Καπετάν Αντρέας Ζέππος
Με τον Γιάννη Παπαιωάννου
Η ιστορία πίσω από το μύθο…
Του Γιάννη Κριτσαντώνη
Αν τον δείτε να αρμενίζει στα γαληνεμένα νερά του Αιγαίου, καμαρωτό με τα κάτασπρα πανιά του, θαυμάστε τον. Αν πάλι τον συναντήσετε να ταξιδεύει παλεύοντας με τα θεόρατα κύματα, μέσα στον μανιασμένο άνεμο των Κυκλάδων, αξίζει διπλό θαυμασμό. Γερό σκαρί ο «Ζέππος», δεν καταλαβαίνει από φοβέρες του καιρού! Προστάτες του είναι ο Άγιος Ευστράτιος και η ιστορία που κουβαλάει στην «κουβέρτα» του. Μια ιστορία περίπου 65 χρόνων, που αξίζει τον κόπο να διηγηθούμε…
«Καπετάν Αντρέα Ζέππο,
χαίρομαι όταν σε βλέπω…
Πολλοί καλάρουμε, μα δεν βγάζουν ψάρια.
Καλάρει ο Ζέππος και βγάζει καλαμάρια…»
τραγουδούσε ο μεγάλος συνθέτης Γιάννης Παπαϊωάννου, γύρω στα 1945, περνώντας στην αιωνιότητα την πραγματικότητα που ο ίδιος τότε ζούσε. Κι αυτός ο Ζέππος, ο καπετάνιος, ο δεινός ψαράς, ο γλεντζές, που από τη δεκαετία του ΄50 τραγουδήθηκε όσο κανείς άλλος, δεν ήταν μύθος. Ήταν πραγματικότητα. Έγινε όμως θρύλος, όπως και το ίδιο του το δωδεκάμετρο καΐκι, που πλέει περήφανο ακόμα και σήμερα στα γαλανά νερά του Αιγαίου.
Ο Ζέππος, όμως, από τότε που του πήρε το πλεούμενο, για χρέη, η Αγροτική Τράπεζα, γύρω στα 1966, έπαψε να χαμογελάει. Αυτό ήταν η ζωή του. Δεν είχε τίποτα πια να κάνει. Με τι να «καλάρει για να βγάζει καλαμάρια»; Πήγαινε από δω κι από κει στο Μικρολίμανο κι έφτιαχνε δίχτυα. Άλλους πόρους δεν είχε. Μαράζωσε. Έπινε κι όλας… Έπειτα από δύο χρόνια πέθανε. Ήταν 7 του Ιούνη του 1969…
Ας πάρουμε όμως τούτη την ιστορία από την αρχή, αφού για να καταλάβουμε την ιστορική αξία του καϊκιού σήμερα, πρέπει να δούμε λίγο την πραγματική ιστορία του καπετάνιου και πρώτου ιδιοκτήτη του. Του θρυλικού καπετάν Αντρέα Ζέππου…
Όταν το 1982, άρχισα για πρώτη φορά να ψάχνω την πραγματική ιστορία των στίχων του Παπαϊωάννου, το… ρεπορτάζ με έφερε τυχαία σ ένα παλικάρι τότε 37 χρονών, στη Φρεαττύδα, όπου και σήμερα ακόμα διατηρεί εκεί κατάστημα. Ήταν ο γιος του ο Στράτος! Εκείνος μου είπε τότε την πραγματική ιστορία του πατέρα του. Αργότερα, μερικές λεπτομέρειες από τη ζωή του Ζέππου μου επιβεβαίωσε και η μεγάλη κυρία του τραγουδιού, η Καίτη Γκρέη, που τον γνώριζε, όπως επίσης και αρκετοί γείτονές του στα «προσφυγικά» του Μικρολίμανου, όπου έζησε αρκετά χρόνια, αφού εκεί ήταν το καταφύγιό του.
Ο Ζέππος, γεννιέται μέσα σε… καΐκι ερχόμενος από το Αϊβαλί στον Πειραιά, στις 10 Φλεβάρη του 1914, μετά την καταστροφή της Μικράς Ασίας. Στα 24 του ορφανεύει από γονείς, αλλά στη θάλασσα έχει βγει από… 4 χρόνων! Του αρέσει και το ποτό… Στα 16 του «καπετανεύει» ήδη και είναι δεινός ψαράς, όπως και ο πατέρας του. Στα 24 χρόνια του, γνωρίζει την γυναίκα του και παντρεύεται. Εγκαθίσταται στο Μοσχάτο, στο σπίτι της γυναίκας του, όπου εκεί γεννιόνται και τα παιδιά του. Ο πεθερός του, ψαράς κι αυτός, του αναθέτει το καΐκι του. Πάει στρατιώτης κι όταν γυρίζει, μετά από λίγο διάστημα, «βγάζει» δικό του καΐκι, που το βαφτίζει «Άγιο Ευστράτιο»… Στα 24-26 του, δηλαδή, είναι ήδη ιδιοκτήτης ψαροκάικου. Του το έχει κατασκευάσει ένας μικρασιάτης μάστορας καραβομαραγκός στο Πέραμα. Είμαστε γύρω στο ΄40… Κατοχή, αλλά ο καπετάν Ζέππος, κατέχει καλά την τέχνη του. Πιάνει πολλά ψάρια που του αφήνουν λεφτά με τη σέσουλα. Κάνει μεγάλη περιουσία που όμως δεν μπόρεσε να την κρατήσει. Μπορεί στα παιδιά του να μην άφησε τίποτα, αλλά έκανε ό,τι μπορούσε για τους πάντες! Δεν άφησε άνθρωπο αβοήθητο στην κατοχή. Ποτέ δεν καθόταν να φάει μόνος με την οικογένειά του. Πάντα καλούσε… τρεις – τέσσερις ακόμα οικογένειες που ήξερε ότι δεν είχαν να φάνε εκείνη την ημέρα. Όταν έβλεπε κάποιον στη γειτονιά να υποφέρει, έφερνε στο σπίτι ψάρια και έλεγε στη γυναίκα του:
- Αυτά βάλτα στην άκρη να τα πας απέναντι στο γείτονα…
Έβαζε η γυναίκα μερικά ψάρια σε μια σακούλα να τα πάει απέναντι κι αυτός έβλεπε τη σακούλα.
- Βάλε κι άλλα! Δεν φτάνουν αυτά, φώναζε…
Τάισε πολύ κόσμο στην κατοχή και έκανε … συσσίτιο προπάντων για τα παιδιά… Αλλά έπινε. Και κάθε βράδυ στα μπουζούκια ξόδευε περιουσίες. Δεν λογάριασε ποτέ το χρήμα, γιατί νόμιζε ότι πάντα θα του έρχονταν όλα βολικά.
Η Καίτη Γκρέη τον θυμάται στα μαγαζιά των Τζιτζιφιών και του Μοσχάτου, να μπαίνει να γλεντάει κάθε βράδυ και να «σηκώνει» όλο το μαγαζί. «Πιωμένος ήταν καπετάν φασαρίας», θυμάται, «είχαμε γίνει καλοί φίλοι. Καλόκαρδος όμως άνθρωπος. Όταν έφευγε, σήκωνε σε… μπόγο το τραπεζομάντιλο με ό,τι είχε επάνω, αφού άφηνε ένα μάτσο χρήματα στο γυμνό τραπέζι!!»
Το ίδιο αλλά… αντίστροφα έκανε ο καπετάν Αντρέας Ζέππος και όταν έφευγε από το σπίτι του, όπως μου έλεγε το 1982 ο γιος του. «Η μάνα μας έλεγε, ότι μετά την ψαριά, έφερνε στο σπίτι ένα μεγάλο σωρό με λεφτά, τα έβαζε πάνω στο τραπέζι της κουζίνας, έπειτα σήκωνε το τραπεζομάντιλο σε μπόγο, το έβαζε στον ώμο και έφευγε για τα μπουζούκια!»
Το καϊκι του Ζέππου σήμερα
Με τον Παπαϊωάννου ήταν πολύ φίλοι, αλλά είχαν και κάποια μακρινή συγγένεια. Ήταν όμως περισσότερο φίλοι, γιατί έκαναν μαζί σχεδόν μια ολόκληρη ζωή στο ψαροκάικο. Πριν ακόμα γίνει συνθέτης ο Παπαϊωάννου δούλευε στο καΐκι του Ζέππου. Είχε λοιπόν ένα μπουζουκάκι κι όπως καθόταν στην πρύμνη, τραγούδαγε τους καημούς της δουλειάς τους. Έτσι, αφιέρωσε το ομώνυμο τραγούδι στον καπετάνιο του, που έγινε σουξέ με την αξέχαστη Μαρίκα Νίνου, περίπου το ΄46. Και οι στίχοι του τραγουδιού αυτού τελικά δεν βγήκαν από την φαντασία του συνθέτη. Ήταν η καθημερινή ζωή του καπετάν Αντρέα Ζέππου…
«Πολλοί καλάρουνε μα δεν βγάζουν ψάρια.
Καλάρει ο Ζέππος και βγάζει καλαμάρια…»
Ο πεθερός του Ζέππου, ψαράς κι αυτός, όπως είπαμε στην αρχή, ήταν από την Κούλουρη (Σαλαμίνα). Γι αυτό και μια άλλη στροφή από το πασίγνωστο τραγούδι του Παπαϊωάννου, έλεγε:
«Όλοι στο τσούρμο του είναι ιππότες…
Πέντε – έξι από την Κούλουρη και οι άλλοι Αϊβαλιώτες…»
Φαίνεται όμως ότι αυτή η… ιπποσύνη του Ζέππου, αυτή η υπέρμετρη αγάπη και βοήθεια που έδινε στον καθένα, να του στοίχισε σε τελευταία ανάλυση και την ίδια του τη ζωή, αφού είναι σίγουρο ότι του στοίχισε το καΐκι του! Γιατί ο Ζέππος ήταν «τρομερά φερέγγυος άνθρωπος. Όταν χρωστούσε αρρώσταινε», μου είπε κάποτε ο γιος του. Έτσι, κάποια μέρα εκείνης της εποχής, ένας γνωστός του από τη Χαλκίδα, θέλησε να πάρει ένα δάνειο από την Αγροτική Τράπεζα, για να αγοράσει «εργαλεία» για το καΐκι του. Ο Ζέππος μπήκε εγγυητής, αλλά για κάποιο λόγο το δάνειο δεν εξοφλήθηκε και ο Ζέππος δεν είχε τόσα πολλά λεφτά πια για να πληρώσει. Έπρεπε να πληρώσει με το καΐκι του… Το έχασε. Έγινε αλκοολικός από το πιοτό και κάποια στιγμή δεν άντεξε… Πέθανε από κύρωση του ήπατος στα 1969 σε ηλικία 55 χρονών. Αυτός ο γεμάτος ζωή άνθρωπος, ο γλεντζές, ο μαέστρος της θάλασσας, δεν υπήρχε πια. Πέθανε άφραγκος και παρά λίγο να γίνει και έρανος για τα έξοδα της κηδείας του!
Και οι γενιές που ήλθαν μετά, τραγουδούσαν για πολλά χρόνια το ρεφρέν του Παπαϊωάννου:
Καπετάν Αντρέα Ζέππο, χαίρομαι όταν σε βλέπω…»
Το περίφημο καΐκι του όμως, ο «Άγιος Ευστράτιος», μετά την Τράπεζα, άρχισε να αλλάζει χέρια. Βγήκε σε πλειστηριασμό και το αγόρασε μια μεγάλη οικογένεια ψαράδων από το Πέραμα, οι Παγιδαίοι, που το ονόμασαν «Ζέππο»!! Τους έφερε τύχη και λεφτά και φτιάχτηκαν οικονομικά. Κάποια στιγμή αποφάσισαν να το πουλήσουν για να πάρουν μεγαλύτερο. Το καΐκι αλλάζει πάλι χέρια. Αυτή τη φορά το αγοράζει ο Ναουσαίος ψαράς Θανάσης Νταντάνης, που ζει σήμερα στην Πάρο. Το κράτησε αρκετά χρόνια και όπως λέει ο ίδιος του έφερε τύχη και αρκετό χρήμα! Μάλιστα θυμάται ότι κάθε φορά που συναντούσε με τον «Ζέππο» στα πελάγη τους προηγούμενους ιδιοκτήτες τους Παγιδαίους, αυτοί «ανέβαιναν στο καΐκι και φιλούσαν το ξύλο του!!»
Ο Νταντάνης πούλησε τον «Ζέππο» στον αρχιτέκτονα Κώστα Γουζέλη, που ασχολείται πολλά χρόνια με τα καΐκια. Αυτός περιέβαλε το ιστορικό σκαρί με περισσή αγάπη, το ανακατασκεύασε, του έβαλε πανιά, το έκανε ακόμα πιο όμορφο και κράτησε το όνομά του. Μ αυτό, ο γνωστός σκηνοθέτης Γιώργος Κολόζης έκανε τα γυρίσματα της σειράς ντοκιμαντέρ «Αιγαίο νυν και αεί, που προβλήθηκε με επιτυχία από την ΕΡΤ πριν από λίγους μήνες. Ο «Ζέππος» ξανοίχτηκε και πάλι στο Αιγαίο για τις ανάγκες των γυρισμάτων σ ένα δύσκολο ταξίδι 1500 μιλίων… Κι όπως θυμάται ο Γιώργος Κολόζης «αρκετές φορές συναντήσαμε 8 μποφόρ, αλλά στα μανιασμένα κύματα που τον χτυπούσαν, ο «Ζέππος» βγήκε παλικάρι. Γερό σκαρί!»
Μετά το τέλος των γυρισμάτων, το περήφανο καΐκι, πουλήθηκε πάλι. Αυτή τη φορά ιδιοκτήτης του είναι ένας από τους συγγενείς της οικογένειας Περατικού, που το προσέχει σαν παιδί του. Σήμερα ο «Ζέππος», 63χρονος πια, αλλά αγέρωχος, δυνατός και όμορφος, περιμένει αραγμένος, σε ένα μόλο του πανέμορφου νησιού της Αντιπάρου.
Λες κι ένα αόρατο χέρι οδήγησε τον Παπαϊωάννου, πριν από 57 χρόνια, να γράψει τον πρώτο στίχο αυτού του τραγουδιού, που ξεκινάει έτσι:
«Μια ψαροπούλα είναι αραγμένη.
Μπρος στ ακρογιάλι, τον Ζέππο περιμένει...!»
ΣΣ: Ο Βασίλης Κουτουζής έχει κάνει θεατρικό έργο τη ζωή του Ζέππου, που παίχτηκε στο "ψαράδικο πανηγύρι" του Αγίου Νικολάου στο Κερατσίνι το 1980 από το Λαϊκό Θέατρο Πειραιά.
© KOUTOUZIS.GR Αναδημοσίευση επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην πηγή www.koutouzis.gr .