου να τελειώσουμε. Ύστερα πήρε τα φλιτζάνια και αποσύρθηκε χωρίς να πει λέξη». Παραξενεμένος o Κόχραν είπε στον Τομπάζη ότι στην Ευρώπη οι άνδρες περιποιούνται της γυναίκες και όχι οι γυναίκες τους άνδρες. Ο φλεγματικός γερο-ναύαρχος είπε «Αυτά είναι τα έθιμα που μας άφησαν οι πατεράδες μας. Θα χρειασθεί χρόνος και επικοινωνία με άλλα πιο πολιτισμένα έθνη για να ξεριζωθούν».
Πόρος, Κολώνα, 1907 Πόρος, Σχολεία- Δημαρχεία, 1902
Πόρος , "Ευαγγελισμός" 1911
Πάντως στις πιο πάνω φωτογραφίες, αψευδείς μάρτυρες, δε βλέπουμε ψυχή να κινείται, λες και ο φωτογράφος τους είχε
απαγορεύσει να κυκλοφορήσουν εκείνη την ώρα.
Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΑ
Κατά τα άλλα περιορίζονταν στα καθήκοντα της αρχόντισσας ή καλής νοικοκυράς, της μάνας, και αποδεδειγμένα ασχολιόντουσαν με τη γυναικεία οικοτεχνία, αργαλειό, όχι μόνο για τις δικές τους ανάγκες αλλά και για πώληση.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η οικοτεχνία, αργαλειός, κέντημα, πλέξιμο και άλλες χειροτεχνικές δραστηριότητες σημείωσαν μεγάλη πρόοδο σε όλα τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά και μετά, κατά την ανόρθωση του Κράτους του οποίου ο Πόρος και γενικότερα η Τροιζηνία αποτέλεσε την απαρχή της δημιουργίας του.
Η μετάδοση της υφαντικής τέχνης αρχικά γινόταν από τη μοναχή Φρατζέσκα στο «Δασκαλιό» γύρω στα 1800.
Στα 1863 πρώτη κυρία του Πόρου είναι η Ελισάβετ Καραμάνου.
Στα 1875 πολλά κορίτσια πήγαιναν στο Αλληλοδιδακτικό Σχολείο Αρρένων, Κορασίων, στη Θέση «Σταυρός».
Το 1881 ο δήμαρχος Σπύρος Καραμάνος ίδρυσε το εργοστάσιο χειροτεχνίας – κοπτικής ραπτικής - κεντήματος όπου πολλές νέες μάθαιναν την τέχνη και στη συνέχεια ασχολιόντουσαν επαγγελματικά.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
Οσο αφορά την κοινωνική δραστηριότητα, αυτή άρχισε να εμφανίζεται δειλά –δειλά. Γιατί σαν περιοχή ο Πόρος μπορεί να εξελισσόταν ταχύτατα, αλλά στον τομέα αυτό φαίνεται πως υστερούσε. Κι ας
έφτανε κι εδώ το περιοδικό « Πανδώρα» που εξέδωσε το 1849 ο Νικόλαος Δραγούμης (χρημάτισε γραμματέας της Γ. Εθνοσυνέλευσης Τροιζήνας), μαζί με τον Κ. Παπαρρηγόπουλο και τον Αλεξ. Ραγκαβή, και άλλα έντυπα. Ο Νικόλαος Μάρκου Δραγούμης ήταν ένας από τους πρώτους δημοσιογράφους της περιοχής.
Στα μετέπειτα χρόνια, κυκλοφορούσαν πολλές εφημερίδες που εκδίδονταν στην Αθήνα και τον Πειραιά. Το 1880 κυκλοφορούσαν 55 εφημερίδες και 11 περιοδικά.
Ο ερχομός της 17χρονης Ιταλίδας Αρτσια Τσέκολι – πέθανε τελικά στο Μονοστήρι - και του ζωγράφου πατέρα της Ραφαήλ Τσέκολι το 1843, έφερε κάτι καινούργιο στο νησί, ευρωπαϊκό, αλλά όχι αρκετό για να επηρεάσει.
Οι συχνές επισκέψεις της Βασίλισσας Αμαλίας στον Πόρο από το 1849 και μετά - έμενε στο «Παλατάκι» μέσα στο Προγυμναστήριο -, έδωσε το έναυσμα στις πλούσιες Ποριώτισσες να ακολουθήσουν την εξέλιξη.
Την περίοδο 1866- 1869 η Αικατερίνη Δροσινού , μετέπειτα Ζηλιώτου, μαζί με τον πατέρα της δήμαρχο Ιωάννη Δροσινό, πρόσφεραν πολλά στους Κρήτες πρόσφυγες που έφτασαν στον Πόρο για να αποφύγουν τους Τούρκους, κατά την Κρητική επανάσταση. Μεταξύ άλλων διαμόρφωσε κατάλληλα το ισόγειο του σπιτιού τους για να μπορούν να μείνουν κάποιοι.
Στα 1861 η Ελισσάβετ Καραμάνου, σύζυγος του δημάρχου – γιατρού Σπύρου Καραμάνου, μια δραστήρια Ποριώτισσα δώρισε το κωδωνοστάσιο στον Αγιο Γεώργιο.
Το 1875 οι πιο επιφανείς κυρίες του Πόρου είναι οι σύζυγοι των Ξεν. Σολομωνίδη, Δημ. Παπακυριακού, Ιωαν. Καντιώτη, (συμβολαιογράφων) Θ. Ζερβού, Κ. Κηρύκου, Ιωαν. Παναγιώτου, Ι. Κεχαγιά, Αθ. Σαραβάνου, Ζ. Κρητικού, Βασ. Πασχάλη, Σπ. Φράγκου, Ιω. Καραδήμα, Δ. Φάρσα, Ιω. Δουζίνα, Αθ. Κασιμάτη, Ι. Βασιλείου, Γ. Κιζάνη, Γ. Μαντόπουλου, Π. Κοντογιαννόπουλου, Γ. Νικολάου, Σπ. Χρυσανθόπουλου, Κων. Χρυσανθόπουλου,Μιχαήλ,Τομπάζη, Σαχτούρη, Σαχίνη, Δεϊμέζη και άλλες.
Πολύ αργότερα, το 1893, ο ερχομός της διηγηματογράφου Ιουλίας Δραγούμη και η κατασκευή της βίλας της «ΓΑΛΗΝΗ», άνοιξε νέους ορίζοντες για τις Ποριώτισσες. Γιατί πολλές πλούσιες και επώνυμες ερχόντουσαν στον Πόρο, και επαφές τους με την τοπική κοινωνία άνοιγαν νέους δρόμους.
Στα 1900 ο Πόρος ήταν τόπος παραθερισμού για πάμπολλους επώνυμους Αθηναίους – Κωστής Παλαμάς, Ιωαν. Καμπούρογλους και άλλοι – γεγονός που συνέβαλε στην εξέλιξη, και φυσικά στην εξέλιξη της Ποριώτισσας.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ
Αρχισε κι ο Πόρος να αποκτά την αριστοκρατία του και φυσικά πρώτες οι γυναίκες, που λόγω της κοντινής απόστασης με την πρωτεύουσα, είχαν την ευχέρεια να ψωνίζουν όλα τα μοντέρνα είδη.
Οι Ποριώτισσες αρχικά ντυνόντουσαν με φορεσιές περισσότερο ηπειρωτικής χώρας, παρά νησιώτικες όπως δείχνουν γκραβούρες του 1834 του Γερμανού αρχαιολόγου ζωγράφου Οθωνος Στάλκεμπεργκ, και ενδυμασίες της Βορείου Ηπείρου, ενδυμασία των λεγομένων Αρβανιτών.
Στάκκελμπεργκ. Φορεσιά Πόρου –και Υδρας- κατ άλλη εκδοχή.
Αυτές διατηρήθηκαν και μετά τον ερχομό του Καποδίστρια 1828, αντίθετα από τους άνδρες που άρχισαν όλο και πιο πολλοί να φορούν ευρωπαϊκές ενδυμασίες.
Όμως στα 1900 πια άνδρες και γυναίκες ντύνονταν σε ευρωπαϊκό στυλ.
Βέβαια αυτή δεν ήταν η συνολική εικόνα, αλλά η εικόνα της εξελιγμένης κοινωνίας του Πόρου, αφού και σήμερα (2004) παρατηρούμε διαφορετικό ντύσιμο από περιοχή σε περιοχή της Τροιζηνίας. Πολλές ηλικιωμένες γυναίκες διατηρούν τις πατροπαράδοτες φορεσιές ελαφρά διαφοροποιημένες, ενώ δε λείπει το τσεμπέρι.
Στα 1935 μια άλλη εικόνα ιδιαίτερα την ώρα που ερχόταν το πλοίο.
Μπορεί να παρατηρήσει κανείς και γυναίκες με κοντά φορέματα.
Μέχρι το 1935, πάρα πολλές γυναίκες κυκλοφορούσαν με φορέματα ως το χώμα. Ως τότε οι γυναίκες δεν κυκλοφορούσαν στον παραλιακό δρόμο, ούτε μόνες, ούτε με άλλες, εκτός αν συνοδεύονταν από άνδρα. Μόνες πήγαιναν.... μόνο σε …κηδεία.
Και φυσικά ούτε τα κορίτσια, μόνο που έπαιρναν μέρος σε διάφορες εθιμικές εκδηλώσεις, όπως ήταν ο Κλήδονας, οι απόκριες και άλλες.
Οι νοικοκυρές μαζευόντουσαν και κουτσομπόλευαν στις δημοτικές βρύσες απ όπου έπαιρναν νερό και οι οποίες λειτουργούσαν ως το 1952 περίπου, ώσπου τελικά εξαφανίστηκαν γιατί λίγο πριν το 1940 άρχισαν να τοποθετούνται υδραυλικές εγκαταστάσεις στα σπίτια.
Στη δεκαετία του 1920-1930 και μετά την αφρόκρεμα της γυναικείας κοινωνίας του Πόρου αποτελούν οι κυρίες Χρ. Χρυσανθόπουλου, Πέτρου Βέτα, Πέτρου Βουρδαχά, Ιωαν. Μέλου, Εμ. Μουτζουβή, Ε. Παπαδόπουλου, Σ. Παπανδρεάδη, Δημ. Σιξέρη, Ιωάννη Αντωνιάδη, Ευάγγελου Κανελλόπουλου, Χαρ. Γρώμαν, Σ. Κακουράτου, Αναρ. Μαρίνου, Δαμ. Μωρόπουλου, Ιωαν. Σακελλαρίου, Ι. Τομπάζη, Αλεξ. Μπέτση, Κων. Νικολαϊδη, Ν. Βασιλείου, Δ. Δεληγιαννόπουλου, Ευαγ. Καλλίνικου. Δημ. Γρίβα, Ευαγ. Μιζόπουλου, Σ. Χρυσανθόπουλου, Αλεξ. Κακουράτου, Φερδινάνδου Καμπιώτη, Αντωνίου Βιρβίλη, Ι. Αντωνιάδη, Δημ. Καλλίνικου, Αχ. Παπαντωνίου Ν. Λάμψα, Μ. Λεμονή, Κ.Νικολαϊδης, Γεωργ. Παπαγεωργίου, Ηλίας Λυγκούρη, Κ. Καράτση, Α. Καρτσακλίδη, Γ. Μανιάτη, Α. Παγώνη, Αθηνά Ρίζου, Μ. Σουλιώτη, Ε. Θεοδωρόπουλου, Διον. Κουντουρέα, Π. Κουντουρέα, Γ. Μανιάτη, Σ. Μανιάτη, Ευαγ. Μαντόπουλου,Ροίδη, Στ. Σαχτούρη, Σπ. Ρεβεζίκα Μιχα Κυπριωτάκη και πολλές άλλες.
Οι Ποριώτισσες στη δεκαετία του 1930 φορούσαν πολύ το καπέλο, ιδιαίτερα οι πλούσιες που έμεναν γύρω από τον Αη Γιώργη, το «Κολωνάκι» του Πόρου. Γι αυτό κι έκανε χρυσές δουλειές η καπελού η Δέσποινα, που είχε το εργαστήριό της εκεί κοντά.
Για τις Ποριώτισσες του 1920-1930 δείτε και εδώ.
Μετά το 1940, οι μοδίστρες είχαν πολύ δουλειά στον Πόρο - η καλύτερη ήταν η Τασία Πρασίδου, Μικρασιάτισσα, πέθανε όμως νέα.
Στα 1950, οι Ποριώτισσες της άρχουσας τάξης συναγωνίζονταν ποια θα ράψει το ωραιότερο φόρεμα, στην Αθήνα κυρίως, για να εμφανιστούν στις διάφορες χοροεσπερίδες που γίνονταν στον Πόρο, οι περισσότερες και οι επίσημες, σε αίθουσα του Προγυμναστηρίου.
Την εποχή αυτή τη γυναικεία ελίτ του Πόρου αποτελούν οι κυρίες Φρόσω Βέττα, Τυροπούλου, Π. Παπαοικονόμου, Γ. Παπαγεωργίου, Βασ. Καρρά, Σπ. Παρθενίου, Κυρ. Μάνεση, Σπ. Δουζίνα, Σπ. Ρεβεζίκα, Μιχ. Κυπριωτάκη, Δημ. Γρίβα και πολλές άλλες.
ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Από πολύ παλιά πολλές από τις γυναίκες του Πόρου ασχολιόντουσαν και με τις γεωργικές εργασίες. Κι όσο περνούσαν τα χρόνια όλο και περισσότερο. Στα 1910 μια ηλικιωμένη Ποριώτισσα η Σοφία Κοτζιά, η Θεια Δημήτραινα, καλλιεργούσε στο Καραπολίτι βαμβάκι. Μ αυτό ύφαινε διάφορα είδη και τα πουλούσε.
Το γνέσιμο και το μάζεμα της ελιάς
Αλλά οι Ποριώτισσες έκαναν ότι επάγγελμα μπορούσαν ακόμη και στα δύσκολα χρόνια.
Μια ξεχωριστή περίπτωση ήταν εκείνη της Αγγελίνας Καρντέλη που το 1850 πωλούσε έπιπλα στα γύρω νησιά τον Πειραιά και την Αθήνα. Τότε ήταν ντροπή να ασχολείται η γυναίκα με τέτοιες δραστηριότητες. Δείτε εδώ Η Αγγελίνα Καρντέλη.
Ως το 1902, που ο Ρωσικός Ναύσταθμος παραχωρήθηκε στο Ελληνικό δημόσιο, φύλακάς του ήταν η χήρα του Παναγιώτη Σολωνίτη- πληρωνόταν από τη Ρωσική Πρεσβεία.
Παρ ότι οι οικονομικές και εμπορικές δραστηριότητες ήταν καθαρά ανδρική υπόθεση στη δεκαετία του 1930, η Αθηνά Ρίζου λειτούργησε ξενοδοχείο στον Πόρο.
Από κει και μετά οι Ποριώτισσες άρχισαν να ξανοίγονται και σε άλλες δουλειές.
Στα 1938 η γνωστή θεραπεύτρια Φρόσω Λεμπέση που καταγόταν από τον Πόρο πρόσφερε τις υπηρεσίες της με ιαματικά λουτρά στα Μέθανα.
Την ίδια εποχή ζούσε και η Ελένη η μπεκρού. Το 1938 εφημέριος στον Αη Γιώργη του Πόρου ήταν ο παπα-Γιώργης ο Καμαριώτης, που τέλεσε έναν επεισοδιακό γάμο της Ελένης της μπεκρούς με το γιγαντόσωμο Νίκο Γώγο, εργάτη στο λιμάνι του Πόρου. (βλέπε βιβλίο « Οι Ποριώτες στο νησί τους» σελ 255).
Το 1940- 1944 κατά τη διάρκεια της Κατοχής πολλές Ποριώτισσες επιτάσσονταν από τους Γερμανούς για διάφορες δουλειές.
Το 1950 δυο γυναίκες από το Γαλατά οι Παναγιώτα Καφίρα και η Ντίνα Σαραντοπούλου φορτωμένες με ένα τσίγκινο κάδο γυρνούσαν στις γειτονιές του Πόρου και πουλούσαν γάλα.
Κατωτέρω Ποριώτισσες σε διάφορες εποχές, από τη Συλλογή του Συλλόγου "Ποριώτισσα":
1930 1936
Οποιος έχει στοιχεία για ημερομηνίες και πρόσωπα ας μας τα στείλει.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ
Από το βιβλίο "ΠΟΡΟΣ τ' ωραίο νησάκι νάτο"
Πολύ πριν από το 1821, και μέχρι το 1920, οι κοπέλες του Πόρου παντρεύονταν αυτόν που διάλεγε ο πατέρας τους. Κατά ένα μέρος, αυτό ίσχυε και για τους άντρες. Κι αυτό, ως τότε, ήταν απόλυτο. Οι γάμοι γίνονταν ύστερα από συμφωνία των γονιών τους, ή μετά από προξενιά. Βέβαια υπήρχαν και ορισμένες εξαιρέσεις, αλλά εθεωρείτο ντροπή να αγαπήσει η κοπέλα κάποιον και να τον παντρευτεί. Ωστόσο δεν έλειπαν και οι έρωτες, αλλά δεν φανερώνονταν, επιδιώκονταν κάποια προξενιά, για κάλυψη, και αν συνέφερε τους γονείς, τότε γινόταν ο γάμος. Σε πολλές περιπτώσεις, ιδιαίτερα πλουσίων, αυτά ίσχυσαν μέχρι το 1950. Από κει και μετά «σαν ήθελε η νύφη κι ο γαμπρός τύφλα νάχει ο πεθερός».
Γάμος της δεκαετίας 1910-1920. Νεόνυμφοι του 1940
Εκείνο που ήταν κοινό, ήταν το θέμα της αγνότητας της κοπέλας. Γι αυτό και σε ποριώτικο προικοσύμφωνο του 1780, μετά την αναφορά της προίκας που δίνουν στο γαμπρό, επισημαίνεται:
( Του δίνουμε την ευκή μας, και την κόρη μας με όλα της εντάξει).
Απαράβατο έθιμο για πολλά χρόνια, και στον Πόρο, ήταν το έθιμο της επίδειξης του ματωμένου σεντονιού, ή του εσωρούχου της νύφης – που για την περίπτωση αυτή ήταν ανοιχτό στα σκέλη- μετά την πρώτη νύχτα του γάμου. Αυτό αποδείκνυε την αγνότητά της και δεν τάπλενε ποτέ. Τάχε πάντα σαν απόδειξη. Βέβαια μπορεί να μην εκτίθετο σε κοινή θέα, αλλά η πεθερά είχε υποχρέωση ή καλύτερα δικαίωμα να τα δει και να διαπιστώσει. Και ουέ και αλίμονο, αν ή νύφη δεν ήταν αγνή. Την διαπόμπευαν σαν πόρνη και την έδιωχναν. Και υπήρξαν τέτοιες περιπτώσεις. Αλλά υπήρξε και το αντίθετο. Τόκρυψαν, αλλά έδωσαν στο γαμπρό μεγαλύτερη προίκα, το «πανοπροίκι».
== Στα 1975 μια νιόπαντρη στον Πόρο, μούδειξε ένα τέτοιο εσώρουχο, που φυσικά δεν τόχε φορέσει, έστω κι αν της τόδωσε η μάνα της για την πρώτη νύχτα του γάμου. Το φύλαγε για ενθύμιο. Εμένα μου τόδειξε για να δω πως ήταν. Αυτά τα εσώρουχα, εκμοντερνισμένα, χρησιμοποιούνται και σήμερα για «έκτακτες ανάγκες» και λέγονται «κιλότες αυτοκινήτου».
ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΜΗ ΣΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ
Για πάρα πολλά χρόνια κυρίαρχο ρόλο έπαιζε η μαμή, αν και από το 1822 υπήρχαν γιατροί στον Πόρο, όπως ο Χρονίας Δροσινός που μετά έγινε αρχίατρος στο ναύσταθμο, οι φιλέλληνες Ροθλάουφ και Ανδρέας Γκος, ο Πέτρος Ηπίτης, ο Ιωάννης Δροσινός 1866. Υπάρχουν στοιχεία ότι στα 1875 ο Πόρος είχε 4 γιατρούς, μεταξύ των οποίων και ο Καραμάνος. Στα 1930 οδοντίατρος στον Πόρο ήταν και η δεσποινίς Καρρά.
ΠΟΡΙΩΤΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Από τις 9-7- 1929 - για τις δημοτικές - και το 1952, για τις βουλευτικές εκλογές, που άρχισαν να ψηφίζουν και οι γυναίκες, στα διάφορα πλουσιόσπιτα του Πόρου, γίνονταν συγκεντρώσεις των γυναικών, υπέρ των διαφόρων υποψηφίων.
Από την 1-8-35 μπορούσαν και οι ίδιες να εκλέγονται δημοτικές σύμβουλοι Πόρου.
Οι δε υποψήφιοι δήμαρχοι , γύρω στα 1955, συνήθιζαν τις περατζάδες στην παραλία, ακολουθούμενοι από τους οπαδούς τους. Στην προεκλογική αυτή εκστρατεία έπαιρναν μέρος και οι γυναίκες.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΚΥΡΙΕΣ
Πιο διευκρινιστικά να αναφέρουμε ότι οι πρώτες κυρίες του Πόρου (σύζυγοι προκρίτων, διοικητών, προέδρων, δημάρχων) από το 1825 ως σήμερα ήταν οι κυρίες:
1825 Νικ. Γκίκα, 1829 Κωνσταντίνου Αξιώτη, 1853 Β. Γ. Κριεζή, 25-5 1856 Γεωργίου Νικολού, 1864-1865 Α. Λογοθέτη, 1867 Κ. Λ. Δουζίνα, 1867-1868 Ιωάννη Δροσινού, 1869 Θ. Οικονόμου, 1871-1873 Δ. Κ. Οικονομόπουλου, 1877-1878 Θ Οικονόμου, 1878-1887 Σπυρ. Δ. Καραμάνου, 1898-1903 Γεωργίου Κορυζή, 1903-1907 Β. Ζαχαριάδη, 1907-1914 Σ. Μετζελόπουλου 1914-1919 Χ. Χρυσανθόπουλου, 1919-1920 Δ. Συξέρη 1920-1921 Χ. Χρυσανθόπουλου, 1921 Ευάγγελου Μαντόπουλου, 1922-1929 Πέτρου Βέττα, 1929-1933 Α. Παπανδρεάδη, 1933-1934 Αν. Φράγκου, 1934-1935 Αχ. Παπαντωνίου, 1936-1940 Ευάγγελου Μαντόπουλου, 1940-1942 Ι. Αντωνιάδη, 1942-1943 Αχ. Παπαντωνίου, 1943 Γ. Κωστελλένου, 1944 Αθ. Παντελάκη, 1945-1946 Νικ. Π. Σαμπάνη, 1946 Κ. Δημητρίου, 1946-1948 Ευαγ. Μαντόπουλου, 1948-1950 Χρ. Συξέρη, 1950-1951 Α. Δημόπουλου, 1951-1953 Χρ. Συξέρη, 1953-1960 Ιωάννη Χατζηλουκά,1961-1963 Ανδρέα Βέττα, 1963-1964 Λεωνίδα Δωρή, 1964-1967 Παν. Αρ. Σαμπάνη, 1967-1973 Χρήστου Μανιάτη , 1973-1974 Χρ. Κουλαρμάνη, 1975-1990 Στέλιου Σολωμονίδη, 1990 Σπύρου Σπυρίδων.