Η Κλεοπάτρα σε Πειραιά και Αθήνα
Διάσημες Αθηναίες ξεκινούν από τον Πειραιά
1748, η Αθήνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
1828, η Αθήνα ήταν φρικτή από πάσης απόψεως
Η επικοινωνία με την Αθήνα γίνεται με άλογα
Ερωτικά χτυποκάρδια μεταξύ Αθήνας και Πειραιά
Η μοδίστρα της Παπανδρέου και ο φούρναρης
Λίγο πριν από την Επανάσταση του'21 η Αθήνα έμοιαζε ένα ήσυχο χωριό, τριγυρισμένο με τείχη, στο οποίο όπως φαινόταν, 'Έλληνες και Τούρκοι ζούσαν ειρηνικά.
Η δόξα της αρχαίας πόλης έφερνε κοντά στον Παρθενώνα τους 'Ελληνολάτρες για να την υμνήσουν - όπως ο Σατωμπριάν, ο λόρδος Μπάυρον, ο λόρδος Γκίλφoρντ, ο Πουκεβίλ και άλλοι.
Τότε την 'Αθήνα την διοικούσαν δύο Βοεβόδες του Σουλτάνου, αλλά οι 'Αθηναίοι είχαν τη δημογεροντία τους. Το 1821 - είχαν κλείσει 363 χρόνια τούρκικης κατoχής- δημογέροντες ήταν ο Παλαιολόγος 'Αλεξάνδρου Μπενιζέλος και ι Άγγελος Σωτηριανού Γέροντας.
Είπα προηγουμένως ότι Τούρκοι και 'Ελληνες διαβιούσαν εδώ ειρηνικά. Κι αυτό γιατί ήταν η βιτρίνα που έβλεπαν περισσότερο οι ξένοι επισκέπτες. 'Επρεπε να σχηματίζουν καλή γνώμη για την κατάσταση που επικρατούσε.
Παρ' όλα αυτά ή κοινωνική συγκρότηση των 'Αθηναίων ήταν ιδιότυπη. Το αρχοντολόι από το οποίο προέρχονταν οι δημογέροντες και οι αστοί κρατούσαν σε απόσταση τους υπόλοιπους. Οι κοινωνικές αυτές διαφορές εξαφανίστηκαν μετά την Επανάσταση.
Τα πρώτα μηνύματα για τα επαναστατικά γεγονότα είχαν φτάσει στην 'Αττική, κι άρχισαν να σχηματίζονται οι πρώτες ομάδες από χωρικούς με αρχέγονα όπλα.
Ενώ η Επανάσταση είχε κηρυχθεί στην Αγια Λαύρα, οι Αθηναίοι προύχοντες κλείστηκαν από τους Τούρκους στην Ακρόπολη, σαν όμηροι και το Πάσχα εκείνης της χρονιάς ήταν μια ματωμένη εβδομάδα παθών.
Οι Αθηναίοι επαναστάτησαν στις 25 'Απριλίου 1821. Η τειχισμένη πόλη κατεχόταν από τους Μουσουλμάνους. Οι 'Ελληνες επαναστάτες πήδηξαν στην Κάτω πόλη, από την πύλη της Μπουμπουνίστρας, δηλαδή από τη θέση των Παλαιών 'Ανακτόρων κα του 'Εθνικού Κήπου.
Τότε οι Μουσουλμάνοι αποσύρθηκαν στην 'Ακρόπολη, οι δε Μουσουλμανίδες που θεωρούσαν τους εαυτούς τους 'Αθηναίες (!) τραγουδούσαν σε ελληνική γλώσσα: ( Το γράφω με την ορθογραφία που διασώθηκε):
Κακόμοιρες οι Αθηνιαίς
η καλομαθημένες,
τραβούσιν το χερόμυλον
και κλαίουν η καϋμένες.
Αφήκαν βρύσες με νερά
δέντρα με πορτογάλλια
κι εμπήκαν στο Ρημόκαστρο
να τρώγουν τα λιθάρια.
Τάχα να ζήσω και να ιδώ
τα πράσινα μπαϊράκια,
νάρθουν να πολεμήσουνε
να βγάλουν τα φαρμάκια.
Βρε Ινσαλλάχ ελπίζομε
ναλθούνε οι πασάδες
και να κτυπήσουν τα σπαθιά,
να κόψουν τους ραγιάδες.
'Από το τελευταίο, όμως, τετράστιχο φαίνεται πόσο 'Αθηναίες ήταν, αφού ήθελαν νάρθουν οι πασάδες να κόψουν τα κεφάλια των άλλων.
Δημητσανίτης γιατρός ο πρώτος Δήμαρχος
Μια που βρισκόμαστε στον Ιούνιο, ας θυμηθούμε ένα γεγονός, Ιστορικής σημασίας που συνέβη πριν από 167 χρόνια: Την ανάληψη των καθηκόντων του Πρώτου Δημάρχου της 'Αθήνας, του 'Ανάργυρου Πετράκη.
Μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου της 3 Φεβρουαρίου 1830, με το οποίο αναγνωριζόταν ή ανεξαρτησία της' Ελλάδος οι 'Αθηναίοι άρχισαν να επιστρέφουν στην πόλη τους.
Στα 1834, η 'Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους. Μετά από πολλές δημογεροντίες και αφού συστήθηκε ο Δήμος 'Αθηναίων το Μάρτιο του 1835 έγιναν οι πρώτες δημοτικές εκλογές. Με το σύστημα που ίσχυε εκλέχτηκαν με καθολική ψηφοφορία 18 Δημοτικοί Σύμβουλοι μεταξύ των οποίων τρεις για το αξίωμα του δημάρχου.
'Από τους τρεις αυτούς ο 'Οθων διόρισε τον ένα Δήμαρχο: Τον 'Avάργυρo Πετράκη, που ανέλαβε τα καθήκοντά του το Μάϊο του 1835. Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου εξελέγη ο Δημ. Καλλιφρονάς.
Μα ας κάνουμε μια παρένθεση.
Η οικογένεια Πετράκη καταγόταν από τη Δημητσάνα. Στα μέσα του 17ου αιώνα εγκαταστάθηκε στην 'Αθήνα, για ν' αποφύγει το Σερντάρ 'Αγά. Οι περισσότεροι άνδρες της οικογένειας έγιναν παπάδες και καλόγεροι. Αυτοί έχτισαν και τη γνωστή μονή Πετράκη στ' όνομα των 'Ασωμάτων Ταξιαρχών.
Μόνο ο 'Ανάργυρος Πετράκης που τους χρόνους της Επαναστάσεως σπούδασε γιατρός, δεν θέλησε να πάρει το μοναχικό σχήμα. 'Αναμίχθηκε στην πολιτική και το 1822 διορίστηκε δημογέροντας από τον 'Οδυσσέα 'Ανδρούτσο. Το 1835 διορίστηκε δήμαρχος των 'Αθηνών, όπως είπαμε.
Η πρώτη δημοτική αρχή παρέλαβε μια πόλη σε φοβερή κατάσταση. Το Ταμείο του Δήμου ήταν τελείως αδειανό. Παρ' όλα αυτά, ο πρώτος αυτός δήμαρχος πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στον τόπο τoυ.
Πούλησε τρία σπίτια και έδωσε τα χρήματα στο Δήμο. Έχτισε το πρώτο δημοτικό σχολείο στην Πλάκα, δημιούργησε «Δημοτική φρουρά» για την ασφάλεια της πόλης, την καθάρισε από τα σκουπίδια, ίδρυσε βιβλιοθήκη και δύο λαϊκά ιατρεία για τους απόρους.
Σε σχέση με την κατάσταση που βρήκε, πέτυχε πολλά, μέσα στην διετή δημαρχεία του.
Οταν τα κορίτσια δεν ξεμύτιζαν από το σπίτι
'Ακόμα και σήμερα υπάρχουν στην 'Αθήνα κοπέλες που διαμαρτύρονται για τον περιορισμό που τους έχουν οι γονείς τους. Δεν τους επιτρέπουν, δηλαδή, να κάνουν τη ζωή τους όπως αυτές θέλουν η όπως παρακινούνται από τις πι προοδευτικές φίλες τους.
'Αν είναι βέβαια δυνατό να μιλήσει κάποια για περιoρισμούς στη σημερινή εποχή, που έχει απόλυτη ελευθερία, εκ των πραγμάτων, αφού ζει, κινείται, εργάζεται, σχεδόν όλη την ημέρα έξω από το σπίτι.
'Ετσι με σιγουριά μπορούμε να πούμε ότι οι διαμαρτυρίες δεν αφορούν στις ώρες της ημέρας αλλά σε μερικές και μόνο ώρες της νύχτας αφού ένα μέρος κι απ' αυτές βρίσκει τις κοπελιές στο δρόμο.
Εδώ θα αναφερθούμε στην 'Αθηναία των πρώτων χρόνων της απελευθέρωσης, της 'Οθωνικής εποχής ας πούμε.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η γυναίκα απολάμβανε μεταξύ των 'Ελλήνων ανδρών ιδιαίτερης εκτίμησης. Βέβαια οι ασχολίες της περιορίζονταν σε οικιακά έργα. ΄Ηταν ο σύντροφος της ζωής του αφέντη, του αρχηγού δηλαδή της οικογένειας και ονομαζόταν «κιουρά». Ηταν εγκατεστημένη μόνιμα στην κατοικία και σπάνια έβγαινε από αυτή.
Η κόρη της οικογένειας ζούσε αθέατη μέσα στο σπίτι, σαν σε θερμοκήπιο, και της έφτανε να παρατηρεί κάπου-κάπου, μέσα από τα σιδερόφρακτα παράθυρα τους νέους που περνούσαν. Η μεγάλη αυτή προφύλαξη περιγράφεται και στο δημώδες δίστιχο:
Δώδεκα χρονώ
κι ο ήλιος δεν την είδε………
'Ακόμα κι η φράση «δεν βγήκε στον κόσμοι» κυριολεκτούσε.
'Ιδεώδης τύπος της 'Αθηναίας κοπέλας ήταν η ξανθομαλλούσα, μαυρομάτα και φεγγαροπρόσωπη, δηλαδή στρογγυλοπρόσωπη.
Η κοπέλα, σ' οποιαδήποτε οικογένεια και αν ανήκε, έπρεπε να μάθει να ζυμώνει.
Το πρώτο ζύμωμα γινόταν στα 12 χρόνια της και με πανηγυρικό τρόπο.
Μαζεύονταν στο σπίτι οι συγγενείς και άλειφαν τα χέρια της με μέλι και λάδι για να κάνει το ψωμί γλυκό και νόστιμο.
Μαζί με το ζύμωμα, η κόρη μάθαινε να κεντάει , να υφαίνει και να ράβει για να κατασκευάσει τα «προικιά» της. Σ' αυτό τη βοηθούσε ειδική τεχνίτρα ή «μαϊστρα» που τη δίδασκε από τα δώδεκα χρόνια της.
Η κοπέλα έπρεπε να μάθει καλά τον αργαλειό, γιατί αλλιώς της τραγουδούσαν το σατιρικό δίστιχο:
Σαν δεν ήξερες να φάνεις
τα μασούρια τι τα βάνεις;
Η οικογενειακή ζωή της νεαρής 'Αθηναίας ήταν πολύ αυστηρή. Ομως ήταν γεμάτη τρυφερότητα, πράγμα που λείπει σήμερα. Η ζωή αυτή απέκλειε τις συναναστροφές με νέους. Γι' αυτό και τα πρώτα χρόνια της 'Ελεύθερης 'Ελλάδας, ο έρωτας αναπτυσσόταν σε άτομα λαϊκών τάξεων κυρίως.
Η αριστοκρατία της εποχής τον είχε κλειδωμένο στο σεντούκι. Εκτός ορισμένων περιπτώσεων Ο γάμος της κοπέλας εξαρτιόταν από την επιθυμία των γονιών της.
Η άρνηση της κόρης να δεχτεί την απόφασή τους, αποτελούσε σοβαρό αμάρτημα, που ούτε η Θρησκεία, ούτε η κοινωνία το συγχωρούσαν.
Βέβαια, μ' αυτό δε θέλω να πω ότι η 'Αθηναία κοπελιά ήταν κλεισμένη σε μπουντρούμι.
Αντίθετα, ότι ήταν κορίτσι του σπιτιού και μόνο με τούς δικούς της πήγαινε οπουδήποτε.
Η «κόρη των Αθηνών» και ο Λόρδος Βύρων
Το ρομαντικό ειδύλλιο του Λόρδου Βύρωνα
Στην περιοχή του Ψειρή γράφτηκε στα 1809 μια πολύ τρυφερή ιστορία αγάπης.
Το ρομαντικό ειδύλλιο ανάμεσα στον διάσημο ποιητή και φιλέλληνα λόρδο Βύρωνα και τη μικρή κόρη του Προκοπίου Μακρή, προξένου τής 'Αγγλίας, τη Θηρεσία Μακρή.
Λίγο πιο πέρα από την πλατεία 'Ηρώων, την πλατεία Ψειρή, στην Οδό 'Αγυιάς, σήμερα 'Αγ. Θέκλας, βρισκόταν το σπίτι του Μακρή. Στην πραγματικότητα ήταν δύο κατοικίες που χωρίζονταν με μεσότοιχο, αλλά επικοινωνούσαν μεταξύ τους.
Τότε, που τα σπίτια ήταν λίγα στην Αθήνα, στη μια από τις δυο κατοικίες εφιλοξενούντο ξένοι περιηγητές για λίγες ημέρες.
'Ανάμεσα στους φιλοξενούμενους ήταν ο Λόρδος Βύρων και ο φίλος του Χόμπχαουζ.
Όταν ο Βύρων, στα τέλη του Δεκέμβρη του 1809, είδε την δωδεκάχρονη Θηρεσία ή Τερέζα Μακρή (είχε γεννηθεί το 1791) κεραυνοβολήθηκε. Ενοιωσε μεγάλο θαυμασμό και είπε στο φίλο του:
- Κοίτα, Ρόμπερτ, μία από τις Καρυάτιδες ζωντάνεψε!
Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο ο έρωτας του Βύρωνα για την μικρή σπιτονοικοκυρά του μεγάλωνε.
Ο φίλος του Ρόμπερτ, του συνέστησε να φύγουν το γρηγορότερο.
Όμως ο Βύρων ήθελε να την παντρευτεί. Μα φοβόταν μήπως η δωδεκάχρονη κόρη δεν καταλάβαινε τον έρωτά του.
Ετσι αποφάσισε να μιλήσει στη μητέρα της.
Βέβαια, και η μικρή Θηρεσία, όταν αντάμωσε το βλέμμα του, ένοιωσε την καρδιά της να φτερουγίζει. Μα απέκλεισε μέσα της οτιδήποτε, αφού ο Βύρων είχε τέτοια καταγωγή.
Μια μέρα, όμως, που βρέθηκαν οι δυο τους στο χαγιάτι του σπιτιού, ο ευγενής φιλέλληνας της έπιασε το χέρι. Η νέα το τράβηξε και του είπε στα Γαλλικά:
- Είμαι ορφανή κοπέλα και δεν έχω δικαίωμα να μιλάω με άνδρες…..
Τότε ο Λόρδος γονάτισε μπροστά της και της φίλησε τα κρινοδάχτυλα των χεριών της.
- Ζωή μου, σ' αγαπώ, της είπε με αληθινό πάθος. Πες μου, θέλεις να γίνεις γυναίκα μου;
Πλημμυρισμένη από ευτυχία η Θηρεσία του είπε:
- Φοβάμαι, Νοέλ..
Φοβόταν πως η αγάπη, η μεγάλη αυτή αγάπη, θα περνούσε σύντομα.
- Ταξίδεψε, συνέχισε κι αν η αγάπη σου μείνει ζωντανή, τότε έλα πάλι.
Τρελός από ευτυχία ο Βύρων έγραψε το γνωστό ποίημα για την κόρη των 'Αθηνών, που κάθε στροφή του τελειώνει με το «ζωή μου, σ' αγαπώ».
Όταν, όμως, επρόκειτο να φύγει, η Θηρεσία του υπενθύμισε ότι ένας ποιητής πρέπει να μένει ελεύθερος.
Ο ποιητής έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι και δεν ξαναγύρισε.
Λίγο αργότερα η Θηρεσία έκλαψε το θάνατό του.
Στα 1829 παντρεύτηκε τον πρόξενο της 'Αγγλίας στο Μεσολόγγι, γνωστό Φιλέλληνα Ιάκωβο Μπλακ, και από κει και πέρα έζησε στην 'Αγγλία, αφήνοντας πίσω της την πλατεία του Ψειρή.
Όταν πέθανε, στα 1876, οι «κουτσαβάκηδες» ήταν στις δόξες τους γύρω από το πατρικό της σπίτι.
Ιστορική διαφορά 200 χρόνων και βάλε. Ανω ο Ιλισός, Βατραχονήσι, γύρω στο 1800, με
τις στήλες του Ολυμπίου Διος, και σήμερα 2012. Στην εποχή της ρομαντικής Αθήνας στις
όχθες του Ιλισού υπήρχαν κεντράκια με μουσική.
Η πλατεία Συντάγματος είναι δεν είναι εκατόν εβδομήντα χρόνων. Δηλαδή είναι νέα σε σχέση με την παλιά 'Αθήνα.
Πριν από τον 'Οθωνα δεν υπήρχε. Η μέχρι τότε 'Αθήνα τελείωνε λίγο πιο νότια από το χώρο της σημερινής πλατείας και κει ακριβώς βρισκόταν η Κάτω Πύλη της παλιάς πόλης, η πύλη τής μπουμπουνίστρας. Δημιουργήθηκε μετά την ανέγερση των παλαιών ανακτόρων -της σημερινής Βουλής.
Ως το Σεπτέμβριο του 1843 ονομαζόταν Πλατεία Ανακτόρων. Από την μεταπολίτευση, όμως, και μετά, οπότε ή χώρα απόκτησε το πρώτο της Σύνταγμα, ονομάστηκε Πλατεία Συντάγματος.
Σ' αυτό το χώρο που κινδύνεψε ο 'Οθωνας και αναγκάστηκε να υπογράψει το πρώτο Σύνταγμα των 'Ελλήνων, κινδύνεψε κάποια μέρα και η 'Αμαλία, ενώ γύριζε από τον περίπατό της στον Ελαιώνα.
Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1861 ο Δόσιος, κρυμμένος πίσω από το παλιό κτίριο του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία», την πυροβόλησε χωρίς επιτυχία.
Το ξενοδοχείο αυτό δεν ήταν πάντα όπως είναι σήμερα. Χτίστηκε το Ι842, στον ίδιο χώρο, από τον Αντώνιο Δημητρίου, σε σχέδια του μεγάλου αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν. Ένα κτίριο με δυο κατοικίες (Δημητρίου-Λημνού), γραφεία στο ισόγειο και κοινόχρηστους χώρους.
Για αρκετά χρόνια ( 1856-1873) χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Τελικά το 1874 έγινε ξενοδοχείο.
Το Ι843 το Μνημείο 'Αγνώστου Στρατιώτη δεν είχε γίνει ακόμη κι όλος ο χώρος είχε τη μορφή ενός πλούσιου άλσους.
Η γύρω περιοχή δεν ήταν οικοδομημένη. Από την κεντρική είσοδο του κτιρίου της Βουλής έβλεπε κανείς τον κάμπο του Ρούφ - Ρέντη - Μοσχάτου, με τα αγροτόσπιτα, την θάλασσα, την Σαλαμίνα, την Αίγινα κι όταν η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή, και τα γαλανά ακρογιάλια του Μοριά.
Την εποχή εκείνη, στην αρχή της οδού 'Ερμού, υπήρχε ένας φοίνικας στη μέση. Στη μέση της αποστάσεως Σύνταγμα - Μοναστηράκι βρισκόταν από τότε η εκκλησία «Καπνικαρέα», που το 1836 η 'Οθωνική Κυβέρνηση επεδίωξε να την κατεδαφίσει, γιατί εμπόδιζε την κυκλοφορία. Στη δυτική πλευρά της πλατείας άρχιζε, όπως τώρα, η οδός Σταδίου.
Στην αρχή της Σταδίου, δημιουργήθηκαν αργότερα, από τη μια γωνιά, το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο «'Ελευθερουδάκη» και, από την άλλη, το καφεζαχαροπλαστείο «Ζαχαράτου», που πάνω από 30 χρόνια ήταν ένα από τα κοινωνικά και πολιτικά στέκια της 'Αθήνας. Το έλεγαν μάλιστα τμήμα της Βουλής γιατί σ΄ αυτό πολλές φορές παίχθηκε η τύχη πολιτικών, αλλά και καταστάσεων.
Στο εσωτερικό του είχε δύο αίθουσες. Στην μια κάθονταν οι απόστρατοι αξιωματικοί και στην άλλη οι λόγιοι της εποχής, οι καλλιτέχνες, οι δημοσιογράφοι: Μπορούσε κανείς να διακρίνει τον Γιάννη Γρυπάρη, τον Γιάννη Βλαχογιάννη, τον Πέτρο Κανελλίδη, τον Καλαποθάκη, τον 'Ανδρέα Καρκαβίτσα, τον Κονδυλάκη, τον 'Εμ. Ροΐδη και άλλους.
Το ιδιαίτερο για την πλατεία Συντάγματος είναι οτι εκεί συγκεντρωνόταν κάθε φορά ο Ελληνικός Λαός, σε στιγμές χαράς και ευτυχίας, για να εκφράσει τα αισθήματά του.
Σ' αυτή την πλατεία συγκεντρώθηκε για να επευφημήσει τον εθνάρχη 'Ελευθέριο Βενιζέλο, όταν ήρθε για πρώτη φορά στην 'Ελεύθερη 'Ελλάδα για να αναλάβει την Κυβέρνηση. Κι ακόμη από κει μίλησαν ο Γ. Παπανδρέου τον 'Οκτώβριο 1944 και ο Τσόρτσιλ το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου.
ΥΠΗΡΞΑΝ ΚΑΙ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΕΣ ΖΕΣΤΕΣ
Υπήρξαν εποχές που οι κάτοικοι της πρωτεύουσας ταλαιπωρήθηκαν από την υπερβολική ζέστη του χειμώνα.
Ό χειμώνας του 1835 ήτανε τόσο ζεστός ώστε «ήνθισαν δένδρα και εξηράνθησαν ποταμοί», όπως αναφέρει χρονικό της εποχής. Και δεν πρόκειται για σχήμα λόγου. Τον χειμώνα εκείνου του χρόνου, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η θερμοκρασία κυμάνθηκε ανάμεσα στους 36 και 28 βαθμούς.
Στην Αθήνα του 1835, Γενάρη μήνα, παρουσιάστηκαν περισσότερα από 20 κρούσματα ηλίασης.
Για να σταματήσει το κακό, όπως αναφέρει η «Ιστορία της Εκκλησίας των Αθηνών», γινόντουσαν λιτανείες και προσευχές από τους τρομοκρατημένους κατοίκους. Αντίθετα, το καλοκαίρι εκείνου του χρόνου, ήταν τόσο παγωμένο, που όλοι σχεδόν, ιδίως τα βράδια, φορούσαν παλτά.
Αλλά και το 1844, τον Δεκέμβρη μήνα, έκανε στην ‘Αθήνα τρομερή ζέστη. Τότε το θερμόμετρο ανέβηκε στους 33 βαθμούς. Και το Φλεβάρη του 1845, για μια εβδομάδα, έφθασε στους 34.
Αλλά και η Μαρτιάτικη ζέστη του 1855 ήτανε τρομερή. Μέσα στα μαγαζιά, όπως και στα σπίτια, η ζέστη ήτανε αβάσταχτη. Και ο κόσμος έτρεχε οικογενειακώς στην έξοχή.
Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι ενός ηλιοπαθή ποιητή, που έκανε θερμή έκκληση προς τον ήλιο του αττικού ουρανού.
Εγραφε ο ποιητής:
Μου ξεβιδώνει το μυαλό,
μ’ ανάβει τα καντήλια
και οι πλανήται γύρω μου
γυρίζουν σαν σφοντύλια.
Ό Μάρτης ετρελλάθηκε,
η ζέστη του μας πνίγει
κι οι παρακλήσεις όλων μας
εξ Αθηνών να φύγει.
Φύγε και μην ξανάρχεσαι,
φύγε και μη γυρίσεις,
λίγο χιονάκι στείλε μας
τον τόπο να ελεήσεις.
Ο ΔΑΜΑΛΑΣ, Η ΜΠΕΡΝΑΡ ΚΑΙ Η ΤΕΡΕΖΑ
Η «Εμπορική και Βιομηχανική Ακαδημία»
Λουϊζα, η 17χρονη κοντέσα που πέθανε στη «ράδα»!
ΚΑΡΟΛΙΝΑ: Η πληγωμένη βασίλισσα στην Αθήνα
Ο Πειραιάς, ο Νταβέλης και η Κόμισα Μπανκόλι
ΕΙΡΗΝΗ η νεαρή Αθηναία, δυναμική αυτοκράτειρα
Ενας απέραντος ελαιώνας -ταξίδι από τη Σύρο
η παγκόσμιας φήμης δραματική υψίφωνος
που τελικά έσβησε μέσα στη χλεύη…
Τα τρισέγγονα του πρίγκιπα
Γιουσούπωφ μεγαλώνουν στην Αθήνα
ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΕΛΤΑ : Η ΠΡΟΓΙΑΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝ.ΣΑΜΑΡΑ
C KOUTOUZIS.GR Αναδημοσίευση επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην πηγή www.koutouzis.gr .