Συνημμένο  στο  http://www.koutouzis.gr/1940-1944.htm

 

   Η  ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ   ΤΟΥ   ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ   ΣΤΟΛΟΥ

 

    Το Σεπτέμβριο  του 1944 άρχισε η επιστροφή  του Πολεμικού Στόλου στην Ελλάδα, από τη Χάϊφα. Η επιχείρηση είχε την κωδική ονομασία «ΜΑΝΝΑ».

    Στη χαρμόσυνη αυτή αποστολή, πήραν μέρος φυσικά όλα τα πλοία του Ελληνικού Στόλου με επικεφαλής τον «Αβέρωφ» {Κυ­βερνήτης ο Πλοίαρχος θ. Κουντουριώτης), που προοριζόταν για τη Ναυτική Βάση του Πειραιά. Η παλαίμαχος ναυαρχίδα είχε ήδη προσορμισθεί από το Πορτ Σάιντ στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας και φόρτωνε με­γάλες ποσότητες τροφίμων και φορτηγών αυτοκινήτων, καθώς και εφοδίων κάθε εί­δους.

 

           Η αποβίβαση των συμμαχικών  στρατευμάτων  στο Καψάλι Κυθήρων, όπως απαθανατίστηκε  από τον ντόπιο  φωτορεπόρτερ  Εμμανουήλ  Σοφιό. ( Αρχείο   του δημοσιογράφου Παναγιώτη Βασιλ. Κουτουζή).

     Από την άλλη, ο «Θεμιστοκλής» (Κυβερνή­της ο Πλωτάρχης Σαρρής) χρησιμοποιήθηκε έντονα στις προπαρασκευαστικές κινήσεις της επιχείρησης «ΜΑΝΝΑ».

     Στις 25 Σεπτεμβρίου, παρελάμβανε από τη Χάιφα τρία πλοία, στα οποία είχε επιβι­βασθεί η II Μοίρα του Ιερού Λόχου, και τα οδηγούσε στον όρμο Καψάλι των Κυθή­ρων. Όταν τα πλοία έφθασαν εκεί όλη η παραλία καλύφθηκε από ελληνικές σημαί­ες. Ήταν το πρώτο τμήμα ελληνικής γης το οποίο δεχόταν τον απόδημο στρατό της πατρίδας, για να καθιερώσει επίσημα την ανάσταση της ελευθερίας. Στις 10.30 το πρωί, ο Κυβερνήτης του «Θεμιστοκλή» απο­βίβασε στην ξηρά άγημα με αξιωματικό, το οποίο οι κάτοικοι ενθουσιασμένοι το συνόδευσαν στη Μητρόπολη, όπου, χοροστατούντος του Μητροπολίτη, ψάλθηκε δοξολογία. Στο μεταξύ, διεξαγόταν η απόβαση των τμημάτων του Ιερού Λόχου, ενώ ο πληθυσμός των Κυθήρων, μετά τη δοξολογία και με επικεφαλής τον Μη­τροπολίτη, συνόδευε το άγημα του «Θεμι­στοκλή» στο πλοίο και με μεγάλο ενθουσια­σμό ανέβαινε στο ελληνικό πολεμικό και φιλούσε το κατάστρωμα του.

 

         

 

           Πλοία  του πολεμικού στόλου  στον όρμο του Μοναστηρίου  Πόρου

 

     Την ώρα εκείνη, πέταξε, πάνω από τον όρμο για αναγνώριση, γερμανικό αεροσκάφος, εναντίον του οποίου έβαλαν όλα τα πλοία και τα πυροβολεία της ξηράς.

     Ο «Θεμιστοκλής» συνεχίζοντας την απο­στολή του, απέπλευσε από τα Κύθηρα το απόγευμα της 27ης Σεπτεμβρίου μαζί με το βρετανικό «BICESTER» και τα δύο πλοία συ­νόδευσαν σε νυχτερινή περιπολία το βρε­τανικό πολεμικό «ULSTER QUEEN», το οποίο ενεργούσε ως πλοίο κατεύθυνσης αερο­σκαφών νυχτερινής δίωξης.

    Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Γερμανικές δυνάμεις δεν είχαν πλήρως απαγκιστρωθεί και κατά συνέπεια αποτελούσαν ακόμη απειλή για τα συμμαχικά και ελληνικά πλοία.

       Κατά την περιπολία αυτή, που διεξήχθη βόρεια της Κρήτης, το «ULSTER QUEEN»   κατηύθυνε  νυχτερινά καταδιωκτικά εναντίον των κινουμένων μεταξύ Κρήτης και Αθηνών γερμανικών αεροσκαφών.

   Τη νύχτα της 29/9, το «ULSTER QUEEN»,  συ­νοδεύθηκε και πάλι από τον «Θεμιστοκλή» και το βρετανικό  «OΑKLEY» για να εκτελέσει παρόμοια περιπολία. Από την επόμενη, όμως, 30/9 μέχρι τις 4/10, η συνοδεία του  «ULSTER QUEEN»,  ανατέθηκε αποκλειστικά και μόνο στον «Θεμιστοκλή» και καλύφθηκε με τις συνεχείς αυτές περιπολίες το τμήμα του Αιγαίου, το οποίο περιλαμβανόταν μεταξύ των Κυθήρων, Μαλέα, Ύδρας, Σερίφου, Μήλου, Σαντορίνης και Κρήτης. Όλο αυτό το διάστημα το  «ULSTER QUEEN»,  και ο «Θεμι­στοκλής» δεν είχαν εχθρικές συναντήσεις επιφανείας. Αντίθετα, τις νύχτες ασχολούνταν πολύ με εχθρικά αεροσκάφη, κατά των οποίων τα δύο πλοία έβαλαν έντονα πυρά φραγμού και πέτυχαν να καταρρί­ψουν δύο Jυ-88, ένα Ντορνιέ 24, ένα Χένκελ III, ένα Χένκελ 115 και δύο Jυ-52. Από αυτά, το ένα καταρρίφθηκε σίγουρα από τον «Θεμιστοκλή», ενώ ένα άλλο ίσως καταρ­ρίφθηκε από τα πυρά του, του οποίου η δραστικότητα και η προοδευτική βελτίωση επαινέθηκαν.

     Κατόπιν, ο «Θεμιστοκλής» επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια και λίγο μετά αναχώρησε από εκεί ως πρόσκοπος του Ελληνικού Στόλου στο επιθυμητό ταξίδι της επιστροφής.

     Στις 8/10, πρώτο αυτό το ελληνικό πολεμικό, κατέπλεε στον όρμο του Πόρου.

     Την άφιξη του στον όρμο εκείνον, την πρώτη κοιτίδα του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, την περιγράφει ο Κυβερνήτης του «Θεμιστοκλή» πλωτάρχης Σαρρής ως εξής:

      «Μόλις εμφανίσθηκε το πλοίο, κωδωνοκρουσίες δόνησαν τον αέρα και ολόκληρο το νησί σημαιοστολίσθηκε με τα εθνικά χρώματα, ενώ το πλοίο κατακλυζόταν από επισκέπτες».

 

            

 

                  Το " Ιέραξ"  κατά  την   επιστροφή  του

 

       Οι σκηνές πατριωτικών εκδηλώσεων και παραληρήματος, που σημειώθηκαν στα Κύθηρα, επαναλήφθηκαν στον Πόρο».

        Το βράδυ, ο «Θεμιστοκλής» απέπλευσε από τον Πόρο και μαζί με το βρετανικό  «BICESTER» και τρεις τορπιλακάτους ανέλαβε επιθετική περιπολία στον Σαρωνικό, γιατί υπήρχαν πληροφορίες ότι θα διερχόταν πιθανώς εχθρική νηοπομπή δύο εμπορικών, που θα συνοδευόταν από δύο αντιτορπιλικά τύ­που «Parthenope». Πράγματι, κατά τις 6 το πρωί της 9/10, οι τορπιλάκατοι ήλθαν σε επαφή με την νηοπομπή αυτή κοντά στη νησίδα του Πατρόκλου. Κατόρθωσαν βέ­βαια να πυρπολήσουν το ένα από τα πλοία της - ένα εντελώς έμφορτο πετρελαιοφόρο-αλλά κατόπιν αναγκάσθηκαν να απομα­κρυνθούν επειδή τις καταδίωξαν τα εχθρι­κά αντιτορπιλικά της συνοδείας. Τότε, έσπευσαν ολοταχώς προς τα εκεί ο «Θεμι­στοκλής» και το «BICESTER»   και, διερχόμενα πάνω από ναρκοπέδια, έφθασαν στο σημείο της συμπλοκής. Δεν κατάφεραν όμως να συναντήσουν τον εχθρό, ο οποίος πλέοντας πολύ κοντά στην ακτή κατάφερνε να κρύβεται και τελικά να διαφύγει προς τον Πειραιά. Στον τόπο της συμπλοκής δεν υπήρχε τίποτε άλλο παρά το καιγόμενο πε­τρελαιοφόρο.

     Πολύ πρωί της 9/10, ο «Θεμιστοκλής» επανέπλευσε στον Πόρο, όπου και πάλι το πλοίο καταλήφθηκε από ενθουσιώδεις επι­σκέπτες. Επιτροπές πολιτών, αξιωματικών εν ενεργεία και αποστρατεία, αντιπρόσω­ποι της Εκκλησίας και το Κοινοτικό Συμβούλιο στεφάνωναν το πλοίο και τα πυροβόλα του και χαιρέτιζαν τον Κυβερνήτη, ο οποίος κατά το μεσημέρι κατέθεσε στεφά­νι στο μνημείο των πεσόντων, ενώ τιμές απέδιδαν τμήματα του Ιερού Λόχου, των βρετανών κομάντος που βρέθηκαν στο νη­σί και άγημα του πλοίου. Το βράδυ της ίδιας ημέρας (9/10), ο «Θεμιστοκλής» απέπλευσε από τον Πόρο μαζί με το βρετανι­κό «Cleveland» για να εκτελέσει περιπολία στην περιοχή της Μακρονήσου, του Αγίου Γεωργίου και της Ύδρας. Αντικειμενικός σκοπός ήταν η παρεμπόδιση διαφυγής εχθρικών πλοίων από τον Σαρωνικό.

      Αφότου εγκρίθηκε η πρόταση του Κυ­βερνήτη του «Θεμιστοκλής», εκτέλεσε βομ­βαρδισμό παρενόχλησης κατά των εχθρι­κών παρατηρητηρίων, που ήταν εγκατε­στημένα στα ακρωτήρια της Μακρονήσου και του Αγίου Γεωργίου, χωρίς να σημειω­θεί καμία αντίδραση. Την επόμενη νύχτα (10/10) και πάλι ο «Θεμιστοκλής» μαζί με το  «Cleveland»  και δύο τορπιλικά τους περιπο­λούσε στην ίδια περιοχή.

 

      ΗΜΙΟΛΙΕΣ

 

      Εν τω μεταξύ και οι ημιολίες κινούνταν ως ελαφροί πρόσκοποι της επιχείρησης «ΜΑΝΝΑ». Ακολουθώντας τις επισημάν­σεις του Διοικητή Αντιπλοιάρχου Λόντου, απέπλευσαν στις 22 Σεπτεμβρίου από την τουρκική ακτή του Ντερεμέν και κατέπλευσαν πρώτα στη Χίο και από εκεί στα Ψαρά, όπου παρέμειναν μέχρι τις 10/10, εκτελώ­ντας εν τω μεταξύ γυμνάσια, περιπολίες κ.λπ. Στις 10/10 έπειτα από διαταγή του F.Ο.L.Ε.Μ., ο στολίσκος των ημιολιών απέ­πλευσε από τα Ψαρά για να συμμετάσχουν  στην επιχείρηση «ΜΑΝΝΑ». Την αυγή, λοι­πόν της 11/10 έφθασε στην Τήνο, την επο­μένη στην Κύθνο, και στις 13/10 αγκυροβόλησε στον Πόρο. Εκεί, ο Αντιπλοίαρχος Λόντος πληροφορήθηκε από τον Βρετανό Ν. Διοικητή του Πόρου, ότι τα γερμανικά στρατεύματα είχαν αρχίσει να εκκενώνουν τον Πειραιά τη νύχτα της 12/13 Οκτωβρί­ου. Αποφασίσθηκε, τότε, να μεταβεί για επιτόπια εξακρίβωση ο Αντιπλοίαρχος Λόντος, ο οποίος πράγματι στις 13.30 της 13/10/44, αφού επιβιβάσθηκε στη Μ-L 463 εισερχόταν στο λιμανάκι της Ζέας. Πράγματι, οι Γερμανοί είχαν εκκενώσει την πρωτεύουσα και τον Πειραιά και ο Διοικη­τής του στολίσκου των ημιολιών ήλθε σε συνεννόηση με τις προσωρινές ναυτικές αρχές και ρύθμισε την εκκένωση του όρ­μου της Ζέας από τα εκεί ευρισκόμενα μι­κρά σκάφη, ώστε να εξασφαλισθεί αρκετός χώρος για την επικείμενη εκεί προσόρμι­ση, τόσο του στολίσκου των ημιολιών όσο και των βρετανικών Μ-L και άλλων ελα­φρών πλοίων. Καθορίσθηκαν επίσης και τα σημεία απόβασης περίπου 1.000 Βρετα­νών στρατιωτών. Μετά τη ρύθμιση αυτών των ζητημάτων, ο Αντιπλοίαρχος Λόντος επέστρεψε το απόγευμα της 13/10 στον Πόρο και στη 1 το πρωί της επομένης, 14/10, ξεκίνησε από εκεί η πρώτη συμμα­χική δύναμη για να απελευθερώσει την πρωτεύουσα και τον Πειραιά. Προηγού­νταν οκτώ Μ-1, ακολουθούσαν ναρκαλιευτικά, που γρίπιζαν τον δίαυλο, ακολουθού­σαν 9 ημιολίες του ελληνικού στολίσκου και τελευταία έπλεαν τα οπλιταγωγά, στα οποία επέβαινε τμήμα του βρετανικού στρατού. Στις 9 το πρωί της 14/10, ενώ προπορευόταν η ελληνική ημιολία ΑΕΗ 29, η ελαφρά αυτή ναυτική δύναμη εισερχό­ταν στο λιμάνι της Ζέας και τα πρώτα τμή­ματα του συμμαχικού στρατού αποβιβάζο­νταν στην ελεύθερη πλέον Ελλάδα.

 

     Ο στόλος επιστρέφει

 

     Η βαθμιαία πρόοδος των προκαταρκτικών κινήσεων και οι προκαταρτικές κινήσεις εί­χαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να οδηγηθεί ο Ελληνικός Στόλος στην Ελλάδα.

     Στις 13/10, ο «Αβέρωφ»  (Κυβερνήτης ο Πλοίαρχος Θ. Κουντουριώτης), στον οποίο επέ­βαινε ο Α.Σ. Αντιναύαρχος Βούλγαρης, απέ­πλευσε από την Αλεξάνδρεια κατευθυνόμε­νος προς την Ελλάδα. Τον ακολουθούσε η 16η ομάδα της αποβατικής επιχείρησης, την οποία την αποτελούσε η Ιωνία, το βρετανικό «TEROCOT» και την συνόδευε ο «Θεμιστοκλής» και  το  «Oakley». Συγχρόνως, όλα τα άλλα πλοία του Ελληνικού Στόλου, κατανεμημένα σε ομάδες ανάλογα με το δρομολόγιο το οποίο θα ακολουθούσαν προς τα διάφορα λιμάνια του προορισμού τους, κινούνταν προς τις ελληνικές θάλασσες. Κάλυψη τους θα ήταν τα βρετανικά καταδρομικά «ORION» (σήμα του Υποναυάρχου Μάνσφιλντ) και «ΑJAX», καθώς και από βρετανικά και ελληνικά αντιτορπιλι­κά και διάφορα βοηθητικά πλοία.

    Τα αρματαγωγά «Σάμος» και «Χίος», τα οποία είχαν παραλάβει από τον Τάραντα αυτοκί­νητα και άλλα μηχανοκίνητα μέσα, καθώς και τμήματα βρετανικού στρατού, κατέπλευ­σαν πρώτα στον Πόρο στις 15/10. Από εκεί, η «Σάμος» κατευθύνθηκε στο Καλαμάκι και η «Χίος» στον Πειραιά και στις 16/10 αποβίβασαν αντίστοιχα τα στρατιωτικά τμήματα και το υλικό που μετέφεραν.

     Κατά τον ίδιο τρόπο, στις 15/10, απέπλευσαν από τον Πόρο, η «Κρήτη», ο «Αδρίας», ο «Ιέραξ» και το βρετανικό «Ζerland», συνοδεύοντας νηοπομπή που μετέφερε στράτευμα και κατευθύνθηκαν επίσης στον Πειραιά  να τα αποβιβάσουν. Όταν η ναυτική αυτή δύναμη πλησίασε σε επικίνδυνες, λόγω  των ναρκών, περιοχές, τα ελληνικά και τα βρετανικά ναρκαλιευτικά, που την συνόδευαν, ξεκίνησαν τη γρίπιση των διαύλων.

      Οι απώλειες ήταν μεγάλες και σημαντικές κατά την προσπάθεια αυτή. Τα ελληνικά ναρκαλιευτικά «Κάσος» και «Κως», καθώς και τα βρετανικά «Larne» και «Clinton», προσέκρουσαν σε νάρκες και βυθίσθηκαν. Το πρωί της 16/10, το κύριο σώμα της αποβατικής δύναμης αποβιβαζόταν στον Πειραιά.

     Εν τω μεταξύ, ο «Αβέρωφ», μαζί με την ομάδα του, κατέπλεε πρώτα στον Πόρο το απόγευμα της 15/10/44. Εκεί έφθανε και ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, ο οποίος επέβαινε στη ναυαρχίδα, και τα μέλη της Ελληνικής Κυβέρνησης, η οποία είχε αναχωρήσει από τον Τάραντα πάνω στο καναδικό πολεμικό «Prince David».

     Την στιγμή της προσέγγισης του στόλου το ιστορικό θωρηκτό «Αβέρωφ», ως επικεφαλής του κύριου μέρους της ναυτικής δύνα­μης, απέπλευσε από τον Πόρο το μεσημέρι της 17ης Οκτωβρίου για να προσορμιστεί στον Πειραιά.

      Αξίζει να σημειωθεί ότι την ιστορική ελ­ληνική ναυαρχίδα την κυβερνούσε ο γιος του ένδοξου ναυάρχου Κουντουριώτη. Λίγο μετά, το φωτεινό απόγευμα της ίδιας ημέ­ρας, ο απόδημος Στόλος, έπειτα από μακρό­χρονη αλλά ένδοξη απουσία, αγκυροβολού­σε θριαμβευτικά στην αγκαλιά του Φαλή­ρου. Την επομένη το πρωί αποβιβάσθηκε επίσημα η ελληνική Κυβέρνηση και ο Αρχη­γός του Στόλου στον ορμίσκο του Αγίου Γε­ωργίου και ανέβαιναν στη απελευθερωμένη Αθήνα μέσα σε κλίμα λαϊκού ενθουσιασμού και λαϊκής συγκίνησης.

      Πρώτη πράξη του Πρωθυπουργού της ελεύθερης Ελλάδας ήταν να επισφραγίσει τη δικαίωση των αγώνων ενός λαού που εί­χε υποστεί τα πάνδεινα. Στην Ακρόπολη υψώθηκε η γαλανόλευκη, και όλοι συμμερί­ζονταν τον πόθο για μια νέα αρχή, για ένα νέο ξεκίνημα. Δυστυχώς όμως το μικρόβιο της διχόνοιας είχε αρχίσει να διαβάλει τους Έλληνες, ο δρόμος για την δικαίωση θα έμενε αδιάβατος.   

                                                      Από  τα «ΑΜΥΝΤΙΚΑ  ΘΕΜΑΤΑ»    

         Σχετικά με το θέμα αυτό πήραμε,15-1-07, την ακόλουθη επιστολή:

    Κύριε Κουτουζή,

        Σχετικά με το άρθρο των ΑΜΥΝΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ για την απελευθέρωση της Ελλάδος και ειδικότερα για την άφιξη του στόλου από την Μέση Ανατολή.

         Κυβερνήτης του Ναρκαλιευτικού ΣΑΛΑΜΙΝΙΑ ήταν ο Απόστολος Π. Μπιστίνας και ναύκληρος στο ίδιο πλοίο ο Γεώργιος Αργυρίου. Δεν αναφέρεται ο κυβερνήτης καθώς στο πλοίο είχε το σήμα του ο δικοικητής της μοίρας των Ναρκαλιευτικών.  Ο Απόστολος Μπιστίνας έφυγε στη Μέση Ανατολή με το Β. Ολγα όπου ήταν ναύκληρος και πήγε με το πλοίο και στην Ινδία για τον εκσυγχρονισμό. Όταν επέστρεψαν από την Βεγγάλη και έγινε σημαιοφόρος πήρε μετάθεση στα Ναρκαλιευτικά, λίγο καιρό πριν την βύθιση του Ολγα στην Λέρο.  

     Τα Ναρκαλιευτικά είχαν αγκυροβολήσει από τα βράχια του Χατζηλουκά μέχρι πίσω στην Παναγίτσα. Ο κόσμος ανέβαινε στα πλοία με βάρκες. Με τα μεγάφωνα των πλοίων φώναζαν τα ονόματα των Ποριωτών που υπηρετούσαν σε αυτά και οι συγγενείς με βάρκες πήγαιναν να τους συναντήσουν.  

     Ο πατέρας μου (απεβίωσε 11/8/2006) Κωνσταντίνος Μπιστίνας πάντα θυμόταν με συγκίνηση την στιγμή που ο πατέρας του ξαναείδε την οικογένειά του, την γιαγιά μου Φανή και τον θείο μου Παναγιώτη μετά από τόσα χρόνια.     

     Σας ευχαριστώ για το βήμα και τα συγχαρητήριά μου για την ενημερωμένη ιστοσελίδα σας.

                                      Απόστολος Κων. Μπιστίνας

© ΤΡΟΙΖΗΝΙΑ- KOUTOUZIS.GR    Αναδημοσίευση  επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην

 πηγή  www.koutouzis.gr .

  Κεντρική  σελίδα