ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ
Επιμέλεια-κείμενα: Βασίλης Π. Κουτουζής
ΤΕΡΨΙΘΕΑ
Η πλατεία Τερψιθέας είναι μία από τις μεγάλες πλατείες του Πειραιά, υπολογιζόμενων και των τεσσάρων τμημάτων της, τα οποία χωρίζονται οριζοντίως και καθέτως από τις λεωφόρους II Μεραρχίας και Ηρώων Πολυτεχνείου. Τη συνοικία αυτή την ονόμαζαν και "Περιβολάκια" και ήταν περισσότερο γνωστή με το όνομα αυτό. Την περιοχή Τερψιθέας διασχίζει η λεωφόρος II Μεραρχίας, η οποία ενώνει το Κεντρικό Λιμάνι με τη Ζέα. Η λεωφόρος II Μεραρχίας είναι η μικρότερη απόσταση μεταξύ των δύο λιμανιών.
Από το σημείο αυτό ο Πειραιάς παίρνει το σχήμα μιας μικρής χερσονήσου, η οποία εκτείνεται μέχρι την έξοδο του Κεντρικού λιμανιού και της Φρεατίδας. Και οι άλλοι όμως κάθετοι δρόμοι της λεωφόρου Ηρώων Πολυτεχνείου, δηλαδή η Σκουζέ, η Φιλελλήνων και η Χαρ. Τρικούπη ενώνουν τα δύο λιμάνια.
Στην Τερψιθέα, επί της οδού Καραϊσκου 123 ήταν για χρόνια (1960) το καφεζαχαροπλαστείο του Βαγγέλη Κούλη όπου σύχναζε και η νεολαία της εποχής- όπως και εγώ. Εκεί δίπλα ήταν και τα γραφεία του Συνδέσμου των εν Αθήναις και Πειραιεί Τροιζηνίων, του οποίου διετέλεσα γενικός γραμματέας.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι, τελείως διαφορετική ήταν η σύνθεση της ζωής των κατοίκων του ανατολικού τμήματος της Τερψιθέας από του δυτικού, τα οποία χώριζαν τα ωραία μαρμάρινα σκαλάκια. Καμία επαφή δεν υπήρχε μεταξύ των κατοίκων των δύο τμημάτων, αν και η απόσταση ήταν πολύ μικρή. Το δυτικό τμήμα ήταν το λιμενικό τμήμα, όπου υπήρχε η ονομαστή Τρούμπα. Εκεί, στα διάφορα κέντρα, συναθροίζονταν οι ναυτικοί πρώτης, δεύτερης και τρίτης ακόμα κατηγορίας για την ψυχαγωγία τους ή σύχναζαν στα παραλιακά καφενεία για ανεύρεση εργασίας.
Ούτε ο ναυτεργατικός κόσμος και οι διάφοροι άλλοι τύποι ανέρχονταν προς το επάνω μέρος της οδού II Μεραρχίας, αλλά ούτε και οι κάτοικοι του ανατολικού τομέα κατέρχονταν προς τον δυτικό. Ηταν δύο κόσμοι τελείως διαφορετικοί. Αναγκαία βέβαια ήταν η περιοχή της Τρούμπας και η ζωή της, γιατί εκεί εξυπηρετείτο η ναυτιλία και οι εργαζόμενοι στο λιμάνι.
Ευρήματα που εντοπίστηκαν στην Τερψιθέα κατά τη διάρκεια εκσκαφών για την ανέγερση, το 1981, Δικαστικού Μεγάρου, μαρτυρούν πως υπήρξε και ρωμαϊκή οργανωμένη πόλη στον Πειραιά.
Στον ανατολικό τομέα κατοικούσαν πειραϊκές προσωπικότητες και υπήρχαν ωραίες οικοδομές, οι οποίες στόλιζαν το χώρο.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά την κατοικία του πρόξενου της Δανίας Ζαλοκώστα, η οποία κατόπιν στέγασε το Λύκειο Ζήση Αγραφιώτη-Παλ. Παπαϊωάννου, τις κατοικίες, γύρω από τον κήπο, των εφοπλιστών Ιγγλέση, Βραχνού, Κούτση, Οικονομίδη, Μαρούλη και κατόπιν Αναγνωστόπουλου, Ζάκκα, Μπαρμπαρέσου, Νομικού και άλλων.
Ζέα 1890
Στο τέλος της λεωφόρου προς τη Ζέα ήταν το θαυμάσιο σπίτι του Γ. Στρίγκου, εμποροβιομηχάνου και πρόξενου της Σουηδίας και στην απέναντι πλευρά η κατοικία του μεγάλου ξυλέμπορου του Πειραιά Δημ. Πολυμερόπουλου. Στην Τερψιθέα είχε ανεγερθεί και το μνημείο του Αφανούς Ναύτη, όπου γίνονται οι εθνικές εορτές. Και σήμερα ακόμη η πλατεία Τερψιθέας εκτιμάται και διαφαίνεται ότι υπήρξε μια εκλεκτή συνοικία του Πειραιά. Σήμερα, τις δύο πλευρές του ανατολικού τμήματος της πλατείας (με τους κήπους) κοσμούν τα αγάλματα της ηρωίδας της Κατοχής Ηρώς Κωνσταντοπούλου και του ήρωα των Ιμίων Παναγιώτη Βλαχάκου.
Τμήματα του κειμένου έχουν ληφθεί αυτούσια από το βιβλίο
του Χρήστου Πατραγά "ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ".
Παλιοί κινηματογράφοι Τερψιθέας εδώ:
ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΤΡΙΚΟΥΠΗ
Η λεωφόρος Χαριλάου Τρικούπη, παράλληλος της λεωφόρου Αφεντούλη, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν οι κατοικίες της οικογένειας ΒΡΥΩΝΗ, είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως ένας παραδοσιακός δρόμος του Πειραιά μολονότι δεν είναι μεγάλος. Αρχίζει από τον Αγιο Νικόλαο και καταλήγει στο Πασαλιμάνι (στη διασταύρωση της Ακτής Τρυφ. Μουτσοπούλου και της Λεωφόρου Ζαννή). Παλαιότερα ήταν πολύ δύσκολη η προσπέλαση όχι μόνον των αμαξιών αλλά και η διέλευση των διαβατών ακόμη από το σημείο του Αγίου Νικολάου ως τη λεωφόρο Σωκράτους, διότι ο χώρος ήταν ανηφορικός και σε πολλά σημεία πετρώδης. Σήμερα βέβαια έχει ασφαλτοστρωθεί και έχουν ανεγερθεί σύγχρονα οικοδομήματα.
Τη λεωφόρο Χαριλάου Τρικούπη τη γνωρίζουν όλοι οι παλαιοί Πειραιώτες, διότι εκεί ήταν το πειραϊκό Γυμναστήριο, όπου γυμνάζονταν όλοι οι μαθητές των σχολαρχείων και των γυμνασίων του Πειραιά, δημοσιών και ιδιωτικών. Στο Γυμναστήριο, που ανήκε στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, γίνονταν οι εξετάσεις (επιδείξεις) γυμναστικής όλων των σχολείων. Εκεί εορταζόταν η εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου από τα σχολεία. Για τον Πειραιά ήταν μια πανηγυρική εορταστική εκδήλωση, όταν οι μαθητές και οι μαθήτριες μαζεύονταν εκεί για να γιορτάσουν. Αξέχαστος θα μείνει ο καθηγητής της γυμναστικής Μουζάλας, τα παραγγέλματα του οποίου δίνονταν με ιδιάζουσα βροντώδη φωνή και με ρυθμό περίφημο, ώστε να εκτελείται τέλεια η μαθητική άσκηση.
Υπήρχε επίσης ο στίβος για τα αθλήματα και το σκάμμα για τα άλματα (απλούν, τριπλούν, σε ύψος). Φτωχά βέβαια τα μέσα άθλησης αλλ' εν πάση περιπτώσει με αυτά γυμνάζονταν τα παιδιά.
Ενας τύπος του πειραϊκού Γυμναστηρίου ήταν και η φύλακας-θυρωρός του, η κυρά Στυλιανή, γνωστή σε όλους. Ηταν μια χοντρή γυναίκα, η οποία ρύθμιζε τα πάντα και πολλοί την παρακαλούσαν για να μπουν χωρίς να πληρώσουν το δεκάλεπτο εισιτήριο, ενώ άλλοι πάλι την πείραζαν.
Το Γυμναστήριο καταλάμβανε μεγάλη έκταση, όμως οι κάθετοι δρόμοι της λεωφόρου Χαριλάου Τρικούπη, όπως η οδός Κουντουριώτου και η Πραξιτέλους, αν και διακόπτονταν από το Γυμναστήριο, συνεχίζονταν μέχρι την Πηγάδα. (Πηγάδα ονομαζόταν η παλιά δεξαμενή του Πειραιά. Οταν δημιουργήθηκε η δεξαμενή, η περιοχή ήταν εντελώς έρημη. Καμία κατοικία δεν υπήρχε, τρεις μόν ανεμόμυλοι).
Απέναντι από το Γυμναστήριο ήταν και υπάρχει μέχρι σήμερα, η Ελληνογαλλική Σχολή SAINT PAUL. Η σχολή βρίσκεται επί της λεωφόρου Χαριλάου Τρικούπη, με προεκτάσεις στις οδούς Κουντουριώτου και Πραξιτέλους. Η σχολή ήταν κυρίως οικοτροφείο αλλά δεχόταν και εξωτερικούς μαθητές. Οι καθηγητές, οι περισσότεροι Γάλλοι παπάδες, διακρίνονταν για την αυστηρότητα τους. Η σχολή είχε σχολαρχείο και γυμνάσιο, ήταν δηλαδή μια ιδιωτική σχολή αναγνωρισμένη από το κράτος με επί πλέον διδασκαλία της γαλλικής γλώσσας. Οι εσωτερικοί μαθητές, προέρχονταν από όλα τα μέρη της Ελλάδας και εγγράφονταν στη Σχολή για να διδαχθούν τη γαλλική γλώσσα.
Στη Χαριλάου Τρικούπη είχε την έδρα του και ο δάσκαλος της μουσικής ΦΑΚΙΟΛΑΣ, ο οποίος δίδασκε μαντολίνο και κιθάρα. Ερχονταν δε μαθητές από όλο τον Πειραιά. Επίσης, προς την οδό Καραϊσκου από την Χαριλάου Τρικούπη υπήρχε και το Ωδείο της Μπουκλάκου, όπου λειτουργούσαν όλα τα τμήματα της μουσικής: πιάνο, βιολί, άρπα, βιολοντσέλο, φωνητική, χορός κ.λπ., φοιτούσαν δε πολλά κορίτσια του Πειραιά.
Απέναντι από το Γυμναστήριο, στη γωνία της λεωφόρου Χαρ. Τρικούπη και της οδού Νεωσοίκων, έμενε ο καθηγητής μαθηματικών του Β' Γυμνασίου Ιωάν. Βουλόδημος. Ο γιος του, Τάσος Βουλόδημος, έγινε κι αυτός μαθηματικός και δίδαξε όλους σχεδόν τους πρακτικούς μηχανικούς, οι οποίοι επάνδρωσαν τα ελληνικά πλοία. Ο Τάσος ήταν ένας αξιοπρόσεκτος Πειραιώτης, γνωστός σε όλους για τα αγαθά του αισθήματα. Ήταν "ο αρχηγός" της Χαριλάου Τρικούπη κι όλα τα παιδιά και οι νέοι υπάκουαν τυφλά σ' αυτόν. Με τα παραπάνω πλεονεκτήματα εκλέχθηκε πολλές φορές βουλευτής και τελικά, δήμαρχος Πειραιά.
Στο τέλος της λεωφόρου Χαριλάου Τρικούπη, δηλαδή στη διασταύρωση με τη λεωφόρο Ζαννή, προς την παραλία, ο δήμος είχε εγκαταστήσει ένα μεγάλο καζάνι υπερυψωμένο, απ' όπου απορροφιόταν νερό από τη θάλασσα. Τα βυτία του δήμου έπαιρναν το νερό από το καζάνι και με ειδικούς μηχανισμούς κατάβρεχαν το καλοκαίρι τους χωμάτινους δρόμους του Πειραιά, για να μη σηκώνεται το χώμα και η σκόνη στην ατμόσφαιρα.
Η λεωφόρος Χαριλάου Τρικούπη ήταν φαρδύς δρόμος και είναι η πρώτη λεωφόρος του Πειραιά που χωρίστηκε στη μέση με διάζωμα κι έτσι έγινε δρόμος διπλής κατεύθυνσης με κήπους.
Τμήματα του κειμένου έχουν ληφθεί αυτούσια από το βιβλίο
του Χρήστου Πατραγά "ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ".
ΦΡΕΑΤΤΥΔΑ (Δείτε) - ΒΡΥΩΝΗ - ΠΗΓΑΔΑ
Η Φρεαττύδα (ή Τσιρλονέρι) είναι τοποθεσία και συγκεκριμένα όρμος στη νοτιοανατολική βραχόσπαρτη ακτή της Πειραϊκής Χερσονήσου, αμέσως μετά τη Ζέα (Πασαλιμάνι).
Το Τσιρλονέρι, λίγο νερό που έτρεχε στο Νοτιοανατολικό άκρο του όρμου το πρόλαβα το 1958, όταν πρωτόρθα στον Πειραιά. Εκεί σ ένα καφενεδάκι είχα γράψει και το πρώτο μου διήγημα¨" ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΜΕ"
Στο εσωτερικό της περιοχής Φρεατίδας βρίσκεται ο ναός του Αγίου Βασιλείου.
Ο περιηγητής Σ. Πομάρντι σημειώνει ύπαρξη ναού Αγίου Βασιλείου από το 1805 - που βρίσκεται σήμερα, ξαναχτισμένος, κοντά στο Τζάνειο νοσοκομείο.
Το Ρώσικο Νοσοκομείο του Πειραιά
Τα πανάρχαια χρόνια στην περιοχή της Φρεαττύδας «εκείτο το εν Φρεαττοί φονικόν δικαστήριον», που αποτελούσε έναν ιδιότυπο θεσμό του αρχαίου αττικού δικαίου. Εδώ ήταν η έδρα του πέμπτου φονικού δικαστηρίου της αρχαιότητας, το οποίο δίκαζε όσους είχαν καταδικαστεί σε «φυγή» από την πόλη για ακούσιο φόνο και έκαναν κι άλλο φόνο κατά τη διάρκεια της εξορίας τους. Ο κατηγορούμενος φονιάς πλησίαζε με βάρκα κοντά στην ακτή, χωρίς να βγαίνει στη στεριά και απολογιόταν. Αν οι δικαστές τον έκριναν ένοχο, τον καταδίκαζαν σε παντοτινή εξορία μακριά από την πόλη. Στη θέση του ιστορικού ορμίσκου, που στα τελευταία χρόνια επιχωματώθηκε, προβάλλει σήμερα η «Μαρίνα Ζέας» με τις σύγχρονες εγκαταστάσεις της και το κτίριο του «Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος», έξω από τον χώρο του οποίου έχει τοποθετηθεί γέφυρα (το κουφάρι) του θρυλικού υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ». Από τον μικρό όρμο της Φρεαττύδας κάθε δειλινό, όταν το επέτρεπε ο καιρός, ξεκινούσαν για το Σαρωνικό μικρά ΓΡΙ-ΓΡΙ και ΨΑΡΟΒΑΡΚΕΣ για πυροφάνι κι επέστρεφαν πρωί-πρωί με τη συγκομιδή τους, που εξασφάλιζε στους ψαράδες το μεροκάματο. Και οι νοικοκυρές της περιοχής προμηθεύονταν απ' αυτούς φρέσκα και φθηνά ψάρια για το τραπέζι της οικογένειας.
Στη δεξιά πλευρά του ορμίσκου της Φρεαττύδας λειτουργούσαν οι μικτές «ΜΠΑΝΙΕΡΕΣ» (ξύλινα αποδυτήρια) του ΚΡΑΚΑΡΗ, στηριγμένες μέσα κι έξω από τη θάλασσα με δυο ξύλινες -σκάλες όπου οι κάτοικοι της περιοχής, αλλά και από άλλα μέρη, ιδιαίτερα δε οι νέοι, έπαιρναν το μπάνιο τους, έπαιζαν και φλερτάριζαν. Σήμερα η πλαζ έχει μεταφερθεί ακριβώς στη στροφή για την Πειραϊκή, έχει οργανωθεί και λειτουργεί ως δημοτική.
Απέναντι από την είσοδο -έξοδο της σημερινής δημοτικής πλαζ λειτουργούσαν τα «σε-παρέ» του Βρεττού. Εκεί έβρισκαν καταφύγιο τα παράνομα ερωτικά ζευγαράκια, που παίρνανε το «ποτό» τους. Στην κατοχή ο χώρος επιτάχθηκε από τους Γερμανούς για κατοικία τους και από τότε δεν λειτούργησαν πια. Πολύ αργότερα και μετά τον πόλεμο, ακριβώς δίπλα από τα «σεπαρέ» του Βρεττού λειτουργούσε το μπαρ «ΜΥΚΟΝΟΣ», του Θανάση Ξύδη. Το μπαρ λειτουργούσε μόνο τα βράδια, κυρίως αργά και είχε «περίεργη» πελατεία και «υποβλητικό» διάκοσμο, που σε προ-διέθεταν για ό,τι επρόκειτο ν' αντιμετωπίσεις.
Η συγκοινωνία της Φρεαττύδας αρχικά εξυπηρετείτο από το Τραμ Νο 19 και μετέπειτα από τα λεωφορεία. Το Τραμ ξεκινούσε το πρωί από το αμαξοστάσιο της Η.Ε.Μ. που βρισκόταν στο Νέο Φάληρο και πραγματοποιούσε τη διαδρομή: Ηλεκτρικός Σταθμός, πλατεία Κοραή, Πασαλιμάνι με τέρμα τη Φρεαττύδα, στη θέση «ΤΕΡΨΙΧΟΡΗ».
Παλαιότερα η Φρεαττύδα λεγόταν και Τσιρλονέρι, επειδή υπήρχαν εκεί φρεάτια (Φρεαττύδα) με ζεστά ιαματικά νερά.
Η «ΤΕΡΨΙΧΟΡΗ» ήταν το μόνο σπίτι κάτω από τη λεωφόρο προς τη θάλασσα, που το έγλειφε κυριολεκτικά. Σήμερα λειτουργεί ως ψαρομεζεδο-πωλείο με το όνομα: «Αχινός». Η «ΤΕΡΨΙΧΟΡΗ», που δέθηκε με την αρχοντιά και την απεριόριστη ομορφιά του περιβάλλοντος, ήταν η κατοικία της οικογένειας του γνωστού στους Πειραιώτες μουσικού ΠΑΝΟΥ ΦΑΚΙΟΛΑ, του οποίου ο ψηλόσωμος γιος ΔΩΡΟΣ ήταν διευθυντής της περίφημης, τότε, Φιλαρμονικής του Δήμου Πειραιά. Στην περιοχή της Φρεαττύδας υπήρχαν επίσης οι ψαροταβέρνες του ΜΟΥΚΑ, του ΓΟΥΖΟΥΑΣΗ καθώς και τα γνωστά ακόμη και στους Αθηναίους «ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΑΚΙΑ» του Βλάχου, στην οδό Κωλέττη. Αργότερα, πάνω από τη θέση που βρίσκονταν οι μπανιέρες, μεταφέρθηκε το «ΜΑΝΤΡΑΚΙ» του Καρβούνη, που ήταν μέχρι τότε εγκατεστημένο πάνω από τη λέσχη του Ολυμπιακού. Το «Μαντράκι» είναι το μόνο μαγαζί, που λειτουργεί ακόμη και σήμερα. Στη δεκαετία του '50 στις ταβέρνες της Φρεαττύδας γύριζε ο περίφημος «μάγκας» ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΤΗΣ. Ήταν αδύνατος και κοντόσωμος και για να παίρνει ανάστημα, πάντα φορούσε παπούτσια με ψηλά τακούνια και καβουράκι.
Ο Γιώργος Μπάτης έβγαζε από την εσωτερική τσέπη του σακακιού του το ξακουστό μπαγλαμαδάκι του και τραγουδούσε: «Μπήκε ο λαγός, μπήκε ο πονηρός μες της παπαδιάς τα' αμπέλι» για το φιλοδώρημα των θαμώνων που τον συμπαθούσαν.
Μόνο μάγκας «δεν γέμιζε» το μάτι σου».
Αριστερά από τον ορμίσκο και απέναντι ακριβώς από 'κει που βρίσκεται η προτομή του ζωγράφου ΚΩΝ. ΒΟΛΑΝΑΚΗ, ήταν το γνωστό μοναδικό καφενείο του «ΦΑΝΟΥ», όπου συγκεντρώνονταν οι Φρεαττυδιώτες. Σήμερα στη θέση του έχει ανεγερθεί ένα τεράστιο γυάλινο κτίριο. Από την παλιά Φρεαττύδα έχει απομείνει μόνον η μικρή πλατεία με την προτομή του ποιητή που την ύμνησε, του ΛΑΜΠΡΟΥ ΠΟΡΦΥΡΑ (1879-1932), ο οποίος σύχναζε, σχεδόν καθημερινά, στις ταβέρνες της περιοχής και κυρίως στο μικρό παντοπωλείο του ΤΡΙΧΑ.
Τον Αύγουστο του 1923, στο καφενείο Παπασταφίδα, στου Βρυώνη, έγινε κοσμική συγκέντρωση της εκλεκτότερης κοινωνίας του Πειραιά λόγω της λειτουργίας του πρώτου ραδιοφώνου.
Η περιοχή Βρυώνη στον Πειραιά.
Η συνάντηση τριών κορυφαίων Λογοτεχνών στην Φρεαττύδα του 1910
Ο "κολοσούρτης" μπροστά στο Δημοτικό.
Το 1896 από του Βρυώνη άρχιζε η γραμμή του τραμ για το Νέο Φάληρο, σημείο στο οποίο εμφανίστηκε και ο Γιάννης ο σιδηρόδρομος.
Τμήματα του κειμένου έχουν ληφθεί αυτούσια από το βιβλίο
του Χρήστου Πατραγά "ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ".
Τα θέατρα του αρχαίου Πειραιά
Δύο ήταν τα αρχαία θέατρα του Πειραιά. Η αναζήτησή τους άρχισε το 1880.
Οπως γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης:
«Κατά τα μέσα Απριλίου του 1880, προχωρούσαν οι εργασίες προέκτασης κι εξομάλυνσης της οδού Πραξιτέλους προς τη Φιλελλήνων «κατά τον δυτικόν μυχόν του Πασιά λιμανίου (Ζέας) και ιδίως κατά την θέσιν καλουμένην «Φραγκόκλησια» ή Φραγκοκκλήσια. (Κοντά στη Σχολή Απόστολος Παύλος).
Από καιρό φαινόντουσαν πεσμένοι πώρινοι σπόνδυλοι κιόνων, άλλες πέτρες αρχαίας οικοδομής «και θεμέλια σαφή διεκρίνοντο κόγχης εκκλησίας, πιθανώς βυζαντινής». Το τοπωνύμιο παραπέμπει στην ύπαρξη μικρού, ανώνυμου ναού που η παράδοση τον ήθελε φράγκικο, δηλαδή καθολικό. Σήμερα έχει καταχωθεί από την οικοδομή του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Ο καθηγητής «του εν Πειραιεί γυμνασίου» Ιάκωβος Χ. Δραγάτσης (1853-1934) που παρακολουθούσε από κοντά τις εργασίες «των ρυμοτομούντων», διέγνωσε ότι άρχισαν να εμφανίζονται τα θεμέλια ενός θεάτρου. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρία ανέθεσε την επιστασία των ανασκαφών στον Δημ Φίλιο. Η έρευνα άρχισε στις 8 Μαΐου και τελείωσε στις 27 Ιουνίου. Η αναφορά έχει ημερομηνία 15.10.1880.
Εμφανίστηκαν έτσι περίπου τα δύο τρίτα του κοίλου του θεάτρου, τμήματα της ορχήστρας και τα θεμέλια της σκηνής «το δε άλλο μέρος όχι, διότι συνέβη ενταύθα ό,τι πάντοτε συμβαίνει εις τας αρχαιολογικάς ημών επιχειρήσεις».
Τα έργα προχωρούν μόνο όταν μερικοί από τους ιδιοκτήτες των γηπέδων πάνω στα οποία βρίσκονται αρχαία κτίσματα είναι συγκαταβατικοί (επιεικείς). Όταν συμβαίνει να είναι κάποιος περισσότερο δύστροπος, εμποδίζονται για δεκαετίες και απαιτείται η αγορά των κτημάτων ,πράξη που σκοντάφτει σε πολλά εμπόδια.
Η Εταιρία έκανε τις κατάλληλες ενέργειες προς το Υπουργείο Παιδείας-αυτό ήταν αρμόδιο τότε για τις αρχαιότητες- και τον δήμο Πειραιά για να αποδεσμευτεί ο τόπος. Πάντως είχε προλάβει να φτιαχτεί το σχέδιο του θεάτρου Ζέας εκτός από το μέρος που παρέμεινε «κεχωσμένο ένεκα της μη συγκαταθέσεως του ιδιοκτήτου».
Ιούνιος 1892.
Στη δυτική παραλία της Ζέας, σήμερα περίπου Ακτή Μουτσοπούλου και Φιλελλήνων, σε οικία των ρωμαϊκών χρόνων που ανάσκαψε ο Δραγάτσης στο οικόπεδο του Αγγέλου Καμπά αποκαλύφτηκε το περίφημο μωσαϊκό της Μέδουσας, «αρίστης τέχνης». Το κεφάλι της, φτιαγμένο από μικρές πολύχρωμες ψήφους ήταν στο κέντρο συσπειρωμένου ακτινοειδούς κοσμήματος που έκλεινε με άλλο κυκλικό διάκοσμο. Τις γωνίες στόλιζαν τέσσαρα μεγάλα φύλλα κισσού. Το ψηφιδωτό αγοράστηκε 1000 δραχμές από την Αρχαιολογική Εταιρία, αποσπάστηκε και μεταφέρθηκε στο Κεντρικό Μουσείο όπου τοποθετήθηκε «εν τω κέντρω του εδάφους της αιθούσης των Κοσμητών».
Η Εταιρία έστρεψε για λόγο την προσοχή της προς το άλλο θέατρο, «του προς τη βορειοδυτική άκρα του λόφου Μουνυχίας, ου η θέσις από πολλού χρόνου εγνωρίζετο και ωμολογείτο».
Το αναφέρει ο Θουκυδίδης στο βιβλίο VIII κεφ.93, «οι δ’ εν τω Πειραιεί οπλίται…ες το προς τη Μουνιχία Διονυσιακόν Θέατρον ελθόντες και θέμενοι τα όπλα εξεκλησίασαν..» και ο Λυσίας «η εκκλησία (δηλαδή η συγκέντρωση) Μουνιχίασιν εν τω θεάτρω εγίγνετο».
Αλλά και εκεί αφού προχώρησαν κάμποσο οι εργασίες και φάνηκαν τα μέρη γύρω από την ορχήστρα και από το κοίλο, προκύψανε τα ίδια εμπόδια από τους ιδιώτες. Ούτε τα σχέδιά του κατάφερε να κάνει «διότι ο θερμουργότερος ιδιοκτήτης του γηπέδου… προλαβών κατεκάλυψε πάλιν πολύ μέρος του ανασκαφέντος χώρου».
Στα αντίστοιχα πρακτικά της Εταιρίας (Ιανουάριος 1880-Ιανουάριος 1881) τονίζεται ο εύστοχος προσανατολισμός την θεάτρων:
Το θέατρο Ζέας « έβλεπε προς χειμερινάς ανατολας (ΝΑ) - ορατή η θέση του και σήμερα-, της το Μουνυχίας αντιστρόφως έβλεπε προς θερινάς δυσμάς (ΒΔ)» - ήταν από την οδό θεάτρου και επάνω.
Την επόμενη χρονιά (1881) η ανακοίνωση ήταν απογοητευτική αφού « τα δύο θέατρα Πειραιώς μένουσιν όπως είχον». Επειδή για αυτό που βρίσκεται προς τη Ζέα οι αρχές δεν έπραξαν ακόμη τίποτα για να απελευθερωθεί ο τόπος, για εκείνο κάτω από τη Μουνυχία έγινε πρόσφατα συμφωνία με τον ιδιοκτήτη της γης, για να εξαγοραστεί από το δημόσιο «εφ’ όσον φανή αναγκαίον», και εξεταστεί πρώτα με ανασκαφή λεπτομερέστερα. «Αλλά την αρξαμένην προ δύο μηνών εργασίαν διέκοψεν ο εφετεινός πολύομβρος χειμών. Εδαπανήθησαν εις αυτήν δραχμαί 473,10».
Αναφορά της 7ης Ιουνίου 1900.
«Κατά τον περασμένο Μάρτιο σκάβοντας στην αυλή της οικίας Αρ. Αλεγιζάκη, βόρεια της οδού Θεάτρου και δυτικά από τη θέση του θεάτρου Μουνιχίας, αποκαλύφθηκε όρυγμα με κυλινδρικό θόλο πάνω του, 6 μέτρων, από ισοδομικά κομμένο πειραϊκό λίθο. Από την ανασκαφή μέχρι το βάθος των 14 μέτρων, αποδείχτηκε ότι επρόκειτο για υπόγειο λατομείο που κατηφόριζε προς τη μεριά του αρχαίου Ιπποδρόμου. Στην είσοδό του, ριγμένη στα χώματα βρέθηκε μια ενεπίγραφη πλάκα ύψους 0,80- πλάτους 0,54-πάχους 0,14 εκ. Η σημασία της ήταν σπουδαία για την ταύτιση της περιοχής με τη Μουνιχία, το λόφο και τα τείχη της, αλλά και την οχυρωματική τέχνη, αφού οι στίχοι 1-45 αναφέρονται στην επισκευή των τειχών του Πειραιά και της Ηετιώνειας, τη νομική κάλυψη, τις διευκολύνσεις αλλά και τις πειθαρχικές ποινές των εργολάβων. Με το τέλος τους ξεκινούν δύο στήλες με το πλήρες συμβόλαιο για την επισκευή του τείχους της Μουνιχίας « Συγγραφαί του τείχους του Μονιχίασι». Τα χρήματα θα εξοφλούνται σε δόσεις! Ανάγεται στην εποχή του ρήτορα Λυκούργου, πρώτο μισό του 4ου αι. π. Χ.
Τελικά σώθηκε μόνο το θέατρο Ζέας. Το άλλο, στην πλαγιά του λόφου του Προφήτη Ηλία καταχώθηκε και εξαφανίστηκε». /30-5-11/
ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΕΙΟ - ΥΔΡΑΙΪΚΑ
Η Υδραίικη συνοικία (1829) βρισκόταν προς το Τελωνείο, ανάμεσα στις οδούς Μπουμπουλίνας και Σαχτούρη. Γρήγορα όμως επεκτάθηκε προς την Πηγάδα, τα Καρβουνιάρικα, και τις απότομες πλαγιές του Χατζηκυριακείου.
Η συνοικία Χατζηκυριάκειο πήρε το όνομά της από το «Χατζηκυριάκειο Ορφανοτροφείο» που ιδρύθηκε με κληροδότημα του Ιωάννη και της Μαρίας Χατζηκυριακού και λειτουργεί από το 1903.
Υπάρχουν δύο ναοί, ο Αγιος Νείλος και η Ζωοδόχος Πηγή, και εντός του Ορφανοτροφείου ο Αη Γιάννης.
Πολλές φορές λόγω των βροχοπτώσεων στις διασταυρώσεις των οδών της συνοικίας συγκεντρώνονταν νερά, που λίμναζαν για μεγάλο διάστημα και συχνά χρειαζόταν σκάφος ή βάρκα για να πάει κάποιος στον προορισμό του.
Ο εφοδιασμός των κατοίκων γινόταν από πλανόδιους πωλητές, που μετέφεραν την πραμάτεια τους με διάφορους τρόπους μέσα στις φτωχογειτονιές της συνοικίας.
Ο ψαράς με το πανέρι, που στήριζε στο κεφάλι του διαλαλώντας το εμπόρευμα του: «Ο ψαράς, ψάρια φρέσκα, ψάρια από την τράτα, ψάρια Φαλήρου». Οι μανάβηδες, γνωστότερος όλων ο Αντώνης (Ζαράνης), μετέφεραν τα λαχανικά και τα φρούτα τους φορτωμένα μέσα σε μεγάλες καλάθες πάνω σε συμπαθή γαϊδουράκια.
Ο πιο γραφικός απ όλους, ο γιαουρτάς, με το σηλυβριανό γιαούρτι, που το πουλούσε ζυγίζοντας το με παλάντζα της εποχής. Το μετέφερε σε δύο ισομεγέθη ταψιά κρεμασμένα σε οριζόντιο κοντάρι πάνω στους ώμους του: "Γιαούρτι, γιαούρτι Σηλυβρίας".
Το απογευματάκι έκαναν την εμφάνιση τους στις γειτονιές της συνοικίας δύο χαρακτηριστικοί τύποι: ο ΠΑΝΑΠΩΤΑΚΗΣ, ένα πολύ κοντό ανθρωπάκι, ντυμένο στα κατάλευκα, μ' ένα επίσης ντυμένο κατάλευκο καλάθι με ζεστό πασατέμπο και ο ΕΛΛΗΝΑΣ, ο οποίος έπαιρνε φόρα, έτρεχε και σταματούσε απότομα. Και οι δύο διαλαλούσαν την πραμάτεια τους: Εδώ ο τσακα-τσούκας" ο πρώτος, "φιστίκια αράπικα", ο δεύτερος. Και οι δύο πλησίαζαν τις νοικοκυρές, που μαζεύονταν έξω από τις πόρτες των σπιτιών τους πίνοντας το καφεδάκι τους και κουτσομπολεύοντας.
Στην προσφυγική αυτή συνοικία κυριαρχούσε για πολλά χρόνια η φτώχεια, η μιζέρια και η κατάθλιψη και μόνο τις τελευταίες δεκαετίες της μεταπολεμικής περιόδου η συνοικία ακολούθησε τον δρόμο της εξέλιξης και του εκσυγχρονισμού.
Το σωστό ξεκίνημα των πρώτων οικιστών της περιοχής, η απόφαση τους να ριζώσουν οριστικά σ' αυτήν τη συνοικία, η αγάπη τους για την καινούργια εστία, η πίστη τους για το μέλλον του τόπου με άξονα το λιμάνι, η ισχυρή θέληση τους και η εργατικότητα τους συνέβαλαν αποφασιστικά στην οργάνωση και πρόοδο της λαϊκής συνοικίας τους.
Η συνοικία του ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΕΙΟΥ, διατηρώντας πάντα το τυπικό γνώρισμα μιας λαϊκής συνοικίας, έχει και αυτή τις παραδοσιακές ταβέρνες της και κέντρα" με λαϊκή μουσική. Πιο ονομαστή είναι και λειτουργεί ακόμη και μέχρι σήμερα η ψαροταβέρνα της ΜΑΡΓΑΡΩΣ, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα από την είσοδο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.
Γνωστή επίσης είναι και η ταβέρνα του ΓΙΑΝΝΗ, επί της λεωφόρου Χατζηκυριάκου, απέναντι, ακριβώς, από το κτίριο του ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΕ10Υ.
Τμήματα του κειμένου έχουν ληφθεί αυτούσια από το βιβλίο
του Χρήστου Πατραγά "ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ".
ΚΑΛΙΠΟΛΗ
Η έρημη περιοχή της Πειραϊκής Χερσονήσου άρχισε να κατοικείται από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Το κέντρο της περιοχής αυτής αποτέλεσε η συνοικία ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ, που περιβάλλεται από τις ακτές της Πειραϊκής και το Χατζηκυριάκειο. Κέντρο της Καλλίπολης οι δύο πλατείες ΣΕΡΦΙΩΤΗ και ΚΑΡΠΑΘΟΥ.
Στη βόρεια πλευρά της Πειραϊκής Χερσονήσου, στη θέση «Σταυρός» καθώς και στο λόφο της Μουνιχίας, έχουν βρεθεί, σκαμμένες σε βράχους παλαιότατες κατοικίες, που ο λαός ονόμαζε «Θεόσπιτα».
Μετά την κατοχή της Δωδεκανήσου, το 1912, από τους Ιταλούς, άρχισε και η εγκατάσταση των πρώτων κατοίκων από τα νησιά του δωδεκανησιακού συμπλέγματος Ρόδο, Κάρπαθο, Λέρο Σύμη κ.α., οι οποίοι προσήλθαν να ζήσουν στην ελεύθερη πατρίδα.
Το 1915, μετά τις αποτυχημένες μάχες Συμμάχων-Τούρκων, καταφθάνουν και κατοικούν στην ίδια περιοχή πρόσφυγες με έντονο ελληνικό χαρακτήρα από τη χερσόνησο της ανατολικής Θράκης, από την Καλλίπολη, που βρισκόταν μεταξύ των_Δαρδανελλίων και του κόλπου του Ξηρού.
Ο πυρήνας αυτός των οικιστών Δωδεκανησίων και Ανατολικοθρακιωτών, δημιούργησε την καινούργια λαϊκή συνοικία ΝΕΑ ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ, η οποία ολοκληρώθηκε με την εγκατάσταση των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής το έτος 1922. Στην περιοχή εγκαταστάθηκαν και πολλοί Ποριώτες που σήμερα είναι αρκετοί, τόσοι που αν ένας Ποριώτης κυκλοφορήσει στο δρόμο, βρίσκει τόσους συμπατριώτες του, ώστε νομίζει ότι είναι στον Πόρο.
Μετά την εγκατάσταση όλων αυτών των προσφύγων άρχισαν να πωλούνται στην περιοχή οικόπεδα από τον "οικοπεδούχο" Βασ. Μαντούβαλο «πωλούσε οικόπεδα με πετριά, έριχνε την πέτρα κι έλεγε αυτό είναι δικός σου) και τους κτηματομεσίτες Γιακουμάκη και Καριάτσουλα, ο οποίος ήταν και "κομματάρχης" του Δημάρχου Σωτ. Στρατήγη. Αργότερα άρχισαν να δίνονται στους Δωδεκανησίους και στους πρόσφυγες τα παραχωρητήρια για τα οικόπεδα που κατείχαν
Όπως γράφει ο Χρήστος Πατραγάς στο βιβλίο του « ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ», οι κάτοικοι της περιοχής από τις αρχές του 1930, εποχή που ιδρύθηκε ο ΟΛΠ άρχισαν να εργάζονται στο αναπτυσσόμενο λιμάνι (εμπορεύματα, σιτηρά, κάρβουνα). Αρκετοί έγιναν υπάλληλοι και πολλοί ακολούθησαν το επάγγελμα του ναυτικού.
Στη διασταύρωση των οδών Κρεββατά και Ηρακλειδών, πάνω σ' ένα βραχώδες ύψωμα, είχε στηθεί ένας μεγάλος σιδερένιος ΣΤΑΥΡΟΣ, ορατός από μεγάλη απόσταση. Δίπλα του βρισκόταν το σηματωρείο του Κεντρικού Λιμεναρχείου απ' όπου αναγγελλόταν η άφιξη των πλοίων από το εξωτερικό και οι συγγενείς των πληρωμάτων επληροφορούντο τον επικείμενο ερχομό τους.
Η ΝΕΑ ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ είχε τότε πολλά προβλήματα. Η ζωή των κατοίκων της ήταν πάρα πολύ δύσκολη, λόγω των πολλών και μεγάλων ελλείψεων: Περιοχή με πετρώδες έδαφος, άνυδρη, χωρίς αποχετευτικό δίκτυο, γεμάτη κουνούπια για πολλά χρόνια και βέβαια χωρίς συγκοινωνία.
Βέβαια σιγά-σιγά άρχισε ν' αλλάζει η περιοχή της Ν. ΚΑΛΛΙΠΟΛΗΣ, στην καρδιά της οποίας χτίστηκε ο ενοριακός ναός της ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ. Στο ναό αυτό αργότερα υπηρέτησε, ως διάκονος, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Στην περιοχή λειτουργούν ακόμα ο ναός Ρόδο το Αμάραντο, ο ναός των Αγίων Αναργύρων, ο ιδρυματικός ναός των Αγίων Αναργύρων του Τζανείου, ή ΑΓΙΑ ΟΛΓΑ Ναυτικού Νοσοκομείου , ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Σχολής Λιμενικού Σώματος και οι ναοί της Αγίας Μαρίνας (1930) και της Παναγίας της Μαρουλιανής (1950), που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο. Διαμορφώθηκαν δύο πλατείες, η πλατεία ΣΕΡΦΙΩΤΗ και η πλατεία ΚΑΡΠΑΘΟΥ. Ιδρύθηκαν σχολεία και άρχισαν να λειτουργούν καταστήματα. Το παντοπωλείο του ΚΑΜΠΟΥΡΟΓΛΟΥ, το αρτοποιείο του ΚΟΓΙΑ, το φαρμακείο του ΣΤΕΛΛΑΚΗ, αρκετές ταβέρνες με πιο γνωστή ΤΑ ΚΑΝΑΡΙΑ, στο πίσω μέρος της οποίας είχε χτιστεί καταφύγιο.
Ιδρύθηκαν τα δημοτικά σχολεία του ΚΡΕΜΜΥΔΑ και του ΚΕΛΕΜΕΝΗ, το ιδιωτικό σχολείο της ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ (στοιχειώδες, γυμνάσιο και αργότερα λύκειο). Επίσης ιδρύθηκε και παράρτημα του Α' αστυνομικού τμήματος που είχε έδρα στη συνοικία Βρυώνη. Επί δημαρχίας Γιάννη Παπασπύρου (1983-1986) δημιουργήθηκε αποχετευτικό δίκτυο και η ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ απαλλάχθηκε οριστικά από τη μάστιγα των κουνουπιών και από τότε βέβαια τα ακίνητα της περιοχής πήραν πολύ μεγάλη αξία.
Τμήματα του κειμένου έχουν ληφθεί αυτούσια από το βιβλίο
του Χρήστου Πατραγά "ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ".
Ο Αυστριακός πρόξενος στον Πειραιά
Παλιοί κινηματογράφοι Καλλίπολης - Πειραϊκής εδώ:
ΠΕΙΡΑΪΚΗ
Στην Πειραϊκή, εκεί που ήταν η Ναυτική Διοίκηση Νοτίου Αιγαίου υπήρχαν δύο τάφοι λαξευμένοι στους βράχους, και δίπλα σπόνδυλοι στήλης που έδωσαν την εντύπωση ότι εκεί ήταν ο τάφος του Θεμιστοκλή.
Επειδή όμως όμοιοι σπόνδυλοι βρέθηκαν και στην απέναντι ακτή της Δραπετσώνας δεν εξακριβώθηκε αν πράγματι ήταν έτσι. Την ύπαρξη του τάφου του Θεμιστοκλή στον Πειραιά αναφέρει ο Παυσανίας, που λέει ότι οι Αθηναίοι έφεραν τα οστά του από τη Μαγνησία, όπου ετάφη αρχικά.
Τον Αύγουστο του 1923 η κατάσταση σε Πειραϊκή - Νέα Καλλίπολη ήταν ζοφερή λόγω της έλλειψης νερού, φωτισμού και συγκοινωνίας.
Και το χειμώνα οι περισσότερες αρτηρίες της συνοικίας λόγω του πετρώδους εδάφους, μετατρέπονταν σε χείμαρρους.
Τα τελευταία χρόνια, μετά το 2005 απομακρύνθηκαν από την Πειραϊκή οι ταβέρνες που κάλυπταν τα ερείπια (!) του Θεμιστόκλειου τείχους.
Στην Πειραϊκή υπάρχουν:
Ωδεία (2), ΚΕΣ - ΙΕΚ - ΚΕΚ (1), Σχολές Χορού (2), Σχολές Πληροφορικής (2)
**** Στην Ακτή Θεμιστοκλέους βρισκόταν η ξακουστή ταβέρνα του Παρλαμά απέναντι από την οποία, τη νύχτα της 1ης Αυγούστου του 1937, έγινε σύγκρουση των πλοίων "Ανάστασις" και "Υδρα".
Το ατμόπλοιο «Ύδρα» εμβόλισε στη δεξιά μάσκα της πλώρης και βύθισε σε 3 λεπτά το μόλις 12 κόρων πετρελαιοκίνητο «Ανάστασις».
Η σύγκρουση είχε τραγική κατάληξη για 24 από τους 60 επιβάτες που μετέφερε το "Ανάστασις" που ερχόταν από την Αίγινα.
Οι ευθύνες για το συγκλονιστικό περιστατικό όπου έχασαν τη ζωή τους 24 επιβάτες αποδόθηκαν στους πλοιάρχους των δυο πλοίων.
Η αυτοθυσία του ταβερνιάρη της περιοχής και κάποιων σερβιτόρων που τον βοήθησαν, με δύο βενζινακάτους, διέσωσε 9 ναυαγούς και περισυνέλεξε 7 πτώματα.
Λίγα χρόνια αργότερα, στην Κατοχή, ο ίδιος άνθρωπος, ο Μανώλης Παρλαμάς. "στρατολογήθηκε" από τους Αγγλους και εκτελέστηκε για την αντιστασιακή του δράση από τους Ναζί, έχοντας κάνει πολύ σημαντικό έργο.
Η πολύνεκρη τραγωδία έγινε τραγούδι με τίτλο: «Οι αδικοπνιγμένοι» σε στίχους, μουσική και εκτέλεση του Κ. Ρούκουνα.
Το τραγούδι έγινε δίσκος. Όμως ο δικτάτορας Μεταξάς διέταξε την απόσυρση αυτού του δίσκου όταν μόλις είχε κυκλοφορήσει από την ODEON, με στοιχεία : GA 7048
Τα στοιχεία κατέγραψε ο Σπ.Παπαιωάννου στην έκδοση του ΔΗΜΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ: Ο Πειραιάς και το ρεμπέτικο τραγούδι - Ημερολόγιο 2006.Το τραγούδι ήταν το εξής:
Δυο καπετάνιοι κάνανε
μεγάλη απροσεξία
Και τόσος κόσμος πνίγηκε χωρίς καμιά αιτία [x2]
Κοσμάκη δώστε προσοχή ν' ακούστε τα χαμπάρια,
Απ’ όξω από τον Πειραιά τράκαραν δυο καράβια! [x2]
Το ένα η «Ανάστασις» το άλλο το «Υδράκι»
Απέναντι στου Παρλαμά σκορπίσαν το φαρμάκι [x2]
Σκεφτείτε τώρα βρε παιδιά με κλάματα να κράζουν
Γυναίκες άντρες και παιδιά «σώστε μας» να φωνάζουν [x2]
[φωνή: Ε, ρε τι άδικο κακό ήταν αυτό]
Ετσι τους ήτανε γραφτό άδικα να πνιγούνε
Κι όσοι τους περιμένανε στα μαύρα να ντυθούνε [x2].
ΤΟ ΞΑΒΕΡΙ
Από το 1980 η καρδιά του ναυτιλιακού Πειραιά, η καρδιά της Εμπορικής Ναυτιλίας, χτυπάει στην περιοχή Καρδουνιάρικων -Ξαβεριού. Στο χώρο όπου, πριν από πολλά χρόνια, γινόταν το «νυφοπάζαρο» της πόλης. Τώρα, με την κατεδάφιση των κρατικών αποθηκών και τη δημιουργία μεγάλης παραλιακής λεωφόρου, η μεταμόρφωση της περιοχής ολοκληρώθηκε.
Με την προσπέλαση αυτή, η «τροφοδοσία» από την ναυτιλιακή καρδιά του Πειραιά γίνεται άνετα και οι λειτουργίες είναι ευκολότερες.
=== Το Ξαβέρι πήρε το όνομά του οπό τον Ξοβέριο Στέλλα, που διατηρούσε εκεί εξοχικό κέντρο.
Χρειάστηκαν, όμως, πολλά χρόνια, ώσπου να περάσουμε από τα Καρβουνιάρικα και το παλιό Ξαβέρι στο σημερινό ναυτιλιακό «Σίτι». Πρώτα από όλα, μετά το 1967, έγινε ο επιβατικός σταθμός του Ο.Λ.Π., με το σημερινό εκθεσιακό χώρο, που μεταμόρφωσε την περιοχή των Καρβουνιάρικων. Μετά δημιουργήθηκαν τα πρώτα πολυώροφα κτίρια, που στέγασαν διάφορες ναυτιλιακές εταιρείες. Ακολούθησε η ανέγερση ναυτιλιακών μεγάρων προς την πλευρά του Ξαβεριού. Η ναυτιλιακή δραστηριότητα της Ακτής Μιαούλη επεκτάθηκε προς τα κει.
Παλιότερη φωτογραφία του κτιρίου των αποθηκών, που διατηρεί και σήμερα την παλιά του μορφή, στον Άγιο Νικόλα. (1986).
ΕΦΟΠΛΙΣΤΕΣ-ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ
Όπως ήταν επόμενο, το 1979 μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Ξαβέρι τα γραφεία της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών. Αργότερα μεταφέρθηκε στο ίδιο κτίριο (της Ακτής Μιαούλη 85) και το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Έτσι, η καρδιά της Ελληνικής Ναυτιλίας άρχισε να χτυπάει στην περιοχή Καρ6ουνιάρικων-Ξαβεριού.
ΤΟ ΠΑΛΙΟ «ΧΡΩΜΑ»
Αν κάποιος που λείπει πολλά χρόνια από τον Πειραιά βρεθεί ξαφνικά στην περιοχή αυτή, είναι σίγουρο πως δε θα την αναγνωρίσει. Το δολάριο, που «έπεσε με το τσουβάλι», τη μεταμόρφωσε κυριολεκτικά και την έκανε κτήμα του εφοπλισμού. Μοναδικό απομεινάρι της περιοχής, που δείχνει ότι κάποτε εκεί υπήρχε ένα μέρος του παλιού Πειραιά, είναι οι αποθήκες που έχουν διασωθεί ( 1986), στην οδό Ευπλοίας.
ΤΟ «ΧΩΡΙΟ» ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ
Μέχρι τη δεκαετία του 80, στο Ξαβέρι, στα Καρβουνιάρικα, υπήρχε το χωριό του Πειραιά, ένα χωριό από παράγκες. Οι παράγκες βρίσκονται δίπλα στην αφετηρία των λεωφορείων που συνδέουν τον Πειραιά με την υπόλοιπη Αττική.
Στα 2003 είχαν απομείνει μερικές μισογκρεμισμένες παράγκες και δύο ξεχασμένες οικογένειες.
Τραγική ειρωνεία πως μπροστά στο εγκαταλειμμένο χωριό αράζουν, στην Ακτή Ξαβερίου, τα κρουαζιερόπλοια που δίνουν ένα παράταιρο φόντο στις μικρές παράγκες που στέκονται ακόμη όρθιες σε πείσμα των καιρών.
«Μετά την κατασκευή της γέφυρας, οι περισσότεροι κάτοικοι αποζημιώθηκαν και έφυγαν", λέει ο Παναγιώτης Θεοφίλου, ένας από τους τελευταίους κατοίκους του "χωριού". Ή δική μου οικογένεια ήρθε εδώ πριν 180 χρόνια.
Από την εποχή της μητέρας του πατέρα μου, η οποία από ότι ξέρω ήτανε από εδώ Πειραιώτισσα, όπως οι περισσότεροι. Δεν έχω ακούσει να υπήρχαν πρόσφυγες.
Από τότε, το σπίτι περνάει από τους γονείς στα παιδιά. Εγώ εδώ γεννήθηκα και ζω όλη μου τη ζωή, 65 ολόκληρα χρόνια". Δείχνει τη γέφυρα που εμποδίζει τον ήλιο να φτάσει στο σπίτι του και ευθύνεται για την καταστροφή της παλιάς γειτονιάς του.
«Εκεί που τώρα είναι η γέφυρα, υπήρχαν τα γερμανικά καταφύγια. Εκεί γεννήθηκα. Τώρα, τόσα χρόνια μετά, μένω εδώ με τα παιδιά μου. Αυτά θα πάρουν το σπίτι μετά από μένα". Ο Π. Θεοφίλου μιλάει νοσταλγώντας τα χρόνια που σε κάθε παράγκα ζούσε και μία οικογένεια.
«Είμασταν μόλις 10 οικογένειες αλλά όλα θύμιζαν χωριό, και όλοι είμασταν δεμένοι μεταξύ μας. Είχαμε τους κήπους μας και τα ζωντανά μας. Όλα άλλαξαν όμως. Οι νέοι έφυγαν, οι γέροι που έμειναν πέθαναν και τα σπίτια ερημώθηκαν».
Ο ίδιος δεν έφυγε ποτέ από τη γειτονιά του, γιατί απλώς δεν μπόρεσε.
«Μας είπαν να φύγουμε και εμείς, να πάμε κάπου αλλού, αλλά με τι λεφτά; Αυτό το σπίτι είναι η μόνη μας περιουσία. Μας ανήκει 180 χρόνια και έτσι απλά θα φύγουμε».
Η οικογένεια του κ. Παναγιώτη, είναι μία από τις δύο που «στέκονται φύλακες» της δικής τους γειτονιάς.
Το σπίτι του, όπως και πολλά άλλα είναι ιδιόκτητο. Υπάρχουν και κάποια που είναι της Εκκλησίας. Δεν ξέρουμε ακριβώς την ιστορία. Ακούγεται ότι ανήκουν στη Μονή Πετράκη, άλλοι λένε ότι καταπατήθηκαν στην αρχή του αιώνα. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι έγινε. Τώρα πια δεν μένει κανείς σε αυτά τα σπίτια".
Η ιδιοκτησία ή όχι της Εκκλησίας, δεν είναι το μόνο αναπάντητο ερώτημα για τους κατοίκους. Αγνοια δηλώνουν και για το θέμα των αποζημιώσεων.
«Πρόσφατα έφυγε ένας από τους τελευταίους κατοίκους, που έμενε σε ένα λυόμενο", λέει ο Λουκάς Φουστέλης, το σπίτι του οποίου βρίσκεται κοντά στις παράγκες και ανήκει στην οικογένεια της γυναίκας του από το 1925.
«Ακούστηκε ότι για να φύγει, πήρε κάποια χρήματα, αλλά δεν ξέρουμε σίγουρα. Γενικά για τις αποζημιώσεις, έχουμε επιφυλάξεις. Δόθηκαν, δεν δόθηκαν, κανείς δεν ξέρει! Πάντως αυτοί που έφυγαν τότε με τη γέφυρα και ήταν πιο κοντά πρέπει να αποζημιώθηκαν».
Δείτε και εδώ: Ένα χωριό στο Κέντρο του Πειραιά
ΒΑΣΙΛΗΣ Π. ΚΟΥΤΟΥΖΗΣ
Δημοσιογράφος - Ερευνητής
27-11-10
ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ -ΚΑΣΤΕΛΑ ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ ΚΕΝΤΡΟ
ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ
© KOUTOUZIS.GR Αναδημοσίευση επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην πηγή www.koutouzis.gr .