Τα πρώτα ποδήλατα στον Πειραιά
Όπως ίσως έχουν προσέξει πολλοί, στους δρόμους του Πειραιά και της Αθήνας κυκλοφορούν κάτι περίεργα ποδήλατα.
Έχουν τεράστια μπροστινή ρόδα, ψηλά χειροτίμονα, και άλλες διαφορές, από τον συνηθισμένο τύπο ποδηλάτου.
Όμως αυτές οι διαφορές δεν αποτελούν εκκεντρικότητα του κατόχου του παράξενου ποδηλάτου, αλλά επιστροφή στον παλιό, τον πρώτο μάλλον τύπο του ποδηλάτου, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και μάλιστα στον Πειραιά, στο τέλος της Οθωνικής εποχής, γύρω στα 1860.
Το ποδήλατο αυτό το είχε φέρει ο Βαυαρός Ντέτλιγκερ κι ήταν ένα απίθανο πρωτόγονο κατασκεύασμα. Ο μπροστινός τροχός του ήταν τεράστιος. Είχε ύψος δύο μέτρα περίπου. Αντίθετα, ο οπίσθιος τροχός ήταν... νάνος στην κυριολεξία. Κι αυτό, επειδή δεν είχε ούτε πεντάλ, ούτε σέλλα. Ο αναβάτης του, όρθιος, ακουμπούσε το αριστερό του πόδι σ' ένα πτερύγιο, ενώ το δεξί του πατούσε το έδαφος για να μπορεί να σπρώχνει το μηχάνημα του.
Ήταν ένα είδος... πατινιού, με τερατώδες σχήμα!
ΤΟ «ΒΕΛΟΣΙΠΕΝΤ»
Παρ' όλα αυτά, το πρώτο αυτό δίκυκλο, που τότε ακόμα το έλεγαν με πολλά ονόματα «σελεριφέρ», «ντραιζίνα», «βελοσιπέντ», έκανε μεγάλη εντύπωση σε όλους, κι είχε γίνει το θέμα της ημέρας.
Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν κατεβατά ολόκληρα και εξυμνούσαν όχι μόνο την... καταπληκτική εφεύρεση, αλλά και τον τολμηρό αναβάτη, που αψηφούσε τον κίνδυνο της... ταχύτητας!
Το «βελοσιπέντ», το πρώτο ποδήλατο που εμφανίστηκε στον Πειραιά, έκανε μεγάλη εντύπωση κι ήταν το θέμα της ημέρας.
Οι Πειραιώτες επέδειξαν μεγάλη τόλμη και παρουσίασαν έκτακτη δραστηριότητα στο ποδήλατο. Ιδρύθηκε μάλιστα «Ποδηλατική Εταιρία Πειραιώς», με πρόεδρο τον αξιωματικό του Ναυτικού Βασίλειο Καψαμπέλη που αριθμούσε πάμπολλα μέλη. Η Εταιρεία έβγαζε κάθε χρόνο και το «Ποδηλατικόν Ημερολόγιον», όπου έγραφαν λαογράφοι και ποιητές, φίλοι των δικύκλων. Η Εταιρεία είχε και τον ύμνο της, που τον τραγουδούσαν τα μέλη στις μακρινές τους εκδρομές. Τους στίχους είχε γράψει ο Πειραιώτης Αλέξανδρος Βραχνός που σκοτώθηκε ηρωικά στον Δρίσκο, ως αξιωματικός των Γαριβαλδινών, μαζί με τον ποιητή Μαβίλη και άλλους.
Το τραγούδι άρχιζε έτσι:
«Φτερωτοί σαν χελιδόνια του Μαρτίου τα τρελά
της νεότητας τα χρόνια ας γλεντήσουμε καλά.
Έρως, μέθη και νεότης και ας λέγη ματαιότης
όστις αγνοεί να ζει»
ΗΤΑΝ ΑΣΗΚΩΤΟ
Πρέπει να σημειώσουμε ότι το δίκυκλο αυτό είχε βάρος ασήκωτο. Οι ρόδες του ήταν ξύλινες, αλλά ντυμένες εξωτερικά με σιδερένιο στεφάνι, όπως οι τροχοί των παλιών αραμπάδων.
Η μόδα αυτή, όμως, δεν έπιασε στην Αθήνα. Έτσι ο Ντέτλιγκερ ήταν ο μοναδικός ποδηλάτης για πολλά χρόνια... Δεύτερος στη σειρά, έρχεται ο επίσης Βαυαρός Νικόλαος Μάγγελ. Ανήκε στις παλιές εκείνες οικογένειες, που έμειναν εδώ μετά την έξωση του Όθωνος και εξελληνίσθηκαν. Μουσικός ο ίδιος, ήταν γιος του διευθυντή της Οθωνικής μπάντας. Έγραφε ωραία τραγούδια, που τα τραγουδούσε τότε όλη η Αθήνα. Ο Μάγγελ είχε μελοποιήσει και το «Ορφανό» του Αχιλλέα Παράσχου και οι Αθηναίοι, όταν το άκουσαν για πρώτη φορά, έχυσαν πικρά δάκρυα. Το ποδήλατο του το είχε φέρει από το Μόναχο. Ήταν πολύ πιο καλοφτιαγμένο από εκείνο του Ντέτλιγκερ, με «στροφαλοφόρον άξονα» και δεν ήταν υποχρεωμένος ο αναβάτης του να σέρνει το ένα του πόδι στη γη. Μόνον όταν ήθελε να σταματήσει κρατούσε... φρένο μ' αυτό. Το ποδήλατο του Μάγγελ είχε κάθισμα από βελούδο και οι δύο τροχοί του είχαν περίπου το ίδιο ύφος. Έτρεχε σαν διαβολεμένο, αλλά μόνο στις... κατηφοριές! Όταν επρόκειτο ν' ανηφορίσει, ο αναβάτης του κατέβαινε και το έσπρωχνε με τα χέρια!..
Εκείνος, όμως, που συνετέλεσε κυρίως στη διάδοση της ποδηλασίας στην Ελλάδα ήταν ένας Γερμανός, ο φον Γκέντριχ. Είχε τον τίτλο του βαρόνου και στην Αθήνα αντιπροσώπευε ένα μεγάλο γερμανικό εργοστάσιο ποδηλάτων. Ήταν έκτακτος ποδηλάτης, μοναδικής αντοχής και επιδεξιότητας. Το ίδιο και η γυναίκα του, η Φρίντα, μια νοστιμούλα και νευρώδης Βερολινέζα.
Για να συνηθίσει τους Αθηναίους ν' ανεβαίνουν στο ποδήλατο, ανέπτυξε καταπληκτική υπομονή και οργανωτικό δαιμόνιο.
Ο ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Έτσι μια μέρα, ο φον Γκέντριχ δήλωσε ότι, αυτός και η γυναίκα του, θα έκαναν τον γύρο της Ελλάδος με ποδήλατο! Αυτό για την εποχή εκείνη, ήταν κάτι το συγκλονιστικό!
Πραγματικά, μια Κυριακή πρωί το ζεύγος των Γερμανών ξεκίνησε από την πλατεία Συντάγματος με όλα τα εφόδια που χρειάζονταν για μια τέτοια... εκστρατεία!
Το πλήθος είχε συγκεντρωθεί εκεί για να θαυμάσει το τολμηρό ανδρόγυνο, που θα επιχειρούσε το τολμηρό εγχείρημα. Χειροκροτήματα, λουλούδια, φανφάρες. Αλλά δεν πέρασαν πολλές ημέρες, όταν έφτασε μια τρομερή είδηση από την Αράχωβα: Οι δυο Γερμανοί έπεσαν στα χέρια μιας συμμορίας ληστών και κατακρεουργήθηκαν! Οι εφημερίδες γέμισαν από περιγραφές.
Οι υπάλληλοι του καταστήματος Γκέντριχ έδιναν πρόθυμα στους δημοσιογράφους διάφορες πληροφορίες που τους ζητούσαν για τον προϊστάμενο τους και τη σύζυγο του.
Το παράξενο ήταν ότι, ενώ ως τότε, δεν πουλιόταν ούτε ένα ποδήλατο το χρόνο, άρχισαν τώρα να γίνονται ανάρπαστα. Οι πρώτοι... επίσημοι αγοραστές ήταν οι νεαροί δανδήδες Δημήτριος Σκουζές, Ιωάννης Λαμψάκος, Μιχαήλ Λεονάρδος - που θεωρούνταν τότε η αφρόκρεμα της Αθήνας - και κάμποσοι άλλοι.
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΖΕΥΓΟΥΣ
Αφού, λοιπόν, με τον τραγικό θάνατο του ζεύγους Γκέντριχ κεντήθηκε ζωηρά το ενδιαφέρον του κοινού για την... ποδηλασία, ένα Αυγουστιάτικο βράδυ το αντρόγυνο έκανε την εμφάνιση του στην πλατεία Συντάγματος, διαγράφοντας φτερωτούς κύκλους με τα ποδήλατα τους...
Ο δήθεν τραγικός θάνατος τους δεν ήταν παρά διαφήμιση -μοναδική για τα δημοσιογραφικά χρονικά της εποχής!
Το κατάστημα του Γκέντριχ έκανε χρυσές δουλειές κι ύστερα από λίγο ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα είχε πλημμυρίσει από ποδήλατα.
Βασίλης Κουτουζής
Δημοσιογράφος ερευνητής
© KOUTOUZIS.GR Αναδημοσίευση επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην πηγή www.koutouzis.gr .