Διαδίκτυο, ο «φονέας» ή ο ζωοδότης του τύπου;
του δημοσιογράφου Γιώργου Ν. Τσιούνη
Τα τελευταία χρόνια, ο τύπος, η έντυπη δημοσιογραφία, παρουσιάζει πολύ ανησυχητικά σημάδια κάμψης.
Οι κυκλοφορίες εφημερίδων και περιοδικών, κυρίως των εφημερίδων, έχουν σημειώσει καθίζηση, κατάρρευση θα έλεγα, ενώ σχεδόν ανάλογη είναι και η μείωση της διαφήμισης που αποτελεί σοβαρή οικονομική ενίσχυση, αιμοδοτική τόνωση στα κάθε είδους και κατηγορίας έντυπα.
Το θέμα είναι πολύ σοβαρό, γιατί η συμβολή του τύπου, αποτελεί κύριο στοιχείο στη λειτουργία των δημοκρατικών πολιτευμάτων και η ελευθεροτυπία, χωρίς αμφιβολία, στηρίζει τα δικαιώματα των πολιτών, διασφαλίζει την ισοπολιτεία, τη δικαιοσύνη και συμβάλλει στην ομαλή και αποδοτική λειτουργία των μηχανισμών της πολιτείας, καθώς και στην πιστή και αυστηρή τήρηση των νόμων και των θεσμών.
Βέβαια, στην κατρακύλα του τύπου κύριο ρόλο διαδραμάτισε η ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία, της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης, οι οποίες προσφέρουν στο κοινό μια – κατά το δυνατόν – πολύπλευρη, σφαιρική ενημέρωση, ταυτόχρονα δε και ψυχαγωγία, αμφιλεγόμενης ποιότητας, εσχάτως δε και σχολιασμούς «παραθυράτους» από τους οποίους, πολλές φορές δεν βγαίνει τίποτα και τίποτα δεν καταλαβαίνει κανείς!!
Πάντως, τα μοντέρνα Μ.Μ.Ε., τηλεόραση και ραδιόφωνο, δεν κατάφεραν να προσφέρουν αυτά που προσφέρει η έντυπη δημοσιογραφία.
Δεν μπορούν ούτε, πιστεύω, θα μπορέσουν να καλύψουν τα κενά που δημιουργεί η καθοδική πορεία του τύπου.
Θα πρέπει ωστόσο να τονισθεί ιδιαίτερα, ότι η κακοδαιμονία των εφημερίδων, έχει τις ρίζες της σε εποχές, από τις οποίες μας χωρίζουν 4 – 5 δεκαετίες ή και περισσότερο.
Τότε εμφανίσθηκε για πρώτη φορά η κρίση εμπιστοσύνης του αναγνωστικού κοινού, αλλά και όλων των πολιτών γενικότερα, έναντι του τύπου.
Οι παλαιότεροι απ’ εμάς ασφαλώς θα θυμούνται :
Τις τρεις (3) μεγάλες ιστορικές Αθηναϊκές εφημερίδες που κατά την εμφάνιση του Παπάγου στην πολιτική την δεκαετία του 1950, εγκατέλειψαν την κεντρώα παράταξη για να προσχωρήσουν στον Ελληνικό Συναγερμό και μάλιστα επιδόθηκαν σε αγώνα πλειοδοσίας του «παπαγισμού» με τον υπόλοιπο καθαρόαιμο και παραδοσιακά δεξιό παπαγικό τύπο.
Αποτέλεσμα ήταν να περιπέσουν σε ανυποληψία και αφερεγγυότητα που χρειάσθηκαν πολλά χρόνια για να ξεχασθούν. Και βεβαίως επακολούθησε υπήρξε η κυκλοφοριακή πανωλεθρία τους. Το Βατερλώ τους.
Και το τίμημα της «προδοσίας» ποιο ήταν; Τι κέρδισαν;
Συνεκδότης της μιας από τις ιστορικές αυτές εφημερίδες, μου «εξομολογήθηκε», ότι η… αμοιβή ήταν η αγορά από το παπαγικό κόμμα 5.000 φύλλων ημερησίως!!
Βέβαια δεν με έπεισε…
Πέρασαν τα χρόνια. Φθάσαμε στο βασιλικό πραξικόπημα και την αποστασία της Μητσοτακικής παρέας. Εκδηλώθηκε τότε αποστασία και στον τύπο από μια μαχητική πρωινή κεντροαριστερή αντιστασιακή εφημερίδα που η κυκλοφορία της σχεδόν μηδενίσθηκε και από μια μεγάλη απογευματινή (που είχε προσχωρήσει παλαιότερα και στον «παπαγισμό») που, όμως, δεν κατόρθωσε να βγει στην επιφάνεια, γιατί οι δημοκρατικοί πολίτες την πήραν «πρέφα» εγκαίρως και έκαψαν τα δέματα με τα φύλλα της πρώτης έκδοσής της, αναγκάζοντας τα αφεντικά της να κάνουν πίσω και να βγάλουν δεύτερη έκδοση τηρώντας την παλιά δημοκρατική κεντρώα παπανδρεϊκή (του γέρου της δημοκρατίας) γραμμή της.
Όσον αφορά την πρωινή «αποστάτιδα», διέκοψε την έκδοσή της την 21η Απριλίου 1967 και δεν τόλμησε να ξαναεκδοθεί μετά την πτώση της χούντας. Θα ήταν άλλωστε πρόκληση.
Νέα ανυποληψία λοιπόν και νέα αφερεγγυότητα μερίδας του τύπου, με επακόλουθο νέα κρίση εμπιστοσύνης στις σχέσεις του με το κοινό.
Ο χρόνος περνά και έχουμε νέα κρούσματα εκδοτικών παρασπονδιών και ολισθημάτων, όταν τις παραμονές του βρώμικου ’89, με αφορμή την υπόθεση Κοσκωτά κάποιες εφημερίδες βγήκαν να πουν ακόμη και κλέφτη τον Ανδρέα Παπανδρέου και συναίνεσαν στην παραπομπή του στο ειδικό δικαστήριο, από το οποίο αθωώθηκε και επανήλθε στην πολιτική σκηνή και στην κυβέρνηση, νικητής και τροπαιούχος.
Στη δίκη τι έγινε;
Όλοι ασφαλώς θυμούνται πως οι κατήγοροι… κατάπιαν τα σάλια τους. Έτσι για να γλυτώσουν τον καταποντισμό.
Από τότε μέχρι τώρα έχουμε και άλλες πολλές, μικρότερης έκτασης και σημασίας παρασπονδίες του τύπου που, απλώς, τροφοδοτούν και ενισχύουν την κρίση εμπιστοσύνης που υπάρχει.
Έτσι, ο τύπος σήμερα κατάντησε να έχει τρεις «εχθρούς».
Πάντως, οι συνάδελφοι και μη που ασχολούνται στον τομέα αυτόν, παράγουν έργο που απέχει αρκετά από το επίπεδο μιας ικανοποιητικής προσφοράς.
Ωστόσο, το διαδίκτυο, αν λειτουργήσει κανονικά και σύμφωνα με τους κανόνες της δεοντολογίας (μακριά από κουτσομπολιά, λάσπη και κιτρινισμούς), είναι δυνατόν να αποτελέσει καταλύτη στο θέμα της κατάπτωσης του τύπου που, τώρα, οι κυκλοφορίες του είναι δραματικά πεσμένες και συνεχίζουν να κινούνται, δυστυχώς, πάντοτε πτωτικά.
Δεν αποκλείεται το διαδίκτυο να καταφέρει και νέα πλήγματα στον τύπο, αν οι εκδότες δεν αντιληφθούν τον επερχόμενο μεγάλο κίνδυνο, και να αποβεί «φονέας» των εφημερίδων και περιοδικών αλλά αντιθέτως είναι και πολύ πιθανόν, να γίνει ο «ζωοδότης» της έντυπης δημοσιογραφίας, πιέζοντας την προς την λήψη των καθαρά δημοσιογραφικών μέτρων και την καθιέρωση μεθόδων που θα ξαναβάλουν την εφημερίδα και το περιοδικό στο ελληνικό σπίτι, όπως παλαιότερα.
Ο τύπος πρέπει να ζήσει και θα ζήσει. Ο τύπος είναι ο εκφραστής των απόψεων, των ιδεών και των αιτημάτων των λαών. Είναι η δημοκρατική μας έκφραση.
Θα ήταν παράλειψη, τέλος αν δεν τονιζόταν ότι τύπος, τηλεόραση, ραδιόφωνο και διαδίκτυο, μπορεί να συνυπάρξουν, να… «συμβιώσουν» αρμονικά, συμπληρώνοντας το ένα μέσον το άλλο. Αρκεί οι ιστοσελίδες και οι ειδησεογράφοι του διαδικτύου, να απαιτούν το κατά νόμον αγγελιόσημο, γιατί άλλωστε αυτό είναι το συμφέρον τους και το συμφέρον όλων όσων προσφέρουν και προσφέρουμε στη δημοσιογραφία και στην ενημέρωση. Στο διαδίκτυο εργάζονται δημοσιογράφοι επαγγελματίες και νέοι που φιλοδοξούν να γίνουν, και γιατί όχι, δημοσιογράφοι. Το αγγελιόσημο λοιπόν εισπράττεται προς όφελος όλων μας. Είναι ο κύριος πόρος για την υγεία μας και την σύνταξή μας.
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΤΣΙΟΥΝΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
ΜΕΛΟΣ ΕΣΗΕΑ & ΔΙΕΘΝΟΥΣ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ
(παλαίμαχος) 11-7-09