Ο Πειραιάς ήταν ανέκαθεν..τροφοδότης

 

         Ό,τι γράφτηκε ως τώρα, που αναφέρει ότι  ο Πειραιάς, μετά την καταστροφή του από τον Αλάριχο  το 395 μΧ., ήταν ένα ασήμαντο, έρημο λιμάνι, δεν είναι ακριβώς αλήθεια.

      Μπορεί να μην είχε μόνιμους κατοίκους, αλλά πάντα  ήταν τόπος ανεφοδιασμού των πλοίων  σε τρόφιμα  και νερό. Η περιοχή παρήγαγε ανέκαθεν  λάδι, στάρι, ελιές, κρασί, σταφύλια, κρέατα  από τα βοσκοτόπια, τυριά, λεμόνια, πορτοκάλια, σύκα, λαχανικά διάφορα από την περιοχή του Ρέντη, κι ακόμη ρετσίνι, καπνό, καφέ, κίμινο, μετάξι, βελανίδια.

        Ο Ρέντης ήταν το επίκεντρο όλων αυτών και πήρε το όνομά του από τα πολλά νερά που έρεαν, Δήμος  Ελαιέων  κατά την αρχαιότητα από τις πολλές ελιές που υπήρχαν εκεί. (Το 358 π.Χ. ο Επίκουρος ίδρυσε στο Ρένδιο  Πεδίο  την περίφημη φιλοσοφική  σχολή). 

       Το λεκανοπέδιο της Αττικής είχε  εκτάσεις, έτοιμες να καλλιεργηθούν, και ανάμεσά τους διάσπαρτες αγροτικές κατοικίες, οι οποίες στέγαζαν τους  καλλιεργητές της.

     Αν ρίξουμε μια ματιά στο χρονολόγιο αφίξεων. θα δούμε ότι ποτέ δεν έμεινε  χωρίς επισκέπτες  και κατά καιρούς πολύ σημαντικούς:

662 μ.Χ.   Ο βυζαντινός στόλος, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα Κώνστα Β', στον Πειραιά, έναν ολόκληρο χειμώνα. Ευνόητο  είναι ότι θα έκαναν τις ανάλογες προμήθειες.

778 μ.Χ. Ο Βυζαντινός στόλος παραλαμβάνει την Ειρήνη την Αθηναία από τον Πειραιά και αποπλέει για την Κωνσταντινούπολη όπου θα στεφθεί αυτοκράτειρα.

935 μ.Χ.  Σαρακηνοί αποβιβάζονται στον Πειραιά  και λεηλατούν την  Αττική. Για να την λεηλατήσουν σημαίνει ότι είχε πλούτο.

1019 μ.Χ.  Ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος μετά τη νίκη του κατά των Βουλγάρων, έρχεται στην Αθήνα, κι αφού τελεί μεγαλοπρεπή δοξολογία στον  πλησίον του Παρθενώνος ναό της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, αναχωρεί από τον Πειραιά όπου είχε καταπλεύσει ισχυρή μοίρα του Βυζαντινού  στόλου.

1040 μ.Χ. Κατά τον 11ον αιώνα  διήλθαν  από τον Πειραιά οι μισθοφόροι του Βυζαντίου  Βάραγγοι, στους οποίους  κάποιοι συγγραφείς αποδίδουν τη  χάραξη Ρουνικής  επιγραφής  στη ράχη του Λέοντος του Πειραιώς.

1204 μ.Χ.   Ο δυνάστης της  Μεσαιωνικής  Ελληνικής Αυτοκρατορίας  Λέων Σγουρός, αφού κατέκτησε την Κόρινθο, ήρθε στον Πειραιά απ όπου πολιόρκησε την Αθήνα και την κατέλαβε.

       Φραγκοκρατία. Το λιμάνι του Πειραιά χρησιμοποιείται   ευκαιριακά  για εμπορικές συναλλαγές.

1318 μ.Χ.      Ο Πειραιάς αναφέρεται για πρώτη φορά στο χάρτη του Βισκόντι ως Πόρτο Λεόνε.  Τότε πήρε αυτήν την  ονομασία.

1456.-     Κατάληψη της Αθήνας και του Πειραιά από τους Τούρκους, αρχίζουν τα σούρτα φέρτα  των διάφορων Ευρωπαίων.

   Στις 14 Δεκεμβρίου 1674, ο τότε Γάλλος πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη  ήρθε με πολλά πλοία στο λιμάνι.

 

                              Ο Μοροζίνι στον  Πειραιά

 

     Το   1687    κατέπλευσε στον Πειραιά, το Πόρτο Δρά­κο, «λιμένα της Αθήνας» ο Φραγκίσκος Μοροζίνης, πληρεξούσιος και γενικός ναύαρχος των Ενετών.  

     Επρόκειτο για   εκστρατεία  για να καταλάβει το κάστρο της Αθήνας, την Ακρόπολη.

              

                             

                                                         Ο  Μοροζίνι   και το  πλοίο «Βουκένταυρος»

 

     Πληροφορίες για την εποχή, από πλευράς ελληνικών πηγών, δίνουν ο Ιωάννης Μπενιζέλος και το «Χρονικό του Μάτεση», που δηλώνει: «1684 Γενναρίου πρώτη, από εδώ καί ομπρός έβαλα αρχή να γράφω όσα πράματα άκουγα να συνέβουνε με τον Τούρκον καί Φραγγίαν».

        Ο Μοροζίνι έφτασε στον Πειραιά τον Σεπτέμβριο του 1687. Στη ναυαρχίδα του ήρθε να τον συναντήσει αντιπρο­σωπεία από Αθηναίους: «Ό Δημήτριος καί ό Πέτρος, αδελφοί Γάσπαρη, ό Σπυρίδων Περούλης και  ό Άργυρος Μπεναλδής επήγαν εις προσκύνησίν του καί του ανέφε­ραν ότι οι Τούρκοι έκλείσθησαν εις το Κάστρον (Ακρόπολη). Ό Μοροζίνης  έπρόσταξεν ευθύς τα καράβια, οκτώ χιλιάδες πε­ζοί υπό την όδηγίαν του Δανιήλ Δελφίνου, κατ' ευθείαν της Ακροπόλεως, δια να την κτυπούν με τάς βομβάρδας».  (Ιωάννης Μπενιζέλος)

     Αφού οχύρωσαν πρό­χειρα τον Πειραιά, οι Ενετοί φρόντισαν για τον ανεφοδιασμό του σε νερό και τρόφιμα.

       Σε πρώτη φάση μετά την καταστροφή του Παρθενώνα, τίποτε φαινομενικά δεν προμηνούσε ότι η Ενετική κατο­χή θα ήταν εφήμερη. Σε κείμενο του Ενετού Τζερολέμο Αμπρίτσι, γραμμένο στις 29 Σεπτεμβρίου 1687, αναφέρεται η παράδοση των Τούρκων της Αθήνας: «Οί Άλή Αγάς, Χουσεΐν Έφέντης, Χουσεΐν Καζί Μεχμέτ, Αχμέτ Έφέντης, ήρθαν στην γαλέρα του αρχιστρατήγου σαν εκπρόσωποι του διοικητή του φρουρίου της Ακρό­πολης, για να συζητήσουν με την Έξοχότητά του τους ορούς της παράδοσης του».

       Τελικά, 3.000 χιλιάδες Τούρκοι έφυγαν από τον Πειραιά για τη Σμύρνη στις 4 Οκτωβρίου 1687 με το πλοίο Σαν Σπριτιντιόνε. Την επίβλεψη της αναχώρησης είχε ο Μ. Α. Τεντίλι και οι Τούρκοι πήραν μαζί τους τις γυναίκες, τα παιδιά τους, κι όσα από τα υπάρχοντα τους μπόρεσαν να μεταφέρουν μέχρι το καράβι.

    Σύντομα όμως η κατοχή της Αθήνας γίνεται προβλη­ματική για τους Ενετούς. Τότε ο Μοροζίνι αρχίζει να με­ταφέρει στα καράβια του όσα καλλιτεχνικά λάφυρα μπο­ρεί από την περιοχή - ανάμεσα τους και το λιοντάρι του Πειραιά. Το «Χρονικό του Μάτεση», λακωνικά, επιση­μαίνει την αποτυχία της εκστρατείας, με την αποχώρηση που αρχίζει μόλις μπαίνει το 1688: «Γενναρίου 20, ίμπαρκάρησε αφέντης ό καπετάν γκενεράλες τους Αθηναίους στα καράβια να τους στείλει στη Ζάκυνθο». Πρόκειται για όσους Αθηναίους προτίμησαν την αυτοεξορία σε ενετοκρατούμενες περιοχές, για ν' αποφύγουν τα αντίποινα των Τούρκων που πλησίαζαν, απειλητικοί, από τη Χαλ­κίδα...

 

                                     Η παραγωγή λαδιού

    

      Ένα από τα είδη που παρήγαγε ανέκαθεν το λεκανοπέδιο της Αττικής ήταν το λάδι.

        Σε περίπτωση υπερπαραγωγής λαδιού, εκτός από τους τα­κτικούς πελάτες του Πειραιά, που ήταν οι Γάλλοι κι οι Ενετοί, εμφανίζονταν σαν αγοραστές και οι Άγγλοι. Τα νο­μίσματα που κυκλοφορούσαν στον Πειραιά στη διάρκεια του 17ου   αιώνα, ήταν  κυρίως τουρκικά πιάστρα και βε­νετσιάνικα τσεκίνια.

 

                              

                                                                  Λε Ρουά,  Πειραιάς     1750

     Την εποχή των Ενετοτουρκικών πολέμων οι Βενετοί έστελναν στον Πειραιά τα καράβια τους μεταμφιεσμένα: άλλοτε με γαλλική, άλλοτε με αγγλική κι άλλοτε με ολ­λανδική σημαία. Λ.χ. το καράβι που προαναφέρθηκε, ο «Άγιος Πέτρος», εμφανίζεται λίγο αργότερα - στα 1666 - με γαλλική σημαία, αλλά με προέλευση πάντοτε τη Βε­νετία, μεταφέροντας εμπόρευμα για τους Αθηναίους.

 

                          Πλοία  για εμπορεύματα και ανθρώπους

 

      Ένας από τους πιο ενημερωμένους ανθρώπους της επο­χής είναι, λόγω της θέσης του, ο Γάλλος πρόξενος Ζαν Γκιρώ. Πολλές λεπτομέρειες για την εμπορική κίνηση του λιμανιού υπάρχουν στην αναφορά του προς τον Ντε Νουαντέλτο 1674.

       Από το κείμενο αυτό προκύπτει ότι τα φορτωτικά δικαιώματα συχνά διαφοροποιούνται. Έτσι, άλλες είναι οι τιμές για το ρετσίνι ή τον καπνό κι άλλες για τον καφέ, το κίμινο, το μετάξι, το κρασί.

        Οι καπετάνιοι των καρα­βιών, που συχνά ο  Γκιρώ  αναφέρει με τα ονόματα τους, είναι Γάλλοι, Βενετοί, Δαλματοί, Έλληνες από το Ζάντε (Ζάκυνθο) κι άλλα  Ενετοκρατούμενα νησιά.

         Τα ίδια πλοία μεταφέρουν κι επιβάτες: το πλοίο του καπετάνιου Ντάνιελ με γαλλική σημαία, φορτώνει βελανίδι για την Ανκόνα απ' τον Πειραιά, το 1665. Το ίδιο πλοίο, το « Σαιντ Σοβόρ», δέκα χρόνια αργότερα πηγαίνει στο Οίτυλο και με έμψυχο φορτίο αυτή τη φορά, κατευθύνεται στην Κορ­σική: ξεκινάει στις 23 Σεπτεμβρίου του 1675 με Μανιάτες, που ιδρύουν στο νησί ελληνική αποικία. (Από το Οίτυλο στο Καργκέζε)

         Ανάμεσα σ' άλλους ταξιδιώτες, έρχονται στον Πειραιά την εποχή εκείνη κι οι αδελφοί Ντε Κομπέ πράκτορες της Γαλλίας στην περιοχή - όπως φαίνεται - που εργάζον­ταν ακολουθώντας διαταγές του Γάλλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, με το πρόσχημα της εμπορικής ιδιό­τητας.  

 

                                  Η Αττική είναι ο κήπος 

 

    Στα   1749 ο Λόρδος Τσάρλμοντ  που επισκέφθηκε  την αττική σημειώνει!

   «Αυτή ή πεδιάδα, από τον Πειραιά μέχρι την Αθήνα, έχει μήκος πέντε μίλια και περίπου εννιά πλάτος. Κοντά στη θάλασσα αποτελείται από θαυμάσια βοσκοτόπια, ανα­κατεμένα με σταροχώραφα και, καθώς πλησιάζει προς την πόλη, είναι πλούσια φυτεμένη με αμπέλια και  με ελιές». 

    Ο Ρίτσαρντ Τσάντλερ  που επισκέφθηκε το πειραϊκό λιμάνι  το 1765  γράφει στις εντυπώσεις του:

 

                                 

                                       Περιοχή Πειραιά, 1750,  δάση, φυτείες, καλλιέργειες

 

«Πρωί πρωί ήρ­θαν πάνω στο καράβι μερικοί "Ελληνες, τους οποίους ό καπετάνιος είχε ενημερώσει για την άφιξη του. Το κρασί άρχισε να κυκλοφορεί άφθονο, κι ή συνάντηση τους γιορ­τάστηκε, όπως συνήθως συμβαίνει μ' αυτούς τους γεμά­τους ζωή ανθρώπους, με πιοτό, τραγούδι καί χορό….

   …….   Ένας Αρβανίτης χωρικός  -(στη μέση της διαδρομής Πειραιά – Αθήνα) μας πρόσφερε ωραία σταφύλια - που πολύ τα ευχαριστηθήκαμε. Ένας άλλος, που κουβαλούσε ένα δερμάτινο φλασκί στην πλάτη του, τρά­βηξε νερό από ένα πηγάδι και μας έδωσε να πιούμε.

       »Ανάμεσα στ' αμπέλια υπάρχουν δημόσιες δεξαμενές (πηγάδια), άπ  όπου ποτίζονται τα περιβόλια καί τα δέντρα, με την επίβλεψη των ιδιοκτητών. Ό καθένας τους πληρώνει το νερό με την ώρα και οί τιμές ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα μέ την αφθονία ή την έλλειψη του.

     Κι ακόμα, στα 1815, ο Πουκεβίλ παρατηρεί «8 πλοία εμπορικά καί πολλά καΐκια απ' τη Σαλαμίνα και την Αίγινα, φορτωμένα φρούτα καί λαχανικά πού προορίζονται για την "Υδρα. Ή Αττική είναι ό κήπος αύτού του ξερού βράχου, πού δε διαθέτει παρά μόνο χρυσάφι: τα καράβια του...».

                                                     

             Είχε νερά  ο Πειραιάς   

                             

       Σε χάρτες του 1750 σημειώνεται  ένα ποταμάκι ή χείμαρρος, που κατέβαινε από το λόφο Βώκου, και μέσω Λεύκας και Καμινίων έπεφτε στον Κηφισό.  Αυτό  είναι που δημιουργούσε  και το έλος στην περιοχή  στη ΒΔ πλευρά του Πειραιά, τη Λίμνη όπως λεγόταν, προς τον Αγιο Διονύση.    

      Βέβαια  στο Φαληρικό όρμο   έτρεχαν πάντα ο Κηφισός, στον οποίο έπεφτε ο Ηριδανός και το ποτάμι του Δαφνίου, και ο Ιλισός, που κατέβαιναν  από τα ψηλά της Αττικής.

       Πολλά εξωτερικά νερά έτρεχαν στο Ρέντη  όπως ήδη είπαμε.

 

 

                                                                         Λε Ρουά 1750, παραλία Πειραιά με δένδρα

 

      Ωστόσο ο Πειραιάς είχε  αρκετά υπόγεια νερά, γι αυτό κατά καιρούς έγιναν πολλά πηγάδια, δημόσια και ιδιωτικά, για την ύδρευσή του – περισσότερα υπήρχαν προς το Ρέντη και το Μοσχάτο, που  εχρησιμοποιούντο  για το πότισμα  των καλλιεργούμενων  αγρών.

       Στον κυρίως Πειραιά,  απ όσα θυμήθηκαν οι παλιότεροι, δημόσια ήταν τα πηγάδια της οδού Αιγέως, σημερινής 2ας Μεραρχίας, στην Τρούμπα – από την αντλία του , τρόμπα, κατά παραφθορά πήρε το όνομά της, – αυτό το πηγάδι υπήρχε τουλάχιστον από την Ενετοκρατία. 

       Δυτικά του Λόφου της Μουνυχίας  υπήρχε ένα πηγάδι  που ονομαζόταν  «πηγάδι του στρατιώτη»,  και  άλλα στον Καραβά (1839), στη Βάρη (Καμίνια), στο Φάληρο, στο Μοσχάτο, και αλλού.

      Η περιοχή του Πειραιά   είχε κάποιες μικρές πηγούλες.

      Μία από αυτές βρισκόταν στο λιμανάκι της Φρεαττύδας, στο τέλος της ομώνυμης λεωφόρου, κάτω από την σημερινή πλατεία Λάμπρου Πορφύρα, εκεί που είναι σήμερα το Ναυτικό Μουσείο.

      Η πηγή  αυτή έτρεχε ως το 1960, πριν γίνουν τα έργα, και  όπως είχα δει τότε, το νερό που έτρεχε ήταν αρκετό.

      Την είχαν ονομάσει « Τσιρλονέρι», για είχε ιαματικές, καθαρτικές, ιδιότητες. Στο σημείο αυτό βρισκόταν και το πανάρχαιο (1180 π.Χ.) «Φονικό Δικαστήριο».

 

                   Το λάδι  αποθηκεύεται σε «ασκό   προβάτου»

 

     Περιηγητές όπως ο Ι. Γκολτ στα 1810, σημειώνουν ότι «κάθε χρόνο γίνεται εξαγωγή απ' τον Πειραιά προς τη Γαλ­λία, μέσω των Γάλλων εμπόρων της Αθήνας, περίπου 35.000 βαρελιών λαδιού».

    Το λάδι συχνά αποθηκεύεται σε «ασκό από ολόκληρη προβιά προβάτου», όπως ο Ι. Γκολτ  είδε να το μεταφέρει κάποιος Τούρκος.

     Επίσης, εξάγεται ριζάρι για βαφές υφασμάτων καθώς και νίτρο. Ο  Γκολτ προφήτεψε τότε  ότι κάποτε ο Πειραιάς μπο­ρεί να γίνει σημαντικό λιμάνι εξαγωγής προϊόντων της Ατ­τικής γενικότερα.

 

                      

                                      Το  λεκανοπέδιο  ήταν ένας  απέραντος   ελαιώνας

 

                        Οι καλόγεροι άδειαζαν τα ασκιά σε βαρέλια

 

       Από περιηγητικά κείμενα έχουμε και λεπτομερειακές περιγραφές εξαγωγής λαδιού κρυφά. Ο Π. Λωρέντ που την επισκέφθηκε στα 1818 τον Πειραιά και πέρασε  υποχρεωτικά  μια νύχτα στη Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα  αναφέρει:

  «……. Ό άνεμος σφύριξε περνώντας ανάμεσα στη σχεδόν χωρίς κεραμίδια οροφή καί αυτός ό θόρυβος μαζί με την αναταραχή της αρρώστιας καί την ανησυχία της εισόδου μας στην Αθήνα, με εμπόδιζε να κοιμηθώ πρίν από τα χαράματα. Τότε όλο το μοναστήρι βρισκόταν σε κίνηση καί ταραχή' κοιτάξαμε έξω από τα παράθυρα καί είδαμε την αυλή γεμάτη μουλάρια καί γαϊ­δούρια φορτωμένα με ασκιά γεμάτα λάδι. Οί ήμιονηγοι και οί καλόγεροι άδειαζαν τα ασκιά σε βαρέλια έτοιμα για το εξωτερικό ταξίδι. Μετά μάθαμε ότι ό πασάς της Εύβοιας, πού κάτω από τη δεσποτική του κυριαρχία στενάζει ή χώρα του Θεμιστοκλή, είχε, για κάποιους άσήμαντους λόγους, απαγορεύσει την εξαγωγή λαδιού από την Αττική, εκτός από ορισμένους πού είχαν αυτό το μοναστήρι. Οι κάτοικοι, συνεπώς, είχαν καταφύγει στην έμπορία λαθραίων εμπορευμάτων κάτω από την προστασία του Αγίου Σπυρίδωνα και τών καλόγερων, μέχρι τότε πού  κατόρθωναν να επιβιβαστούν σε μια γαλλική σκούνα, που την περίμεναν καθημερινά στο λιμάνι». ( 1821)

                                               

                                        Οι  πειρατείες 

 

       Θα αναφερθούμε  εδώ και στις πειρατείες στο λιμάνι του Πειραιά γιατί κάποιες είχαν σα σκοπό την αρπαγή εμπορευμάτων.

       Από τον 16ο  ως τον 17ο  αιώνα, οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής χρησιμοποιούν την πειρατεία, σε καιρό πολέ­μου, σα συμπληρωματικό όπλο για την καταστροφή του εμπορικού στόλου των αντιπάλων τους αφ ενός, και εξοικονόμηση πλούτου και τροφίμων αφ ετέρου.

        Όπως αναφέρει ο Φ.Σ.Λέϊν, «η πειρατεία αποτελούσε μια άλλη μορφή επιχείρησης βασισμένης στη βία, μέσα στο γενικό σχήμα της οργανωμένης κρατικής βίας». Λ.χ. οι κουρσάροι της Αλγερίας ήταν στην υπηρεσία της ομό­θρησκης οθωμανικής κυβέρνησης. Άλλοι πάλι, όπως ίσως ο Μανούσος Θεοτοκόπουλος, αδελφός του Δομίνι­κου Θεοτοκόπουλου, ήταν κουρσάροι που πολεμούσαν στο πλευρό των Ενετών στη διάρκεια των τουρκοενετικών πολέμων. Όταν όμως ο πόλεμος τελείωνε, οι κουρσάροι μετατρέ­πονταν σε πειρατές - που δούλευαν πια για τον εαυτό τους και μόνο.

        Έτσι, η πειρατεία και το εμπόριο αποτελούσαν συχνά παράλληλες ή κι αλληλοεξαρτώμενες επιχειρήσεις...

        Οι πειρατές δρούσαν κάποτε και μέσα σε λιμάνια ακό­μα, όπως προκύπτει από δύο έγγραφα του 1748. Το πρώ­το είναι ένα πιστοποιητικό με ημερομηνία 1η Μαΐου  του χρόνου εκείνου:

     «Πι­στοποιώ ό κάτωθι υπογεγραμμένος... μέθ' όρκου, ότι την 29ην τρέχοντος μηνός Απριλίου προσήγγισεν εϊς τον λι­μένα Πόρτο Δράκο (Πειραιά) ό Καπετάν Μεχμέτ, Τριπολίνος κουρ­σάρος, και διήρπασεν εν κεφαλλονίτικον πλοίον, αν και ό Βοεβόδας Χαλήλ Αγάς προσεπάθησε μέ τους ενόπλους του να το υπεράσπιση, ως ανήκον, ως έδήλωσε, εις την φίλην Δημοκρατίαν της Βενετίας. Δεν ήδυνήθη όμως να απόσπαση το πλοίον άπό τάς χείρας του κουρσάρου, δο­θέντος άλλως ότι ό λιμήν των Αθηνών απέχει δύο ώρας από το φρούριον...».

       Το 1748 οι τουρκο-ενετικοί πόλεμοι αποτελούν πια πα­ρελθόν, και η Βενετία θεωρείται «φίλη χώρα» - γι' αυτό κι οι Τούρκοι παρεμβαίνουν. Οπωσδήποτε το πλοίο σώ­ζεται τότε μόνο με την καταβολή 200 πιάστρων, όπως πι­στοποιεί ο «Δόκτωρ Λέανδρος Λομπάρντι» που υπήρξε μάρτυρας της συναλλαγής - «θέσας καί την συνήθη σφραγίδα».

    Ανακρίσεις για το συγκεκριμένο θέμα έκανε κι ο Τούρ­κος Καδής της Αθήνας, που έστειλε και τη σχετική του αναφορά στην Κωνσταντινούπολη, τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου: «Εκ της αυθορμήτου καταθέσεως την οποίαν έκαμαν εις το Δικαστήριον οί κάτοικοι των Αθηνών, προ­κύπτει ότι το καράβι του πλοιάρχου Αθανασίου Πανά, Κεφαλλήνος, φαίνεται ότι έλεηλατήθη εις τον λιμένα Εγκτέρ (περσική λέξη που σημαίνει δράκος) των Αθηνών, υπό του Μεχμέτ Ρεΐς, κουρσάρου Τριπολίνου. Επί πλέον δε ό κουρσάρος ούτος, αποβιβασθείς εις την ξηράν, παρεβίασε τάς θύρας μιας αποθήκης καί διήρπασεν πολλά εξαρτήματα καί άλλα εργαλεία, καθώς καί εν κιβώτιον με πολλά έγγραφα».

       Η επιδρομή αυτή, που φαίνεται πως τάραξε στην κυ­ριολεξία τα ήσυχα νερά του Πειραιά, αποτελεί ένα από τα «σημεία των καιρών». Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βενετός πρόξενος της Αθήνας προς τον Βάιλο της Βε­νετίας στην Κωνσταντινούπολη: «πολλά Μπαρμπαρέζικα τριγυρίζουν στο Αιγαίον πέλαγος εις πρωτοφανή αριθ­μόν, τόσον ώστε έτόλμησαν να αιχμαλωτίσουν το πλοιάριον του Καπετάν Διαμαντή εντός του Πόρτο - Λεόνε, πράγμα πού ουδέποτε άλλοτε είχε συμβεί...».

 

                                    Και άλλα αξιόλογα γεγονότα

 

      Στο διάστημα της ίδιας δεκαετίας έχουν καταγραφεί μερικά ακόμα ανάλογα γεγονότα.

      Ένα απ' αυτά αναφέρεται στο βιβλίο του βαρώνου  Ριεντέσελ - στα 1768: «Πρίν από δεκατρία χρόνια, ένα πλοίο από το Σπολέττο της Δαλ­ματίας, με σημαία βενετσιάνικη, έφθασε στο Πόρτο Λε­όνε φορτωμένο λάδι, με πλήρωμα 37ατόμων. Άλλα, ενώ ό καπετάνιος του είχε ανέβει στην Αθήνα, κάποιος μο­ναχός είδε από το υψος της Μονής των Καπουτσίνων ένα άλγερίνικο καράβι κοντά στον Πειραιά, καί ειδοποίησε αμέσως τον πλοίαρχο. Εκείνος έτρεξε στο λιμάνι, προε­τοιμάστηκε για μάχη καί περίμενε. "Ετσι  το άλγερίνικο, με πλήρωμα 360 ατόμων, δεν κατάφερε να καταλάβει το εμπορικό – πού με τα έξι κανονάκια του κατόρθωσε να το βουλιάξει. Σκοτώθηκαν 300 πειρατές καί μόνο 9 άν­δρες από το δαλματικό - ανάμεσα τους κι ό γενναίος κα­πετάνιος. Ακόμα καί σήμερα φαίνονται τα υπολείμμα­τα του καραβιού αυτού μέσα στο λιμάνι, κάτω απ' την ήρε­μη επιφάνεια των νερών».

     Το συμβάν (που η φήμη του είχε διασχίσει περισσότερο από μια δεκαετία, φτάνοντας ως τ' αυτιά ενός περαστι­κού επισκέπτη) φαίνεται πως συντάραξε τότε τη μικρή κοι­νωνία της Αθήνας. Δεν αποκλείεται να είναι και το ίδιο με αυτό που παρατίθεται στη συνέχεια και που το παρα­δίνουν διάφορα σχετικά έγγραφα. Ο χρόνος είναι περίπου ο ίδιος και τα γεγονότα παρουσιάζουν σημαντικές ομοιό­τητες: από τα αρχεία της Βενετίας, όπου βρίσκεται ένα γράμμα με ημερομηνία 22 Απριλίου 1756, που είχε απευ­θύνει προς τον Βάιλο της Βενετίας ο μοναχός Αγαθάγγελος, ηγούμενος της Μονής των Καπουτσίνων στην Πλά­κα, παίρνουμε την πληροφορία ότι τότε ένα πειρατικό πλοίο από την Τρίπολη μπήκε κανονικά στον Πειραιά, με το πρόσχημα έκτακτου ανεφοδιασμού του.

 

                

                                       Ντόντγουεκ, λιμάνι Πειραιά 1806

 

      Ξαφνικά όμως, την ώρα που ο Αγαθάγγελος έκανε λει­τουργία πάνω στο πλοίο  Σαιντ Σαβόρ το πειρατικό του επιτέθηκε. Αλλά το «σκλαβούνικο» (δαλματικό) πλήρω­μα του πλοίου, κατόρθωσε να εξοντώσει και τον αρχη­γό των επιτεθέντων, τον φημισμένο αρχιπειρατή Χατζή Ιμπραήμ, και το μεγαλύτερο μέρος απ' τους πειρατές του. Μερικοί μόνο σώθηκαν, χάρη στην επέμβαση των ομο­θρήσκων τους Τούρκων, που μ' επικεφαλής τον Καδή, το Βοεβόδα και τον αγά του Κάστρου, κατέβηκαν επειγόν­τως από την Αθήνα.

      Ένα, σύγχρονο του επεισοδίου, πιστοποιητικό έγγρα­φο του γαλλικού προξενείου της Αθήνας, μιλάει κι εκείνο για «ένα πειρατικόν, με σημαίαν Τριπόλεως εις το μεγά­λο κατάρτι»:

      «Έν έτει 1756, την 20ήν του μηνός Απριλίου, μετά μεσημβρίαν, ενώπιον έμού του Γραμματέως του Γαλλικού Προξενείου εν Αθήναις, προσήλθεν ό αιδεσιμώτατος πα­τήρ Άγαθάγγελος και μου έζήτησεν να καταχωρήσω το κάτωθι έγγραφον, ήτοι:     Ήμείς οί υπογεγραμμένοι πλοίαρ­χος καί αξιωματικοί του πλοίου «Αγιος Ιωσήφ», φέρον­τος γαλλικήν σημαίαν, ήγκυροβολημένου ήδη εις τον λι­μένα τον όνομαζόμενον «Πόρτο Λεόνε», βεβαιούμεν καί πιστοποιούμεν ότι την 19ην Απριλίου, δευτέραν ήμέραν του Πάσχα, κατά τάς 7.30 το πρωί, εϊδομεν να εμφανίζε­ται καί να εισέρχεται εις τον λιμένα ένα πειρατικόν...

    ...τοΰτο ήνάγκασεν τον πλοίαρχον Ιωσήφ Ίβάνοβιτς να θέση το πλήρωμα του εις κατάστασιν αμύνης, δια τον φόβον επιθέσεως, μη υπάρχοντος ενταύθα φρουρίου υπό το όποιον να δύνανται τα πλοία να προστατεύονται. Συνήφθη μάχη καί τέλος εξήλθε νικητής ό Καπετάν Ιωσήφ Ίβάνοβιτς, ό όποιος καί έπυρπόλησε το πειρατικόν.

                                          Εις πίστωσιν των άνω ύπεγράψαμεν...».

 

                                                                        Βασίλης  Παν. Κουτουζής

                                                                        Δημοσιογράφος ερευνητής

                                                                                                             6-1-11

 

 

Πηγές:   Δημοσιεύματα, γκραβούρες, ΛΙΖΑΣ  ΜΙΧΕΛΗ «ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΡΤΟ ΛΕΟΝΕ   ΣΤΗ ΜΑΓΧΕΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ»

                                               

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:  Δεκτή κάθε πληροφορία που μπορεί να τροποποιήσει   ή να συμπληρώσει προς  το καλύτερο  το παρόν άρθρο.

 

 © KOUTOUZIS.GR  Αναδημοσίευση  επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην πηγή  www.koutouzis.gr .

 

Κεντρική σελίδα