Του Σάββα Ν. Αθανασίου
Ο ορεινός όγκος της Χερσονήσου των Μεθάνων, δεν ήταν ελκυστικός για κατοίκηση και εκμετάλλευση της γης. Παρ' όλα αυτά, κατά την Τουρκική κατοχή, η οποία αρχίζει από το 1458 - το έτος αυτό κατελήφθη η Κόρινθος, η οποία ήταν το διοικητικό κέντρο της περιοχής και φθάνει μέχρι το 1821, υπήρχαν δύο οργανωμένα χωριά στην Χερσόνησο. Υπολογίζεται ότι στα μέσα του 15ου αιώνα κατοικούσαν στα Μέθανα 250 άνθρωποι και το 1700 κατοικούσαν στην Παναγίτσα και στο Μεγαλοχώρι 392 άτομα.
Το Βαθύ, ήταν το βασικό λιμάνι των δύο αυτών οικισμών. Δεν γνωρίζουμε
πολλά στοιχεία για αυτές τις περιόδους, ωστόσο στο Μεγαλοχώρι υπάρχει ακόμα το
κτίριο όπου στεγαζόταν το «Κονάκι», εκεί που ήταν η έδρα του Τούρκου επιτηρητή.
Ο πληθυσμός ήταν συγκεντρωμένος στις δύο αυτές περιοχές και δεν ήταν
διασκορπισμένος στην υπόλοιπη Χερσόνησο επειδή προφανώς υπήρχαν ανίατες
ασθένειες που μάστιζαν την περιοχή. Πιθανολογείται ότι υπήρχε αριθμός ασθενών
που ζούσε απομονωμένος σε σπηλιές, μακριά από αυτά τα δύο χωριά. Τα στοιχεία που
έχουν συγκεντρωθεί για την περίοδο της Τουρκοκρατίας αναφέρονται σε έγγραφα των
Βενετσιάνων, σε κείμενα Ελλήνων γραφιάδων και σε περιγραφές ιστορικών
κατορθωμάτων Υδραίων καραβοκύρηδων.
Κατά τη δεύτερη Βενετσιάνικη κατοχή, που διήρκεσε τριάντα χρόνια,
από το 1685 μέχρι το 1715, ο Francesco Grimmani
αναφέρει σε έγγραφό του ότι τα Μέθανα είχαν το μεγαλύτερο πληθυσμό με 76
οικογένειες και ήταν το διοικητικό κέντρο του Πόρτο Πόρος, που αποτελείτο από 20
κοινότητες. Οι 76 οικογένειες είχαν συνολικά 392 μέλη. Οι 205 ήταν άνδρες και οι
187 ήταν γυναίκες. Σε μια περιγραφή του ο Pier Antonio Pasifico, αναφέρει τα
Μέθανα «il Castello di Metana», που σημαίνει το «Κάστρο των Μεθάνων», αλλά δεν
διευκρινίζεται αν εννοεί το Παλαιόκαστρο ή άλλο κάστρο ή ακόμα, αν περιγράφει τη
Χερσόνησο ως κάστρο. Προς το τέλος του αιώνα, ομάδα προσφύγων από τα Ψαρά
εγκαταστάθηκε στο χωριό Καημένη Χώρα. Σύμφωνα με
τα επίσημα στοιχεία που υπάρχουν για την περίοδο αμέσως μετά την απελευθέρωση
από τους Τούρκους, οι κάτοικοι των Μεθάνων αποτελούσαν το μισό πληθυσμό
ολόκληρης της περιοχής της Τροιζηνίας.
Στοιχεία για τους κατοίκους της Χερσονήσου Μεθάνων αντλούμε και από την
έρευνα του Γάλλου Jean Bapticte Bory de Saint Vincent – Ζαν Μπατίστ Μπορί ντ Σεν
Βενσάν, που επισκέφθηκε την Πελοπόννησο και την περιηγήθηκε επί 16 μήνες το 1829
ως μέλος επιστημονικής γαλλικής επιτροπής, τα συμπεράσματα της οποίας αποτέλεσαν
το επιστημονικό βιβλίο Geographie, το οποίο εξεδόθη στο Παρίσι το 1834. Στο
βιβλίο αυτό αναφέρεται ότι η Χερσόνησος των Μεθάνων, που ανήκαν στην Επαρχία
Κορίνθου, είχε τους εξής κατοίκους:
Μέθανα οικογένειες 78
Βρωμολίμνη οικογένειες 35
Κάτω Μούσκα οικογένειες 39
Απάνω Μούσκα οικογένειες 16
Κουνουπίτσα οικογένειες 43
Άγιος θεόδωρος οικογένειες 32
Συνολικά,
σύμφωνα με την αναφορά του Ζαν Μπατίστ υπήρχαν στη Χερσόνησο των Μεθάνων 243
οικογένειες, ενώ στον Γαλατά υπήρχαν 8 οικογένειες και
στη Μαγούλα 9 οικογένειες. Βέβαια, στον Δαμαλά
κατοικούσαν 372 οικογένειες και στον Πόρο υπάρχει η
εκτίμηση για 10.000 άτομα. Προφανώς, στα άτομα αυτά συμπεριλαμβάνονται και οι
ναύτες από τα σκάφη που ήταν ελλιμενισμένα στο νησί.
Στην απογραφή που έγινε το 1830, στα Μέθανα κατοικούσαν 1.084 άτομα, ενώ στην υπόλοιπη Τροιζηνία κατοικούσαν 1.162 άτομα. Βέβαια, είναι προφανές ότι αρκετοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν εκεί μετά το 1826, όπου συγκεντρώθηκαν στη Χερσόνησο από άλλες περιοχές της Αργολίδας, της Μεγαρίδας, της Βοιωτίας και της Λακωνίας. Το έτος αυτό έγινε η ανασύνταξη του τακτικού στρατού στην περιοχή των Μεθάνων. Την περίοδο αυτή πρέπει να έγιναν και συγκρούσεις μεταξύ εποίκων και γηγενών κατοίκων.
Η μεγάλη ανάπτυξη των Μεθάνων έγινε από το 1821 μέχρι το 1850 εξαιτίας της εσωτερικής μετανάστευσης. Από τα στοιχεία της απογραφής του 1830, προκύπτει ότι στη Χερσόνησο κατοικούσαν μόνο 1.084 άτομα, από τα οποία οι 204 στην Κουνουπίτσα, οι 152 στους Αγίους Θεοδώρους, οι 166 στη Βρωμολίμνη, οι 185 στα Παλαιά Λουτρά, οι 76 στο Μακρύλογγο και οι 370 στο Μεγαλοχώρι, που ήταν το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής.
Ο ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΝΤΕΝΤΕΣ
Στον αγώνα κατά των Τούρκων και υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας συμμετείχαν αρκετοί κάτοικοι της περιοχής. Ο πιο γνωστός αγωνιστής ήταν ο Ντέντες Δεδεγκίκας - Γκίκας. Ο οπλαρχηγός Ιωάννης Δεδεγκίκας - Γκίκας, ο οποίος καταγόταν από τα Μέθανα ήταν ένας από κορυφαίους αγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821. Έγινε γνωστός με το όνομα Ντέντες. Συγκρότησε στρατιωτικό σώμα και συμμετείχε στις πολιορκίες της Μονεμβασιάς, της Κορίνθου, της Τρίπολης και των Δερβενακίων. Στη συνέχεια οι Μεθανίτες με οπλαρχηγό τον Δεδεγκίκα, ενσωματώθηκαν με το Νικηταρά στις μάχες της Αττικής και των Αθηνών και τέθηκαν κάτω από την αρχηγία του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Επίσης ο Ντέντες έλαβε μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα. Σκοτώθηκε στη Περαχώρα της Κορινθίας. Τα πατρικό του σώζεται στην Κουνουπίτσα και εκεί φυλάσσεται από τους συγγενείς του, το κανόνι που χρησιμοποιούσε στις μάχες με τους Τούρκους. Ντέντες στα αρβανίτικα σημαίνει καλός, παπούλης, δηλαδή σεβάσμιος. Εκτός από τον Δεδεγκίκα υπήρχαν και πολλοί άλλοι που έδωσαν την ζωή τους, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία της δραστηριότητας τους. Δεν έχουν καταγραφεί καν τα ονόματά τους. Την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, ήταν αρκετοί από τα Μέθανα που πολέμησαν ώστε η Ελλάδα να αποκτήσει την ελευθερία της. Από την συλλογή στοιχείων προκύπτει ότι οι αξιωματικοί, που συμμετείχαν στον αγώνα ήταν ο Μιχάλης και Ανάργυρος Οικονόμου. Πυροβολιστές και πηδαλιούχοι ήταν ο Σταύρος Μεθενίτης και ο Παυλής ή Μεθενίτης Νικόλαος. Ναύτες ήταν οι Δημήτριος Ντέντες, Ανδρέας Μεθενίτης, Δημήτριος Μεθενίτης και Νικόλαος Γκίκας. Άλλος αγωνιστής ήταν ο Σταμάτιος Θεοδώρου. Είναι προφανές ότι οι περισσότεροι αγωνιστές που ναυτολογήθηκαν ως ναύτες ή πυροβολιστές στα σκάφη του αγώνα, έπαιρναν το προσωνύμιο Μεθενίτης. Επώνυμο που μέχρι σήμερα υπάρχει στην Ύδρα, στην Αθήνα και στην Τροιζηνία.
Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΦΑΒΙΕΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ
Τα Μέθανα, το 1826 έγιναν το κέντρο του αγώνα. Ο Γάλλος Κάρολος Φαβιέρος
οργάνωσε στο Στενό, τον ελληνικό τακτικό στρατό. Με αφορμή το γεγονός ότι στην
περιοχή στρατοπέδευσε ο τακτικός στρατός, το χωριό Ντάρα ή Δάρα μετονομάστηκε σε
Τακτικούπολη. Ο Φαβιέρος ήταν στρατιωτικός και φιλέλληνας. Σπούδασε στην
Πολυτεχνική σχολή του Παρισιού και συμμετείχε το 1807 σε αποστολή στην
Κωνσταντινούπολη και διακρίθηκε στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Ιβηρική
Χερσόνησο και στη Ρωσία. Το 1824 ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Το επόμενο
έτος η ελληνική κυβέρνηση του ανέθεσε τη διοίκηση του τακτικού στρατού. Ο
τακτικός στρατός παρέλασε για πρώτη φορά στις 5 Οκτωβρίου 1825 στην Αθήνα. Ο
άνδρες που αποτελούσαν αρχικά τον τακτικό στρατό ανέρχονταν σε 400, αργότερα
έγιναν 3.000.
Το 1826 ο τακτικός
στρατός αριθμούσε 2.000 άνδρες. Μετά την διαφωνία με τον Καραισκάκη ο Φαβιέρος
κατέφυγε στα Μέθανα, όπου αναδιοργάνωσε τον τακτικό στρατό. Στις 30 Ιουλίου, του
1826, σαν σήμερα δηλαδή, μετακινήθηκε προς την Ελευσίνα και στις 8 Αυγούστου
συμμετείχε σε μάχη με τους Τούρκους στο Χαιδάρι. Ο στρατός ενώθηκε με τους
άνδρες του Καραισκάκη και άλλων οπλαρχηγών. Ο Φαβιέρος επέστρεψε στα Μέθανα μαζί
με τους άνδρες του, μετά την παράδοση της Ακρόπολης στους Τούρκους, που έγινε
στις 25 Μαίου 1827. Στα Μέθανα σώζεται ακόμα το φρούριο, μαζί με τους τέσσερις
πυργίσκους, όπου στρατοπέδευσε ο τακτικός στρατός. Το φρούριο αυτό ονομάζεται το
«Κάστρο του Φαβιέρου» και βρίσκεται στην στρατηγική θέση στο Στενό, λίγα μέτρα
μακρύτερα από τα αθηναϊκά τείχη που σώζονται από τον 5ο αιώνα π.Χ.
Στα Μέθανα ήρθε και ο στρατηγός Μακρυγιάννης, το 1826, προκειμένου να συναντήσει τον Κ. Φαβιέρο, με εντολή της τότε Διοίκησης και συμμετείχε ενεργά στη συγκρότηση του τακτικού στρατού. Στα απομνημονεύματα του, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, γράφει για τα Μέθανα: «Δια να μην γένη αυτό το κακό, να κοπή ο Περαίας, πολέμησαν όλοι το Φαβιέ και πήρε τον ταχτικόν και πήγε εις τα Μέθενα, σ' ένα έρημον και νοσώδη τόπον, κ' έφκειασε εκεί κάστρο και σπίτια. Κι' ως νοσώδης ο τόπος, αφανίστηκαν οι άνθρωποι και χάθηκαν κακώς κακού». Επίσης σε άλλο σημείο γράφει: «Ήρθαν και τα άλλα τα μέλη της Επιτροπής της Διοίκησης, είπαν να πάγη ένας από αυτούς εις τα Μέθενα να μιλήση με τον Φαβιέ. «Ήταν καλέ, μου λένε, να πάγαινες και μόνος σου - είσαι αστενής, θα τον ενθουσίαζες αλλοιώς. Τους λέγω, να πεθάνω εις τον δρόμον θα πάγω να νεργήσω ό,τι μπορώ». Επήγα εις τα Μέθενα. Με δέχθηκε ο αγαθός Φαβγές κι όλοι οι αξιωματικοί. Τους ενθουσίασα. Τους ηύρα, πρόθυμους και με μεγάλον πατριωτισμόν. Σηκωθήκαμεν με τον Φαβγέ και πήγαμεν εις την Διοίκηση. Και διοριστήκαμεν εμείς οι δύο επίτροποι με δυό μέλη από την Διοίκηση και σκεδιάσαμεν και μιλήσαμεν να μείνη μυστικόν το σχέδιόν μας, κ' έμεινε. Πήγε ο Φαβγές εις τα Μέθενα, έκαμε χαζίρι το σώμα του και το φόρτωσε πολεμοφόδια».
Στο σχέδιο για την αυτοβιογραφία του ο στρατηγός Μακρυγιάννης λέει: «Πήγα στην κυβέρνηση κ' είπα αυτά όλα και μ' έστειλε και πήγε εις τον γενναίον και αγαθόν Φαβιέ στα Μέθενα και αυτός και ούλοι μέσα οι γενναίοι άνδρες μ' άκουσαν και πήραν απάνω τους πολεμοφόδια και αλοιφάδες για τους πληγωμένους και άλλα και μπήκαν μέσ' το κάστρο. Πόσοι θυσιάσθηκαν η ιστορία σας τα λέγει». Σε δεύτερο σχέδιο της αυτογραφίας του γράφει: « η Διοίκησις με διορίζει να υπάγω εις Μέθενα και με διαταγάς της προς τον Κολονέλον Φαβιέρον. Υπακούει ο Γεν(αιότατος) Κολονέλος ετοιμάζεται δια πεντέξ' ημέρας και μετά εξακοσίων στρατιωτών του, φορτωμένων μπαρούτην εισέρχεται εις την Ακρόπολιν πολεμών».