Προσαρτημένο στο http://www.koutouzis.gr/progymnastirio.htm
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΥΠΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΟΥ
Η Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Ναυτικού (ΣΜΥΝ), ανήκει στην Ανώτερη
Βαθμίδα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και παρέχει στους εισερχόμενους
σπουδαστές, αφενός μεν την κατάλληλη στρατιωτική και ναυτική αγωγή, αφετέρου δε
την αναγκαία θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση καθώς και τεχνική κατάρτιση, με
σκοπό, την απόδοση Υπαξιωματικών που θα είναι ικανοί να ανταποκριθούν στα
καθήκοντα της ειδικότητας / τέχνης των.
Η παρουσία της Σχολής είναι στενά συνδεδεμένη με την Ιστορία και την παράδοση του Πολεμικού Ναυτικού.
Η πρώτη εμφάνιση πολεμικής ναυτικής παρουσίας στο νησί του ΠΟΡΟΥ έγινε τον Μάρτιο του 1829 με την ίδρυση Ναυστάθμου από τον Ι. Καποδίστρια και με την φροντίδα του Κανάρη και του Τομπάζη άρχισαν οι κατασκευές και επισκευές μικρών πλοίων.
Μέχρι τότε ναυπηγήσεις και επισκευές εκτελούνταν από τα ιδιωτικά καρνάγια των νήσων Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών.
Το 1833 με την κάθοδο του Όθωνα στην Ελλάδα αρχίζει ουσιαστικά νέα εποχή για τον ναύσταθμο του Πόρου.
Στα ελληνικά πλοία στην επανάσταση δεν υπήρχαν υπαξιωματικοί όπως στα ευρωπαϊκά πλοία. Τελευταίος στην ιεραρχία ήταν ο ναυτόπαις, το ναυτόπουλο, ο μούτσος, παιδιά μικρά σε ηλικία.
Οι ναυτόπαιδες ήταν
συγγενείς του καπετάνιου και του πληρώματος που αποτελούσαν οι ναύτες. Ο πατέρας
ή ο στενός συγγενής έπαιρνε το παιδί από 7 χρονών σαν μούτσο και όταν έφτανε 16
χρονών ήταν ώριμος ναύτης στο ναυτικό επάγγελμα. Ο μούτσος ήταν μαθητευόμενος
ναύτης και ζούσε σκληρή ζωή γεμάτη αυστηρότητα. Στους ναυτόπαιδες άρχιζε η
ναυτική εκπαίδευση και τους μάθαιναν πρώτα ναυτικούς χειρισμούς, ονοματολόγια
του σκαριού, τους εξαρτιές, τους ανέμους και τα ρεύματα που επικρατούσαν στα
διάφορα μέρη. Τους έδειχναν πώς να αναγνωρίζουν τους ακτές, τα ακρωτήρια, κάθε
μήτικα και ξέρα, τα στενά περάσματα, και από το χρώμα τους θάλασσας το είδος του
βυθού. Ακόμη και το πέταγμα του πουλιού είχε το νόημα του που έπρεπε να μάθουν.
Το 1858 σημειώθηκε η πρώτη προσπάθεια να τακτοποιηθεί το σώμα των Υπαξιωματικών
με την εκκαθάριση των υπερηλίκων από τους αγώνες τους ανεξαρτησίας.
Τότε οι υπαξιωματικοί διαιρέθηκαν σε μάχιμους και άμαχους και στις δυο
κατηγορίες οι βαθμοί ήταν ίδιοι : κελευστής, υποκελευστής, δίοπος.
Η πρώτη προσπάθεια για τη σύσταση σχολής ναυτοπαίδων έγινε με διάταγμα τους 17ης
Μαρτίου 1879 το οποίο όριζε ότι ο πάρων Αθηνά μετά την αποπεράτωση της
επισκευής θα χρησιμοποιηθεί για σχολείο υπαξιωματικών, ναυτών και παίδων. Με το
διάταγμα καθορίστηκε με κάθε λεπτομέρεια η λειτουργία τους σχολής.
Εκεί, με το ίδιο διάταγμα, συγκεντρώθηκαν όλα τα παιδιά που υπηρετούσαν στα
πλοία, στο ναύσταθμο και σε τους υπηρεσίες για εκπαίδευση με προορισμό να γίνουν
υπαξιωματικοί για το Π. Ναυτικό.
Μελλοντικά οι
κατατασσόμενοι στην σχολή έπρεπε να είχαν ηλικία 12 ή 13 ετών. Έλεγε τότε το
διάταγμα ότι για να περάσουν στη σχολή έπρεπε να ήξεραν ανάγνωση και γραφή τους
τα παιδιά αλληλοδιδακτικού σχολείου. Η φοίτηση ήταν τέσσερα χρόνια και ο μαθητής
που έμενε στην ίδια τάξη για δύο χρόνια αποβάλλετο.
Τα μαθήματα τους σχολής ήταν ανάλογα την τάξη και συνίσταντο σε ανάγνωση,
γραφή, αριθμητική, ονοματολογία των διαφόρων μερών του πλοίου και κλιμακώνονταν
σε ποιο δύσκολα πάντα με αντικείμενο το πλοίο τους μεγαλύτερες τάξεις.
Η κατάσταση του Ναυτικού μετά τον πόλεμο τους Κριμαίας χαρακτηριζόταν από
παντελή έλλειψη φροντίδας και προγραμμάτων. Τα πολεμικά πλοία παρά τα άριστα
πληρώματα δεν είχαν οργανωθεί κατά τύπους ή δυνάμεις.
Το σηματολόγιο ήταν πρωτόγονο και τα γυμνάσια ναυτικής τακτικής άγνωστη
πολυτέλεια.
Την κατάσταση αυτή βρήκε το 1882 ο Χ. Τρικούπης όταν ανέλαβε την
διακυβέρνηση τους χώρας.
Τον πόθο για την οργάνωση του ναυτικού τον πραγματοποίησε το 1884 με πρόσκληση γαλλικής ναυτικής αποστολής υπό τον απόστρατο υποναύαρχο LAUREN JOSEPF LEZEUNE.
Με διάταγμα του 1887
καθορίστηκαν οι νέοι βαθμοί των Υπαξιωματικών που άρχιζαν από τον ναυτόπαιδα
μέχρι τον αρχικελευστή και χωρίζοντο τους μάχιμους και τους ναυτικούς
επαγγελματίες καθώς και η στολή και τα διακριτικά.
Η σχολή ναυτοπαίδων συστάθηκε στο θωρακοδρόμονα Β. Όλγα με το διάταγμα τους 14
Ιουλίου 1888 περί γενικού οργανισμού των πληρωμάτων στόλου και διευθυνόταν από
μάχιμο αξιωματικό του πλοίου.
Οι ναυτόπαιδες που θα
κατατάσσονταν εκλέγονταν από τα παιδιά των υπαξιωματικών, ναυτών και όσων
εμισθοδοτούντο από το Π. Ναυτικό.
Οι ναυτοπαίδες για να καταταγούν έπρεπε να διανύουν το 15ον ή 16ον έτος τους
ηλικίας τους. Να είναι σωματικά και πνευματικά υγιείς. Έπρεπε δε να προήρχοντο
από τους περιοχές Βόλου, Πειραιά, Σύρου, Πάτρας και Κέρκυρας.
Το 1909 το Σχολείο Ναυτοπαίδων μετεγκαταστάθηκε στις εγκαταστάσεις του
«Κεντρικού Προγυμναστηρίου» στον Πόρο.
Το 1914 η φοίτηση
γίνεται τριετής και αναπροσαρμόζεται η διδακτέα ύλη. Τα δύο πρώτα χρόνια η
εκπαίδευση γινόταν στη σχολή και τον τρίτο χρόνο στο Θ/Κ Ύδρα.
Το 1916 διακόπηκε η λειτουργία τους και οι ναυτόπαιδες που εκπαιδεύονταν
στο Θ/Κ Ύδρα ονομάστηκαν ναύτες και τοποθετήθηκαν στα πλοία ενώ αυτοί τους
σχολής που παρακολουθούσαν μαθήματα πήγαν στα σπίτια τους.
Τον Απρίλιο του 1919 η σχολή άρχισε εκ νέου την λειτουργία τους με την ίδια
υποδομή.
Το 1924 συντάχθηκε τους κανονισμός και η σχολή μετονομάσθηκε σε σχολή
δοκίμων υπαξιωματικών Σ.Δ.Υ.Ν. Η εκπαίδευση γινόταν δύο χρόνια στη σχολή και οι
φοιτούντες ονομάζονται Δ. Υπαξιωματικοί. Στη συνέχεια φοιτούσαν τους σχολές
ειδικοτήτων και μετά πήγαιναν εκπαιδευτικό ταξίδι έξη μηνών μαζί με τους
ναυτικούς δόκιμους, μετά ονομάζοντο υποκελευστές. Με τον οργανισμό τους σχολής
καθορίστηκε όπως ένας απόφοιτος κατά κρίση του εκπαιδευτικού συμβουλίου τους
σχολής, μπορούσε εφόσον συγκέντρωνε τα απαραίτητα προσόντα να εισαχθεί στην
Σ.Ν.Δ. Πρώτος εισήχθη ο Βύρων Κρυσταλλίδης το 1927 που έπεσε δια την πατρίδα το
1941.
Το 1936 τότε που τα σύννεφα του πολέμου άρχισαν να φαίνονται στον ορίζοντα καταργήθηκε η σχολή και άρχισε η κατάταξη ναυτοπαίδων οι οποίοι επέβαιναν σε πλοίο κατά προτίμηση εκπαιδευτικό.
Με το νέο οργανισμό δεν προεβλέπετο οργανωμένη σχολή στην ξηρά. Η θεωρητική σχολική εκπαίδευση και τα εκπαιδευτικά ταξίδια που προβλέποντο από τους προηγούμενους κανονισμούς και εξασφάλιζαν ουσιαστικά μόρφωση στον Δ. Υπαξιωματικό δεν υπήρχαν πλέον.
Το διάταγμα τους 13ης
Φεβρουαρίου 1936 έφερε την σχολή τους 78 χρόνια πίσω.
Με την έναρξη του 2ου παγκοσμίου πολέμου οι ναυτόπαιδες χρησιμοποιήθηκαν
ως ναύτες ειδικοτήτων.
Στην διάρκεια του πολέμου η σχολή επαναλειτούργησε στην μέση ανατολή και προσκλήθηκαν εκ νέου ναυτόπαιδες.
Τον Απρίλιο του 1945, επανιδρύθηκε το «Βασιλικό Προγυμναστήριο Πόρου» (ΒΠ ΠΟΡΟΣ). Με σκοπό την εκπαίδευση των πληρωμάτων.Το 1946 η σχολή επαναλειτούργησε και τον Οκτώβριο του ιδίου χρόνου κατετάγησαν οι πρώτοι μεταπολεμικοί ναυτόπαιδες η φοίτηση των οποίων ήταν 3 χρόνια. Οι μαθητές μετά την αποφοίτηση τους παρακολουθούσαν μια από τους ειδικότητες αρμενιστού, σηματωρού, πυροβολητού, ηλεκτρολόγου, μηχανικού, Α/Υ, Ρ/Ε .
Το 1957 αγκυροβόλησε στον Πόρο το Θ/Κ Αβέρωφ.
Το 1969 η σχολή
μετονομάστηκε και πήρε τον τίτλο Σ.Δ.Υ.Ν.
Την 18 Δεκεμβρίου 1981, η ΣΔΥΝ μετονομάζεται σε «Σχολή Μονίμων
Υπαξιωματικών Ναυτικού» (Σ.Μ.Υ.Ν.), με έδρα τον Πόρο, από όπου την 13 Αυγούστου
1991, η έδρα τους Σχολής μεταφέρθηκε στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Παλάσκας (ΚΕ ΠΑΛ),
στην περιοχή ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ, στο οποίο λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Την 5-7-2000 που το ΚΕΣΑΚ καταργείται, η ΣΜΥΝ παραμένει ως η ενιαία και
μοναδική παραγωγική Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών του Ναυτικού, για το σύνολο των
ειδικοτήτων τους.
ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΟΣ